Η γερμανική εφημερίδα Die Zeit σχολιάζει στις στήλες της την ενεργειακή κρίση στην Ευρώπη, επισημαίνοντας ότι φαίνεται να αλλάζει τα δεδομένα «καλών» και «κακών» μαθητών, υπενθυμίζοντας μία ρητορική που «αρέσκονταν» να χρησιμοποιούν οι Γερμανοί κατά τη διάρκεια της οικονομικής κρίσης.
Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει, «ο υπουργός Οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε είχε κατηγορήσει τότε την Ελλάδα, την Ιταλία, την Πορτογαλία και την Ισπανία ότι ζούσαν πέραν των δυνατοτήτων τους. Ταυτόχρονα, η γερμανική κυβέρνηση συμβούλεψε επανειλημμένα τις χώρες αυτές να "κάνουν τα μαθήματά τους". Αυτή η ρητορική δεν έχει ξεχαστεί μέχρι σήμερα σε Αθήνα, Μαδρίτη, Λισαβόνα και Παρίσι. Τώρα ωστόσο, είναι οι Γερμανοί αυτοί που δεν έχουν κάνει τα μαθήματά τους. Η απληστία για φθηνό φυσικό αέριο, όπως θεωρούν πολλοί, έχει πλουτίσει τη γερμανική βιομηχανία, καθιστώντας παράλληλα την Ευρώπη εκβιάσιμη».
Βέβαια, όπως αναφέρει το δημοσίευμα, δεν είναι μόνο οι προηγούμενες συμφωνίες με τη Ρωσία, τις οποίες πολλές ευρωπαϊκές πρωτεύουσες χαρακτηρίζουν ως απερίσκεπτες, καθώς θεωρούν εξίσου παράλογο το γεγονός ότι η γερμανική κυβέρνηση θέλει να βάλει λουκέτο και στα τρία τελευταία πυρηνικά εργοστάσια τον ερχόμενο χειμώνα. «Πώς μπορείς να κλείνεις πυρηνικά εργοστάσια εν μέσω ενεργειακής κρίσης και ταυτόχρονα να απαιτείς αλληλεγγύη;», διερωτάται ο συντάκτης.
Σε πτυχές της ενεργειακής κρίσης αναφέρεται και η Handelsblatt, σε εκτενή ανάλυση για τα κενά που αφήνει στη βιομηχανία η έλλειψη φυσικού αερίου αλλά και στο ενδεχόμενο «Αναγέννησης» του λιγνήτη. Σύμφωνα με το δημοσίευμα, το παράδειγμα της Ελλάδας είναι χαρακτηριστικό, καθώς παρά τα σημαντικά βήματα που είχε κάνει η χώρα όσον αφορά την απολιγνιτοποίηση, ο πόλεμος στην Ουκρανία άλλαξε τα δεδομένα: «Το έκτακτο σχέδιο της ελληνικής κυβέρνησης προβλέπει τώρα τον διπλασιασμό της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από λιγνίτη από πέντε σε δέκα τεραβατώρες μέσα στους επόμενους δώδεκα μήνες». Βέβαια, όπως επισημαίνει, η έλλειψη εξειδικευμένου εργατικού δυναμικού δημιουργεί προβλήματα στην υλοποίηση του σχεδίου.
Πηγή: Deutsche Welle