Για πρώτη φορά φέτος, η έρευνα Workmonitor της Randstad διεύρυνε τον ορίζοντα των θεμάτων της διερευνώντας μεταξύ άλλων, πώς οι ηλικιακές τάσεις επιδρούν στην συνταξιοδότηση, την απασχολησιμότητα, τους εργαζόμενους μεγαλύτερης ηλικίας στο χώρο εργασίας καθώς και τη δια βίου μάθηση.
Σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα ευρήματα της έρευνας Workmonitor, μόνο το 33% των Ελλήνων πιστεύει ότι τα παιδιά που γεννιούνται σήμερα θα ζήσουν μέχρι τα 100 τους χρόνια. Αυτή η ηλικιακή τάση έχει τεράστια επίδραση στην κοινωνία, τόσο στα χρόνια που αφιερώνουμε στις σπουδές μας και στη δουλειά μας, όσο και στην ηλικία συνταξιοδότησής μας, στο σύστημα υγείας, ακόμη και στο κόστος του προγράμματος συνταξιοδότησής μας.
Αποταμιεύοντας για τη συνταξιοδότηση
Το 83% των συμμετεχόντων στην έρευνα στην Ελλάδα, πιστεύει ότι για να συνταξιοδοτηθεί θα χρειαστεί να δουλέψει περισσότερα χρόνια από όσα δουλεύουν οι άνθρωποι ως τώρα, ενώ σε παγκόσμιο επίπεδο το ποσοστό αυτό εμφανίζεται χαμηλότερο. Η αύξηση της ηλικίας συνταξιοδότησης επηρεάζει άμεσα και το ποσό που αποταμιεύεται για τις συντάξεις, αφού υπολογίζεται ότι ένας εργαζόμενος θα πρέπει να αποταμιεύει μέχρι και το 40 % του τρέχοντος μισθού του για να μπορεί να λάβει στο μέλλον μια ικανοποιητική σύνταξη.
Ωστόσο, δεδομένης της κατάστασης της χώρας, το 83% των Ελλήνων δηλώνει ότι δεν είναι σε θέση να αποταμιεύει περισσότερο από το 5-10% του εισοδήματός του για τη σύνταξή του, ενώ το 45% των Ελλήνων εργαζομένων δήλωσε ότι η αποταμίευση για τη συνταξιοδότηση πέρα από υποχρέωση του εργοδότη τους, αποτελεί και δική τους.
Εργαζόμενοι μεγαλύτερης ηλικίας
Σε παγκόσμιο επίπεδο και δεδομένης της αύξησης της ηλικίας συνταξιοδότησης, ο αριθμός των εργαζομένων ηλικίας άνω των 55 ετών, έχει αυξηθεί κατά πολύ. Στην Ελλάδα, μόλις το 27% των εργοδοτών ακολουθεί μια συγκεκριμένη στρατηγική για την προσέλκυση και διατήρηση εργαζομένων ηλικίας μεγαλύτερης των 55 ετών. Το 64% των ερωτηθέντων στην Ελλάδα δήλωσε ότι οι εργαζόμενοι ηλικίας 55 ετών και άνω θα πρέπει να εργάζονται ίδιες ώρες με τις νεότερες γενιές, ενώ το 43% δήλωσε ότι οι εργαζόμενοι αυτής της ηλικιακής κλίμακας είναι λιγότερο παραγωγικοί από ότι οι εργαζόμενοι μικρότερης ηλικίας (κάτω των 35 ετών). Επίσης, το 40% φαίνεται πως πιστεύει ότι οι εργαζόμενοι 55+ παίρνουν περισσότερες άδειες ασθενείας από τους νεότερους συναδέλφους τους.
Ωστόσο είναι αξιοσημείωτο ότι τα παραπάνω δεν αποτελούν παρά λανθασμένες αντιλήψεις, αφού στην πραγματικότητα, τα επίπεδα παραγωγικότητας παγκοσμίως είναι συγκρίσιμα μεταξύ των διαφορετικών γενεών και το ποσοστό ‘δήλωσης ασθενείας’ είναι συχνά μικρότερο στους εργαζόμενους ηλικίας μεγαλύτερης των 55 ετών απ’ ό,τι στις νεότερες ηλικίες.
Δια βίου μάθηση
Η αύξηση της ηλικίας συνταξιοδότησης επηρεάζει και την απασχολησιμότητα. Η συντριπτική πλειοψηφία των ερωτηθέντων, που αγγίζει το 95%, δήλωσε υπέρ της δια βίου μάθησης ανεξαρτήτου ηλικίας, πράγμα που συμπίπτει με το αντίστοιχο ποσοστό σε παγκόσμιο επίπεδο (93% των ερωτηθέντων). Το 91% μάλιστα, πιστεύει ότι θα πρέπει να γίνεται μια ανανέωση στις ικανότητές τους ανά 5 χρόνια, για να βελτιώσουν την απασχολησιμότητά τους. Αντίθετα, το 70% πιστεύει ότι οι ήδη αποκτηθείσες δεξιότητες είναι αρκετές για να τους ακολουθήσουν σε όλη τη διάρκεια της καριέρας τους. Τέλος, το 76% των ερωτηθέντων στην Ελλάδα, δήλωσε ότι είναι πιο δύσκολο για τους εργαζόμενους ηλικίας άνω των 55 ετών να αποκτήσουν νέες δεξιότητες.
Τριμηνιαία επαναλαμβανόμενα στοιχεία
Δείκτης κινητικότηταs
Ο δείκτης κινητικότητας της Randstad για την αγορά εργασίας αξιολογεί την ετοιμότητα των εργαζομένων να αλλάξουν επάγγελμα μέσα στους επόμενους 6 μήνες. Ο δείκτης βασίζεται στην υπάρχουσα εργασιακή ικανοποίηση, τον φόβο απόλυσης, την ανάγκη των εργαζομένων για νέες προσωπικές προκλήσεις και το επίπεδο αυτοπεποίθησής τους ότι θα βρουν δουλειά αλλού.
Ο δείκτης κινητικότητας στην Ελλάδα αυξήθηκε από 99, το 4ο τρίμηνο του 2014 σε 103 το 1ο τρίμηνο του 2015, ενώ ο παγκόσμιος δείκτης κινητικότητας παρέμεινε σταθερός στο 109. Σχετικά με τους λόγους αλλαγής εργασιακού περιβάλλοντος, το 28% των ερωτηθέντων δήλωσε ότι άλλαξε επάγγελμα, με σκοπό τη βελτίωση των εργασιακών συνθηκών, το 26% δήλωσε ως αιτία την αλλαγή στην επιχειρησιακή δομή της εταιρίας (όπως συγχώνευση ή αναδιοργάνωση), ενώ το 23% δήλωσε ότι η αλλαγή εργασίας σχετίζεται με την προσωπική ανάγκη για αλλαγή. Αξίζει να σημειωθεί ότι ηλικιακά, το μικρότερο ποσοστό κινητικότητας καταγράφηκε στις ηλικίες 35 έως 44 ετών (12%) ενώ το μεγαλύτερο ποσοστό κινητικότητας καταγράφηκε για το ηλικιακό γκρουπ 18 έως 24 ετών (46%).
Αισιοδοξία των Ελλήνων εργαζομένων για ανεύρεση εργασίας
Από τους ερωτηθέντες στην Ελλάδα το 56% αναμένει ότι θα είναι σε θέση να βρει μια ανάλογη εργασία μέσα στους επόμενους έξι μήνες, ποσοστό που καταγράφει αύξηση συγκριτικά με το 4ο τρίμηνο του 2014 (47%). Επίσης, το 58% αναμένει ότι θα εργάζεται σε διαφορετική δουλειά μέσα στους επόμενους έξι μήνες, αύξηση της τάξης του 4% σε σχέση με το τελευταίο τρίμηνο του 2014 (54%).
Το 35% των Ελλήνων ερωτηθέντων δήλωσε ότι έχει φόβο απώλειας εργασίας, ποσοστό που παραμένει το ίδιο συγκριτικά με το προηγούμενο τρίμηνο. Τα υψηλότερα ποσοστά φόβου απώλειας εργασίας σημειώθηκαν στον κατασκευαστικό τομέα (28%), στο λιανικό εμπόριο (16%), καθώς και στις χρηματοοικονομικές τραπεζικές και ασφαλιστικές υπηρεσίες (15%).
Εργασιακή Ικανοποίηση
Σύμφωνα με τα ευρήματα του Workmonitor, η εργασιακή ικανοποίηση στην Ελλάδα αυξήθηκε κατά 3%, φτάνοντας το 60% από το τελευταίο τρίμηνο (57%). Αντίστοιχα, στις υπόλοιπες χώρες του κόσμου, η εργασιακή ικανοποίηση αυξήθηκε κατά μέσο όρο περισσότερο από 5%, συγκριτικά με το προηγούμενο τρίμηνο.