Ελληνική προστιθέμενη αξία έχει το 40% του τζίρου της BAYER Eλλάδος, μέσω των συνεργασιών που έχει αναπτύξει με ελληνικές εταιρείες, ενώ ειδικά η περιοχή της Θεσσαλονίκης και της Βόρειας Ελλάδας απορροφούν σημαντικό μέρος των πόρων που διατίθενται κάθε χρόνο για κλινική έρευνα και κλινικές μελέτες.
Τα παραπάνω επισήμανε ο επικεφαλής Market Access (πρόσβασης στις αγορές) της εταιρείας, Ηλίας Κοντούδης, μιλώντας σήμερα σε εκδήλωση του Helexpo Forum, στο πλαίσιο της 86ης ΔΕΘ, σε πάνελ που συνδιοργάνωσαν το πρόγραμμα ΝΒG Business Seeds της Εθνικής Τράπεζας, το ΑΠΘ, το ΟΚ!Τhess και το ΕλληνοΑμερικανικό Επιμελητήριο.
«Η Bayer, εδώ και πάρα πολλά χρόνια, έχει αναπτύξει συνέργειες με ελληνικές εταιρείες, όπως η FΑΜΑR, σε συνεργασία με την οποία παράγεται στη χώρα σημαντικό μέρος της σειράς προϊόντων "Bepanthol" ή η ELPEN, για συμπροώθηση κάποιων προϊόντων. Συνεπώς, το 40% του κύκλου εργασιών μας έχει ελληνική προστιθέμενη αξία, κάτι πολύ σημαντικό για την τοπική κοινωνία και οικονομία» σημείωσε.
Στον δε τομέα της καινοτομίας, η Bayer Eλλάδος επενδύει κάθε χρόνο πάνω από 2 εκατ. ευρώ σε κλινική έρευνα και μελέτες, γεγονός που -όπως είπε- «όχι μόνο βοηθάει στην ανάπτυξη καινοτόμων προϊόντων, αλλά και δίνει στους Ελληνες ασθενείς πρόσβαση σε αυτά, πριν ακόμα κυκλοφορήσουν στη διεθνη αγορά. Η Θεσσαλονίκη και γενικά η Βόρεια Ελλάδα έχουν κέντρα αριστείας στον τομέα της υγείας, με αποτέλεσμα ν' απορροφούν πολλά από αυτά τα κονδύλια».
Πρόσθεσε ότι, παράλληλα, η εταιρεία έχει αναπτύξει πολλά προγράμματα για τη στήριξη της έρευνας σε πρωτόλειο επίπεδο, αλλά και για να έρθουν οι φερέλπιδες επιστημονες σε επαφή με το επιχειρηματικό περιβάλλον του τομέα της υγείας.
Μεταξύ άλλων, ανέφερε προγράμματα όπως το «Level-upG4A Accelerator», που στηρίζει νεοφυείς επιχειρήσεις (startups) και το «G4A Incubator», το οποίο απευθύνεται σε ερευνητές, ενώ πρόσθεσε ότι η εταιρεία αναπτύσσει συνεργασίες με διάφορους φορείς, καθώς «ένα από τα βασικότερα θεμέλια της καινοτομίας είναι η συνεργασία».
«Από το 2022, ενδυναμώνεται το πρόγραμμα Level-up, μέσα από την συνεργασία με το πρόγραμμα Ανοικτής Καινοτομίας G4A, της Bayer AG», ανακοίνωσε από την πλευρά της η διευθύντρια δημοσίων σχέσεων της Bayer Hellas, Σόνια Μουσαβερέ, υπενθυμίζοντας ότι πρόκειται για ένα πρόγραμμα υποστήριξης και συμβουλευτικής νεοφυών επιχειρήσεων, διαφορετικής ωριμότητας, με κύριο στόχο την ανάπτυξη καινοτόμων ιδεών σε βιώσιμες επιχειρήσεις που μπορεί να αναπτυχθούν, είτε οργανικά, είτε μέσω της εξασφάλισης χρηματοδότησης.
Οι ενδιαφερόμενοι, μπορούν να υποβάλλουν τις αιτήσεις τους για συμμετοχή στο πρόγραμμα από τις 19 Σεπτεμβρίου φέτος μέχρι και τις 17 Οκτωβρίου, και αυτός ο δεύτερος κύκλος του προγράμματος θα ξεκινήσει στις 16 Νοεμβρίου 2022, ενώ αναμένεται να ολοκληρωθεί τον Ιούνιο του 2023.
Το νέο ανανεωμένο πρόγραμμα της Bayer Hellas το Level-up |G4A, θα κινείται σε δύο άξονες. Ο πρώτος άξονας, ο Level-up |G4A Incubator, αναφέρεται σύμφωνα με την ίδια σε ομάδες ερευνητών και πανεπιστημιακές ομάδες από τους κλάδους της υγείας και της αγροδιατροφής, οι οποίες θέλουν να αναπτύξουν μία καινοτόμα ιδέα ή έργο σε επιχειρηματική πρόταση. Ο δεύτερος άξονας, ο Level-up|G4A Accelerator αναφέρεται σε νεοφυείς επιχειρήσεις της βιομηχανίας της Υγείας και της Γεωργίας, οι οποίες βρίσκονται σε pre-seed/ Seed επίπεδο.
Συνολικά, για το 2022, πέντε ερευνητικές ομάδες και άλλες τόσες ισάριθμες νεοφυείς επιχειρήσεις, θα επιλεχθούν να συμμετάσχουν στους αντίστοιχους άξονες του προγράμματος, το οποίο παρέχεται δωρεάν στους συμμετέχοντες.
Το πρόγραμμα παρέχει δωρεάν στους συμμετέχοντες δωρεάν Mentoring από εξειδικευμένα στελέχη της εταιρείας με εμπειρία στους τομείς υγείας και γεωργίας, συμβουλευτική και συμμετοχή σε τρίωρα σεμινάρια και ανοικτές συζητήσεις πάνω σε καίρια θέματα που απασχολούν τις νεοφυείς επιχειρήσεις όπως η εύρεση χρηματοδότησης, η κατάρτιση επιχειρηματικού πλάνου και το Branding.
Το πρόγραμμα ξεκίνησε το 2021 και η Bayer ξεκίνησε να το «τρέχει» αναγνωρίζοντας τη δύναμη της συνεργασίας για την γρήγορη παροχή καινοτόμων λύσεων στις συνεχώς αυξανόμενες προκλήσεις που αντιμετωπίζει η ανθρωπότητα.
Deloitte: «Πολύ κοντά στο ορόσημο των 1000 πολύ εξειδικευμένων εργαζομένων στη Θεσσαλονίκη»
Ο πόλεμος ταλέντων, δηλαδή η έλλειψη ανθρώπινου κεφαλαίου που επηρεάζει κορυφαίες εταιρείες παγκοσμίως, ήταν ο ένας από τους δύο λόγους, που έφερε τη Deloitte στη Θεσσαλονίκη για τη δημιουργία του πρότυπου κέντρου τεχνογνωσίας, εκπαίδευσης και καινοτομίας «Alexander Competence Center (DACC)», το οποίο βρίσκεται πλέον «πολύ κοντά στο να φτάσει το ορόσημο των 1000 πολύ εξειδικευμένων ανθρώπων».
Αυτό επισήμανε εκ μέρους της εταιρείας ο consulting partner Θεόδωρος Παπακωνσταντίνου, αναφέροντας ως έτερο λόγο το όραμα της διοίκησης της Deloitte στην Ελλάδα και τη Θεσσαλονίκη για αντιστροφή του brain drain.
Όπως είπε, η Deloitte επένδυσε στην πόλη στο τέλος του 2017- αρχές 2018, προχωρώντας πρώτη «σε κάπως αχαρτογράφητα νερά», ενώ 4,5 χρόνια μετά όχι απλά απασχολεί σημαντικό αριθμό νέων εξειδικευμένων εργαζομένων, αλλά και τους προφέρει εκπαίδευση αιχμής για συμμετοχή σε μεγάλα έργα πανευρωπαϊκώς, ενώ ταυτόχρονα το DACC βοηθά τη Deloitte να ανταποκριθεί στον πόλεμο ταλέντων.
Πρόσθεσε ωστόσο, ότι για τη Θεσσαλονίκη, μια πόλη με τόσο θετική προοπτική, πολύ σημαντικό είναι να γίνει δουλειά πάνω σε υποδομές, όπως τα τηλεπικοινωνιακά δίκτυα και 5G, ακόμα και οι συγκοινωνίες και η στέγαση, καθώς για να έρθει μια επένδυση σε μια πόλη δεν συνεκτιμάται μόνο το οικονομικό κομμάτι και το σταθερό φορολογικό και οικονομικό πλαίσιο ή η σωστή λειτουργία της δικαιοσύνης, αλλά και το ανθρώπινο.
Περισσότερα από 5000 άτομα επισκέφτηκαν το Κέντρο Ψηφιακού Μετασχηματισμού της Cisco στη Θεσσαλονίκη
Περισσότερα από 5000 άτομα επισκέφτηκαν το Κέντρο Ψηφιακού Μετασχηματισμού και Δεξιοτήτων (DT&S) της Cisco στη Θεσσαλονίκη τα τελευταία δύο χρόνια, ενώ ενώ παρά τις αρρυθμίες λόγω των δύο καραντινών, έγιναν πάνω από 150 εκδηλώσεις και παραδόθηκαν περίπου 1500 ώρες μαθημάτων στις εγκαταστάσεις του.
Τα στοιχεία αυτά παρουσίασε στην εκδήλωση ο Νίκος Λαμπρογιώργος, διευθυντής του DT&S της Cisco, ενώ επισήμανε ότι οι βασικοί λόγοι που ο αμερικανικός κολοσσός επέλεξε τη Θεσσαλονίκη για να εγκαταστήσει στην πόλη το Κέντρο ήταν εξαρχής δύο: το ανθρώπινο ταλέντο της και οι σημαντικές ερευνητικές μονάδες μέσα στα πανεπιστήμια και το Εθνικό Κέντρο Έρευνας και Τεχνολογικής Ανάπτυξης (ΕΚΕΤΑ) και η γειτνίασή της με τις χώρες των Βαλκανίων, για τις οποίες η Θεσσαλονίκη και η Βόρεια Ελλάδα μπορούν να λειτουργήσουν σαν «φάρος καινοτομίας» για την περιοχή, όπως χαρακτηριστικά είπε.
Ο κ.Λαμπρογιώργος επισήμανε ακόμα ότι η Cisco θα ξεκινήσει εκπαιδευτικά προγράμματα για μικρότερα παιδιά και, κατά τη διάρκεια της επικείμενης έκθεσης τεχνολογίας «Beyond» της ΔΕΘ-Helexpo AE, θα ανακοινώσει πρόγραμμα εβδομαδιαίων επισκέψεων των σχολείων στο DT&S.
Επιπλέον, στα «σκαριά» βρίσκονται καινοτόμα έργα: «Τρέχουμε αυτή τη στιγμή 10-15 πρότζεκτ, τα οποία είτε έχουν ολοκληρωθεί είτε βρίσκονται σε φάση ολοκλήρωσης. Το στοίχημα που έχουμε βάλει για το 2023 είναι αυτό να πολλαπλασιαστεί και να είναι καινοτόμα πρότζεκτ- «πιλότοι», που θα δοκιμάζονται στους πελάτες μας και μετά θα γίνονται έργα, που θα φέρουν τεράστια υπεραξία στην ελληνική οικονομία» υπογράμμισε.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ