Την αντίθεσή του με προτάσεις της Ρυθμιστικής Αρχής (ΡΑΑΕΥ) αναφορικά με τη μέθοδο κάλυψης του κόστους των έργων σύνδεσης των παραγωγών ρεύματος ΑΠΕ ή των καταναλωτών Υψηλής Τάσης στο σύστημα μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας, δηλώνει ο ΑΔΜΗΕ.
Όπως επισημαίνει, το συγκεκριμένο ζήτημα έχει ρυθμιστεί με τον νόμο 4951/2022 στη βάση του οποίου «ο ΑΔΜΗΕ υπέβαλε στην ΡΑΑΕΥ έναν πλήρη μηχανισμό ο οποίος πετυχαίνει τους στόχους του συγκεκριμένου νόμου, διασφαλίζει ότι οι καταναλωτές δεν θα κληθούν να επωμισθούν υπέρογκες δαπάνες και ότι ο Ανεξάρτητος Διαχειριστής θα αναλάβει τις εν λόγω επενδύσεις με έναν τρόπο οικονομικά βιώσιμο, όπως ακριβώς συμβαίνει με τις υπόλοιπες επενδύσεις που καλείται να υλοποιήσει».
Ωστόσο, σε επιστολή που εστάλη από την Ρυθμιστική Αρχή στον ΑΔΜΗΕ, τίθεται θέμα ανταποδοτικότητας των εν λόγω επενδύσεων για τους καταναλωτές και προτείνεται η θέσπιση μιας Ειδικής Περιουσιακής Βάσης, ούτως ώστε αυτές να αποζημιώνονται με μια διαφορετική (χαμηλότερη) απόδοση και όχι με εκείνη που έχει εγκριθεί και ισχύει σε όλα τα έργα του εθνικού συστήματος μεταφοράς.
Σε απαντητική επιστολή, ο ΑΔΜΗΕ αναφέρει ότι η εισήγηση αυτή κινείται ενάντια στο πνεύμα του νομοθέτη, καθώς ο νόμος δεν κάνει καμία μνεία στη δημιουργία διακριτής περιουσιακής βάσης για τα έργα επέκτασης του συστήματος ούτε και οποιαδήποτε αναφορά περί διακριτής απόδοσης έναντι των υπόλοιπων έργων. «Ως εκ τούτου» τονίζει «η ανταποδοτικότητα των σχετικών επενδύσεων έχει ήδη θεμελιωθεί από τον νομοθέτη χωρίς να τίθεται οποιαδήποτε αμφισβήτηση. Τα συγκεκριμένα έργα δεν διαφέρουν σε τίποτα από όλα τα υπόλοιπα και αποτελούν αναπόσπαστο κομμάτι του Συστήματος και οποιοσδήποτε διαφορετικός μηχανισμός αποζημίωσης θα καθιστούσε τις συγκεκριμένες επενδύσεις μη βιώσιμες για τον ΑΔΜΗΕ».
Σύμφωνα με τους υπολογισμούς που επκαλείται ο ΑΔΜΗΕ, οι επενδύσεις σε αυτά τα έργα θα αποβούν ζημιογόνες στην περίπτωση που αυτές αποζημιώνονται με χαμηλότερη απόδοση, ίση με το κόστος δανεισμού, οδηγώντας τελικά σε υπονόμευση την ανάπτυξη των ΑΠΕ στην Ελλάδα.