Κινούμενη άμμος μοιάζει αυτή τη στιγμή – με φόντο την συνεχιζόμενη κρίση στην Ανατολική Ευρώπη - ο τομέας των επενδύσεων τόσο από πλευράς εταιρειών και βιομηχανιών που επιθυμούν να επεκτείνουν τη δυναμική τους, όσο και από πλευράς funds και νεόκοπων επιχειρηματιών που θέλουν να αξιοποιήσουν ίδια κεφάλαια, σε συνδυασμό με χρηματοδοτήσεις και τραπεζικά δάνεια, για να προχωρήσουν στη δημιουργία μιας δικής τους δουλειάς.
Σύμφωνα με φορείς της αγοράς, η άσχημη ψυχολογία, όσο και η έμμεση επίδραση λόγω του υπέρογκου κόστους της ενεργειακής κρίσης έχουν ωθήσει πολλούς επενδυτές να κάνουν δεύτερες σκέψεις ως προς τις επενδύσεις που είχαν σχεδιάσει.
Είναι χαρακτηριστικό, σύμφωνα με τα όσα δήλωσε τις προάλλες ο Διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, Γιάννης Στουρνάρας, «η πρόβλεψη για την πορεία της οικονομίας υπόκειται σε σημαντικές αβεβαιότητες και κινδύνους που σχετίζονται με την εξέλιξη της ουκρανικής κρίσης και τις επιπτώσεις της στην παγκόσμια οικονομία και στις αγορές χρήματος και κεφαλαίου, την επιτάχυνση του πληθωρισμού και την αντίδραση της οικονομικής πολιτικής σε ένα περιβάλλον αυξημένης αβεβαιότητας για την πορεία της οικονομίας».
Εν τω μεταξύ, σε πρόσφατη συνάντησή του με το Υπουργείο Ανάπτυξης ο πρόεδρος του Συνδέσμου Βιομηχανιών Αττικής και Πειραιώς (ΣΒΑΠ) Δημήτρης Μαθιός μίλησε στον υπουργό Ανάπτυξης και Επενδύσεων Άδωνι Γεωργιάδη περί «αναβολής επενδύσεων και αναστολής εξαγωγών», ενώ παρέδωσε και σχετικό υπόμνημα με προτάσεις που θα μπορούσαν να ενθαρρύνουν το επενδυτικό τοπίο.
Σύμφωνα με τον ίδιο, το εμπορικό ισοζύγιο αναμένεται συνολικά να δεχθεί πίεση, από τον ενεργειακό τομέα και ευρύτερα, ενώ παραμένει το υψηλό χρέος, οι παθογένειες στην οικονομία και ύφεσης από την 10ετή κρίση, σε συνέχεια και της πανδημίας και δυσχεραίνει την πορείας ανάκαμψης. Συνεπώς θα υπάρξει πρόσθετη ανάγκη στήριξης μέρους του πληθυσμού, αλλά και των επιχειρήσεων.
Προς επίρρωσιν των λεγομένων του στο Υπουργείο, κατά τα όσα αναφέρει ο κ. Μαθιός στο BusinessNews.gr «αυτή τη στιγμή η κατάσταση στο ενεργειακό κομμάτι δείχνει να επιτείνεται με τα γεγονότα της Ουκρανίας. Οι σκέψεις της βιομηχανίας έχουν δυο κατευθύνσεις: Καταρχήν, τις επενδύσεις που εκ των πραγμάτων είναι υπό αναθεώρηση, γιατί οι περισσότερες είναι ενεργοβόρες. Είναι αδύνατο και δεν μπορούμε να συνεχίσουμε με αυτό το κόστος ενέργειας να σκεπτόμαστε για επενδύσεις. Είναι προς τη θετική κατεύθυνση, η προσπάθεια της κυβέρνησης για επιδότηση 65 ευρώ, όμως θα πρέπει να γίνει 80 ευρώ ανα κιλοβατώρα, ώστε να επανέλθει η δυναμική των σχέσεων για επενδύσεις. Αυτό δεν σημαίνει, σε καμία περίπτωση, ότι σταματούν τα πάντα, αλλά αν δεν υπάρχει ορατό και χειροπιαστό στοιχείο για την κάλυψη μέρους του ενεργειακού κόστους, δεν θα υπάρξουν και επενδύσεις».
Ο κ. Μαθιός επισημαίνει επίσης ότι ένα στοιχείο που θα μπορούσε να οδηγήσει σε εξοικονόμηση κόστους και άρα διάθεση κεφαλαίων σε επενδύσεις είναι η εφαρμογή του τιμολογίου μέσης τάσης σε όλες τις βιομηχανίες και όχι μόνο στις μικρές: «Παραμένουμε ως ελληνικές βιομηχανίες στο υψηλότερο ενεργειακό κόστος που έχουμε στην Ελλάδα και ανάμεσα στις πρώτες θέσεις στην Ευρωπαϊκή Ένωση και μια πρόταση που ίσως θα βοηθούσε, θα ήταν να εφαρμοστεί το τιμολόγιο της μέσης τάσης σε όλες τις βιομηχανίες, και όχι μόνο στις μικρές, αφήνοντας με αυτόν τον τρόπο τα κεφάλαια που θα εξοικονομούνταν, στην άκρη για περαιτέρω ενίσχυση των επιχειρήσεων».
Παντελής Παπαγεωργίου (Εlikonos 2 SCA SICAR fund): Ανησυχούμε, αλλά κοιτάμε ευκαιρίες
Την ίδια στιγμή, ειδικά το πρώτο τρίμηνο του 2022 καταγράφεται περιορισμένη κινητικότητα και από funds, τα οποία βρίσκονται, παρόλαυτα, σε συνεχές σκανάρισμα της αγοράς, προκειμένου να προχωρήσουν σε επενδύσεις, παρά το ρευστό κοινωνικόοικονομικό περιβάλλον στην Ανατολική Ευρώπη.
Ωστόσο, από εκπροσώπους του κλάδου εκφράζεται και ανησυχία για το πώς θα επιδράσει μια μακροπρόθεσμη κατάσταση στην γενικότερη διάθεση για επενδύσεις.
Σύμφωνα με τον Παντελή Παπαγεωργίου, εκ των ιδρυτών του Elikonos 2 Fund, που την προηγούμενη χρονιά είχε προχωρήσει σε πλήθος επενδύσεων, ειδικά στον τομέα της τεχνολογίας και της εστίασης, είναι ακόμα νωρίς για να ειπωθεί ότι η ουκρανική κρίση έχει επηρεάσει την επενδυτική δραστηριότητα, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν υπάρχει ένα αίσθημα αβεβαιότητας και ανησυχίας, το οποίο συνδέεται κυρίως με τις υπάρχουσες επενδύσεις και το πώς βιώνουν την αύξηση της ενέργειας: «Βρισκόμαστε σε στάση αναμονής, μετράμε με τη μέρα την κατάσταση όπως διαμορφώνεται, αλλά επίσης δεν έχουμε σταματήσει να κοιτάμε ευκαιρίες σε όλους τους κλάδους και όταν θεωρήσουμε ότι έχουμε κάτι καλό μπροστά μας, δεν νομίζω ότι θα πτοηθούμε για να προχωρήσουμε. Θα έλεγα ότι το βλέμμα μας περισσότερο είναι στραμμένο στις ήδη πρόσφατες επενδύσεις μας, οι οποίες έχουν να αντιμετωπίσουν, όπως όλες, το ζήτημα του αυξημένου κόστους της ενέργειας. Υπό αυτή την έννοια, υπάρχει ανησυχία».
Στάθης Λιακόπουλος (Αντιπρόεδρος Συνδέσμου Συμβούλου Επιχειρήσεων): 50% η ζήτηση για έναρξη επιχειρήσεων και επενδύσεων
Από τη δική του πλευρά, ο Πρόεδρος της εταιρείας Συμβούλων Επιχειρήσεων BSS και Αντιπρόεδρος των Συμβούλων Επιχειρήσεων Στάθης Λιακόπουλος επισημαίνει στο BusinessNews ότι υπάρχει μια στασιμότητα στη διάθεση επενδύσεων τον τελευταίο καιρό, ενώ η πτώση ενδιαφέροντος προσεγγίζει ακόμα και το 50%. «Το 2022, παρά τον κορονοιό, είχε ξεκινήσει πολύ καλά και το γενικότερο επενδυτικό κλίμα ήταν σε θετική κατεύθυνση. Από την στιγμή όμως που ξεκίνησε η ουκρανική κρίση, ένα μεγάλο μέρος επενδυτών θα έλεγα ότι έχουν βάλει στον πάγο κάποιες κινήσεις. Ένα σημαντικό ποσοστό, κοντά στο 50% βρίσκονται σε στάση αναμονής αυτή τη στιγμή, μετρώντας μέρα με τη μέρα τις εξελίξεις. Οι περισσότεροι, καθώς το μεγαλύτερο ποσοστό των επιχειρήσεων είναι ενεργοβόρες, σκέπτονται το πόσο θα επιδράσει η ενεργειακή κρίση στους συνολικούς τζίρους. Θέλουν πρώτα να ξεκαθαρίσει το τοπίο και στη συνέχεια να κάνουν αυτό που σκέπτονται».
Παράλληλα, υπάρχει, σύμφωνα με τον κ. Λιακόπουλο και ένα ποσοστό, το οποίο συνεχίζει να κοιτά την αγορά και να κάνει πλάνα: Οι κλάδοι αυτή τη στιγμή που έχουν την μεγαλύτερη ζήτηση είναι αυτοί της βιομηχανίας, της ενέργειας, ο τουρισμός, αλλά και αυτός της υψηλής τεχνολογίας και αυτοί θεωρώ ότι θα μας απασχολήσουν, όταν όλα τελειώσουν, μέσα στο 2022».
Θετικό πρόσημο εν μέσω πανδημίας
Πάντως, υπενθυμίζεται ότι ακόμα και εν μέσω πανδημίας, οι επενδύσεις στην Ελλάδα σημείωσαν θετικό πρόσημο, ειδικά το 2021, δεύτερο έτος της επίδρασης του κορονοιού στη χώρα μας.
Όπως προκύπτει από στοιχεία από το σχετικό δελτίο οικονομικών εξελίξεων της Alpha Bank «καταγράφηκε αύξηση επενδύσεων στο πρώτο εννεάμηνο του 2021, κατά 16,3% σε ετήσια βάση, ενώ εκτιμάται ότι θα ενισχύσουν περαιτέρω τη δυναμική τους την επόμενη τριετία, υποστηριζόμενες, σε μεγάλο βαθμό, από τη χρηματοδότηση που αναμένεται να λάβει η χώρα μας από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας και τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, στο πλαίσιο του Εθνικού Σχεδίου Ανάκαμψης, οι οποίες αποσκοπούν στην εμπέδωση ενός φιλικού, προς την επιχειρηματικότητα και τις επενδύσεις, περιβάλλοντος.
Επρόκειτο, όπως αναφέρει το ίδιο δελτίο, για άνοδο των επενδύσεων σε μηχανολογικό και τεχνολογικό εξοπλισμό το πρώτο εννεάμηνο του 2021, -συνεισφέροντας το 41% περίπου της συνολικής αύξησης των επενδύσεων - με την δυναμική αυτή να έχει ιδιαίτερη σημασία, καθώς η καθίζησή τους την περασμένη δεκαετία, αποδυνάμωσε τόσο ποσοτικά, όσο και ποιοτικά το φυσικό κεφάλαιο της χώρας (λόγω συγκριτικά μικρότερης ενσωμάτωσης των νέων τεχνολογικών καινοτομιών), οδηγώντας σε υποχώρηση της παραγωγικότητας.
Ενδεικτικό είναι, επίσης, ότι το γ' τρίμηνο του 2021, σύμφωνα με στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, οι εγγραφές νέων επιχειρήσεων (ενάρξεις λειτουργίας επιχειρήσεων), για το σύνολο των τομέων της οικονομίας, ανήλθαν σε 22.642, παρουσιάζοντας αύξηση 9,2% σε σχέση με το Γ’ τρίμηνο 2020 που είχαν ανέλθει σε 20.725 και μείωση 14,1% σε σχέση με το Β’ τρίμηνο 2021 που είχαν ανέλθει σε 26.370.
Μάλιστα, η μεγαλύτερη αύξηση στο πλήθος των εγγραφών νέων επιχειρήσεων, το Γ’ τρίμηνο 2021 σε σχέση με το Γ’ τρίμηνο 2020, καταγράφηκε στον τομέα «Χρηματοπιστωτικές και Ασφαλιστικές Δραστηριότητες» (34,0%) και στον τομέα Μεταφορά και Αποθήκευση» (12,4%), ενώ η αντίστοιχη μεγαλύτερη μείωση καταγράφηκε στον τομέα «Μεταποίηση» (22,1%) και στον τομέα «Δραστηριότητες Υπηρεσιών Παροχής Καταλύματος και Υπηρεσιών Εστίασης» (15,6%).