Την ανάγκη για συντονισμό σε ευρωπαϊκό επίπεδο προκειμένου να αντιμετωπιστούν οι εκρηκτικές ανατιμήσεις επανέλαβε ο υπουργός Ενέργειας, Κώστας Σκρέκας ο οποίος έκανε δηλώσεις για τις ενέργειες ώστε να μην υπάρξει πρόβλημα ενεργειακής επάρκειας, εάν κλείσει η Ρωσία τις στρόφιγγες του φυσικού αερίου.
Η τροφοδοσία με φυσικό αέριο συνεχίζεται δίχως διαταραχές, ενώ η ΔΕΠΑ Εμπορίας και οι άλλες εταιρείες που εισάγουν φυσικό αέριο είναι σε συνεχή επικοινωνία με προμηθευτές, είπε ο υπουργός.
Ακόμη υπογράμμισε ότι ότι η χωρητικότητα του τερματικού σταθμού στη Ρεβυθούσα είναι σε υψηλά επίπεδα και ότι χθες κατέπλευσε πλοίο που μετέφερε 108.000 κ.μ. υγροποιημένου φυσικού αερίου, ενώ υπάρχει δυνατότητα αύξησης της ποσότητας φυσικού αερίου από τον αγωγό TAP.
Σε ό,τι αφορά τις λιγνιτικές μονάδες της ΔΕΗ κ. Σκρέκας είπε ότι υπάρχει διαθεσιμότητα αποθεμάτων λιγνίτη που μπορεί να καλύψει διάστημα άνω των 30 ημερών, ενώ τα αποθέματα νερού για τη λειτουργία των υδροηλεκτρικών μονάδων είναι ικανοποιητικά.
Παράλληλα είναι σε ετοιμότητα οι πέντε μονάδες ηλεκτροπαραγωγής με καύσιμο φυσικό αέριο που έχουν δυνατότητα εναλλακτικού καυσίμου και λειτουργίας με ντίζελ.
«Δυστυχώς η επίθεση της Ρωσίας στην Ουκρανία ανατροφοδοτεί τη σφοδρή διεθνή κρίση σε δυσθεώρητα επίπεδα, απειλώντας νοικοκυριά και επιχειρήσεις» τόνισε ο υπουργός, διαβεβαιώνοντας πως η στήριξη της κοινωνίας από την κυβέρνηση θα συνεχιστεί για όσο χρειαστεί.
Ανέφερε ακόμη πως η Ελλάδα έχει ζητήσει από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να μελετήσει και να προτείνει τη λήψη έκτακτων μέτρων στήριξης των κρατών - μελών απέναντι στην ενεργειακή κρίση και χαρακτήρισε «ενθαρρυντική εξέλιξη» το ότι συμπεριελήφθη η πρόταση του Έλληνα πρωθυπουργού στο κείμενο των συμπερασμάτων της Συνόδου Κορυφής.
Σημείωσε στη συνέχεια πως απέστειλε χθες με τους ομολόγους του της Βουλγαρίας και της Ρουμανίας με επιστολή την έκτακτη σύγκληση του συμβουλίου υπουργών Ενέργειας της Ε.Ε. για τη διερεύνηση δυνατοτήτων περαιτέρω στήριξης νοικοκυριών και επιχειρήσεων. Όπως σημείωσε τέλος, οι δραματικές εξελίξεις στην Ουκρανία αναδεικνύουν τη σημασία της ελληνικής πρότασης για δημιουργία κεντρικού μηχανισμού στήριξης ευάλωτων νοικοκυριών και ΜμΕ.