Την ανάγκη να ενισχυθεί επειγόντως το ενεργειακό δίκτυο της χώρας με ανάπτυξη των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (ΑΠΕ) στη βιομηχανία και χωρίς προκαταλήψεις σε σχέση με την πυρηνική ενέργεια στο μέλλον, υπογράμμισε ο υποδιοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος Θεόδωρος Πελαγίδης μιλώντας στο συνέδριο Greek Exports Forum and Awards.
Σχετικά με τις εξαγωγές και το ενεργειακό πρόβλημα ο κ. Πελαγίδης τόνισε ότι η ΔΕΗ αναπτύχθηκε στο παρελθόν μαζί με τη μεγάλη βιομηχανία κυρίως κατά την δεκαετία του ´60 αλλά έκτοτε οι επενδύσεις στα δίκτυα ήταν ανεπαρκείς με αποτέλεσμα σήμερα να απαιτούμε από τη βιομηχανία να επεκταθεί και τις εξαγωγές να αυξηθούν χωρίς όμως να υπάρχει η αντίστοιχη χωρητικότητα στα δίκτυα.
Ο κ. Πελαγίδης τόνισε ότι οι ενεργειακές υποδομές έχουν μείνει πολύ πίσω καθώς χάθηκε χρόνος με τη χρηματοδότηση των ντιζελομηχανών στα νησιά που υπολογίζεται ότι απορρόφησαν περίπου στα 700 εκατομμύρια ευρώ επιδοτήσεις, κόστος το οποίο πέφτει κάθε χρόνο πάνω στην παραγωγή αδιακρίτως ως αντικίνητρο.
Υπάρχει ανάγκη για επαρκή σταθερή τάση στο δίκτυο για την βιομηχανία και πρέπει με κάθε θυσία να αναπτυχθούν οι «πράσινες» διμερείς συμβάσεις μεταξύ παραγωγών ΑΠΕ και βιομηχανίας, μοντέλο το οποίο έχει ακολουθήσει η Ισπανία και μάλιστα με ευρωπαϊκή χρηματοδότηση υπογράμμισε, ο κ. Πελαγίδης. Τόνισε επίσης την ανάγκη για αύξηση της προσφοράς βιομηχανικής γης για τέτοιες εγκαταστάσεις μέσα και έξω απ’ το βιομηχανικά πάρκα.
Ο υποδιοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος ανέφερε επίσης ότι εκτός από τις επενδύσεις στο ενεργειακό δίκτυο που επείγουν, πρέπει να είμαστε απροκατάληπτοι σχετικά με την παραγωγή νέων σχετικά καθαρών μεθόδων πυρηνικής ενέργειας στο μέλλον καθώς τέτοιες επενδύσεις λαμβάνουν χώρα στην μεγάλη Βρετανία και την Γαλλία ιδιαιτέρως.
Ο υποδιοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος σχετικά με τον πληθωρισμό ανέφερε ότι η βαθμιαία κανονικοποίηση της νομισματικής πολιτικής θα υπερασπιστεί, υπό τις παρούσες μάλιστα έντονες αβεβαιότητες, τη διεθνή θέση του ευρώ καταπολεμώντας τον πληθωρισμό. Ανέφερε ακόμα ότι βρισκόμαστε πλέον σε μια νέα πραγματικότητα όσον αφορά τα δημοσιονομικά, καθώς η Ευρώπη εργάζεται για ένα νέο δημοσιονομικό καθεστώς.
Στο ίδιο ζήτημα ανέφερε ότι οι αντίθετοι άνεμοι στην προσπάθεια αύξησης του ΑΕΠ σε συνδυασμό με την περαιτέρω αύξηση των τιμών λόγω των γνωστών γεωπολιτικών γεγονότων, αυξάνουν το κόστος και τα διλήμματα των δημοσιονομικών και νομισματικών αρχών καθώς ο υψηλός και επίμονος πληθωρισμός που εμπεδώνεται αρχίζει να πλήττει την ανάπτυξη ενώ από την άλλη η οποία νομισματική σύσφιξη οπωσδήποτε θα έχει αρνητικές επιπτώσεις στην παραγωγή και τη δαπάνη.