Η Επιτροπή φον ντερ Λάιεν δρομολογεί σήμερα έναν νέο κύκλο του Ευρωπαϊκού Εξαμήνου, ο οποίος είναι ο πρώτος της θητείας της. Παρουσιάζει μια φιλόδοξη και αναμορφωμένη αναπτυξιακή στρατηγική που επικεντρώνεται στην προώθηση ανταγωνιστικής βιωσιμότητας για την οικοδόμηση μιας οικονομίας στην υπηρεσία των ανθρώπων και του πλανήτη.
Η ετήσια στρατηγική για τη βιώσιμη ανάπτυξη ανταποκρίνεται στο όραμα που παρουσιάζεται στις πολιτικές κατευθύνσεις της Προέδρου Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν. Το εν λόγω έγγραφο καθορίζει τη στρατηγική πολιτικής της ΕΕ στους τομείς της οικονομίας και της απασχόλησης, θέτει δε τη βιωσιμότητα και την κοινωνική ένταξη στο επίκεντρο της διαμόρφωσης της οικονομικής πολιτικής της ΕΕ, σύμφωνα με τις προτεραιότητες που κατοχυρώνονται στην Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία, τη νέα αναπτυξιακή στρατηγική της Επιτροπής. Στόχος της εν λόγω στρατηγικής είναι να διασφαλίσει ότι η Ευρώπη εξακολουθεί να διαθέτει τα πιο προηγμένα συστήματα κοινωνικής πρόνοιας στον κόσμο, θα γίνει η πρώτη κλιματικά ουδέτερη ήπειρος και αποτελεί έναν δυναμικό κόμβο καινοτομίας και ανταγωνιστικής επιχειρηματικότητας. Θα δώσει στην Ευρώπη τα εργαλεία ώστε να επιδιώξει υψηλότερους στόχους όσον αφορά την κοινωνική δικαιοσύνη και την ευημερία. Γενικότερα, η στρατηγική βιώσιμης ανάπτυξης θα βοηθήσει την ΕΕ και τα κράτη μέλη της να επιτύχουν τους Στόχους των Ηνωμένων Εθνών για Βιώσιμη Ανάπτυξη, τους οποίους η Επιτροπή ενσωματώνει για πρώτη φορά στο Ευρωπαϊκό Εξάμηνο.
Ο Βάλντις Ντομπρόβσκις, Εκτελεστικός Αντιπρόεδρος για μια Οικονομία στην Υπηρεσία των Ανθρώπων, δήλωσε: «Το οικονομικό μας μοντέλο υφίσταται ριζικό μετασχηματισμό. Η αλλαγή του κλίματος, η ψηφιοποίηση και οι δημογραφικές αλλαγές απαιτούν να προσαρμόσουμε την οικονομική πολιτική μας, ώστε η Ευρώπη να εξακολουθήσει να αποτελεί ανταγωνιστική δύναμη σε παγκόσμιο επίπεδο, και τούτο με βιώσιμο και δίκαιο τρόπο. Ταυτόχρονα, είναι αναγκαίο οι χώρες της ΕΕ να ενισχύσουν την άμυνά τους κατά των παγκόσμιων κινδύνων στον ορίζοντα. Καλώ τις χώρες που διαθέτουν δημοσιονομικά περιθώρια να τονώσουν περαιτέρω τις επενδύσεις και τις χώρες με υψηλό επίπεδο χρέους να το μειώσουν.»
Ο Πάολο Τζεντιλόνι, Επίτροπος Οικονομίας, δήλωσε τα εξής: «Από σήμερα, θέτουμε την κλιματική μετάβαση στο επίκεντρο της οικονομικής διακυβέρνησης. Διότι όταν λέμε ότι η Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία είναι η νέα αναπτυξιακή στρατηγική της Ευρώπης, το εννοούμε. Μία από τις κορυφαίες προτεραιότητές μου κατά το πρώτο έτος της θητείας μου θα είναι η ενσωμάτωση των Στόχων των Ηνωμένων Εθνών για Βιώσιμη Ανάπτυξη στο Ευρωπαϊκό Εξάμηνο. Έχει ζωτική σημασία να διασφαλίσουμε την επιτυχία αυτής της σημαντικής αλλαγής στη χάραξη της ευρωπαϊκής οικονομικής πολιτικής.»
Ο Νικολά Σμιτ, Επίτροπος Απασχόλησης και Κοινωνικών Δικαιωμάτων, πρόσθεσε: «Η νέα στρατηγική ενσωματώνει τις αρχές της καταπολέμησης των ανισοτήτων και την προώθηση της οικονομικής και κοινωνικής σύγκλισης προς τα επάνω. Ο αριθμός των εργαζομένων βρίσκεται σήμερα σε επίπεδο ρεκόρ, αλλά εξακολουθούν να υπάρχουν ανισότητες. Σε έναν ταχέως μεταβαλλόμενο κόσμο και σε μια οικονομία στην οποία η καινοτομία είναι καίριας σημασίας, οφείλουμε να διευκολύνουμε την καλύτερη πρόσβαση στην αγορά εργασίας και να επενδύσουμε περισσότερο στις δεξιότητες όσων χρειάζονται να προσαρμοστούν στην ψηφιακή και την πράσινη μετάβαση, ιδίως δε των πλέον ευάλωτων. Η κοινωνική δικαιοσύνη πρέπει να αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα κάθε πτυχής αυτού του νέου άξονα δράσης.»
Η ετήσια στρατηγική για τη βιώσιμη ανάπτυξη περιλαμβάνει τέσσερις αλληλένδετες και αλληλοενισχυόμενες διαστάσεις για την αντιμετώπιση των μακροπρόθεσμων προκλήσεων. Αυτές οι διαστάσεις πρέπει να κατευθύνουν τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, τις πολιτικές απασχόλησης, τις επενδύσεις και τις υπεύθυνες δημοσιονομικές πολιτικές σε όλα τα κράτη μέλη για την ανάπτυξη μιας οικονομίας στην υπηρεσία των ανθρώπων και του πλανήτη. Οι τέσσερις διαστάσεις είναι:
- η περιβαλλοντική βιωσιμότητα·
- η αύξηση της παραγωγικότητας·
- η δίκαιη μεταχείριση· και
- η μακροοικονομική σταθερότητα.
Το Ευρωπαϊκό Εξάμηνο θα δώσει μεγαλύτερη έμφαση στην περιβαλλοντική βιωσιμότητα, με την παροχή ειδικής καθοδήγησης στα κράτη μέλη σχετικά με τους τομείς στους οποίους υπάρχει μεγαλύτερη ανάγκη για διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις και επενδύσεις προς ένα βιώσιμο οικονομικό μοντέλο. Οι κατευθύνσεις πολιτικής στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Εξαμήνου θα συμβάλουν επίσης στην τόνωση της αύξησης της παραγωγικότητας: θα προωθήσουν τις επενδύσεις και τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις για την προαγωγή της έρευνας και της καινοτομίας, τη βελτίωση της πρόσβασης σε χρηματοδότηση, την ενίσχυση της λειτουργίας των αγορών προϊόντων και υπηρεσιών, και την εξάλειψη των σημείων συμφόρησης στο επιχειρηματικό περιβάλλον. Η δίκαιη μεταχείριση θα πρέπει να διασφαλίζεται μέσω της εφαρμογής κοινωνικών πολιτικών που θα εγγυώνται δίκαιες συνθήκες εργασίας για όλους και θα επιτρέπουν στους ανθρώπους να προσαρμόζονται στις μεταβαλλόμενες συνθήκες σε μια περίοδο σημαντικών μετασχηματισμών. Η μακροοικονομική σταθερότητα θα πρέπει να διατηρηθεί μέσω της τήρησης των δημοσιονομικών κανόνων, με παράλληλη χρήση της πλήρους ευελιξίας που προσφέρουν, την αντιμετώπιση των ανισορροπιών και την ολοκλήρωση της Οικονομικής και Νομισματικής Ένωσης (ΟΝΕ) της Ευρώπης.
Περαιτέρω εκθέσεις
Η σύσταση σχετικά με την οικονομική πολιτική της ζώνης του ευρώ καλεί τα κράτη μέλη της ζώνης του ευρώ να λάβουν μέτρα για την επίτευξη βιώσιμης και χωρίς αποκλεισμούς ανάπτυξης, καθώς και για την τόνωση της ανταγωνιστικότητας. Ζητεί επίσης τη χάραξη διαφοροποιημένων δημοσιονομικών πολιτικών, καθώς και τον περαιτέρω συντονισμό τους στο πλαίσιο της Ευρωομάδας σε περίπτωση επιδείνωσης των προοπτικών. Η σύσταση ζητεί επίσης να επιτευχθεί μεγαλύτερη πρόοδος στην εμβάθυνση της ΟΝΕ, ιδίως μέσω της ολοκλήρωσης της Τραπεζικής Ένωσης και της Ένωσης Κεφαλαιαγορών, η οποία θα συμβάλει επίσης στην ενίσχυση του διεθνούς ρόλου του ευρώ. Οι δράσεις αυτές, από κοινού, θα συμβάλουν στην αντιμετώπιση των κοινών προκλήσεων για τη ζώνη του ευρώ στο σύνολό της.
Η έκθεση του μηχανισμού επαγρύπνησης, που αποτελεί μέσο ελέγχου για μακροοικονομικές ανισορροπίες, συνιστά να υποβληθούν 13 κράτη μέλη σε «εμπεριστατωμένη επισκόπηση» το 2020, με σκοπό τον εντοπισμό και την αξιολόγηση της σοβαρότητας πιθανών μακροοικονομικών ανισορροπιών. Τα κράτη μέλη πρέπει να συνεχίσουν να αντιμετωπίζουν τις μακροοικονομικές ανισορροπίες που τα πλήττουν, ώστε να προετοιμαστούν για μακροπρόθεσμες προκλήσεις και πιθανούς μελλοντικούς κλυδωνισμούς. Τα κράτη μέλη τα οποία θα αποτελέσουν αντικείμενο των εν λόγω επισκοπήσεων είναι η Βουλγαρία, η Κροατία, η Κύπρος, η Γαλλία, η Γερμανία, η Ελλάδα, η Ιρλανδία, η Ιταλία, οι Κάτω Χώρες, η Πορτογαλία, η Ρουμανία, η Ισπανία και η Σουηδία.
Η πρόταση κοινής έκθεσης για την απασχόληση αναλύει την κατάσταση της απασχόλησης και την κοινωνική κατάσταση στην Ευρώπη και επισημαίνει τους τομείς στους οποίους έχει σημειωθεί πρόοδος και τους τομείς στους οποίους πρέπει να καταβληθούν περισσότερες προσπάθειες. 241,5 εκατομμύρια άνθρωποι εργάζονται σήμερα, η ανεργία στην ΕΕ βρίσκεται σε ιστορικά χαμηλό επίπεδο (6,3 %) και οι συνθήκες της αγοράς εργασίας βελτιώνονται. Ωστόσο, η ανισότητα μεταξύ των φύλων εξακολουθεί να αποτελεί σημαντική πρόκληση, όπως και η μισθολογική ανισότητα· ορισμένες ομάδες, ιδίως τα παιδιά και τα άτομα με αναπηρία, εξακολουθούν να αντιμετωπίζουν υψηλό κίνδυνο φτώχειας ή κοινωνικού αποκλεισμού· και η ανεργία των νέων αποτελεί σοβαρό πρόβλημα σε ορισμένα κράτη μέλη.
Η έκθεση επιδόσεων της ενιαίας αγοράς αποσκοπεί στην αξιολόγηση των αποτελεσμάτων και των επιτευγμάτων της ενιαίας αγοράς. Η εν λόγω έκθεση ενσωματώνεται στον κύκλο του Εξαμήνου για πρώτη φορά, προκειμένου να τονιστεί η σημασία της εφαρμογής μεταρρυθμίσεων που διευκολύνουν την ομαλή λειτουργία της ενιαίας αγοράς. Η έκθεση δείχνει ότι οι αγορές αγαθών παρουσιάζουν υψηλό επίπεδο ολοκλήρωσης, ενώ οι αγορές υπηρεσιών παρουσιάζουν το υψηλότερο δυναμικό περαιτέρω ολοκλήρωσης. Επίσης, σημειώθηκε σημαντική πρόοδος όσον αφορά την ολοκλήρωση των αγορών ενέργειας, αν και πρέπει να βελτιωθούν το διασυνοριακό εμπόριο ενέργειας και ο ανταγωνισμός στις αγορές ενέργειας. Η διασφάλιση υψηλών προτύπων περιβαλλοντικής προστασίας και ασφάλειας προϊόντων αποτελεί σημαντικό στοιχείο των επιδόσεων της ενιαίας αγοράς που καλύπτει ευρύ φάσμα οικονομικών δραστηριοτήτων. Η αξιοποίηση του πλήρους δυναμικού της ενιαίας αγοράς εξαρτάται από την εφαρμογή διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων σε εθνικό επίπεδο, οι οποίες μπορούν να συμβάλουν στην καθιέρωση αποτελεσματικού ανταγωνισμού και στη βελτίωση του επιχειρηματικού περιβάλλοντος. Η αυξανόμενη ενσωμάτωση των ζητημάτων της ενιαίας αγοράς στο Εξάμηνο θα διευκολύνει την εφαρμογή των εν λόγω μεταρρυθμίσεων.
Η δεύτερη ετήσια έκθεση παρακολούθησης σχετικά με την εφαρμογή του Προγράμματος Στήριξης Διαρθρωτικών Μεταρρυθμίσεων για το 2018 δείχνει ότι το πρόγραμμα μπορεί να συμβάλει σημαντικά στις προσπάθειες των αρχών των κρατών μελών να εντοπίσουν και να αντιμετωπίσουν διαρθρωτικές αδυναμίες στον σχεδιασμό και την εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων. Το 2018 επελέγησαν για χρηματοδότηση από το πρόγραμμα 146 αιτήσεις από 24 κράτη μέλη. Από αυτές, το 93 % σχετίζεται άμεσα με τις στρατηγικές προτεραιότητες της ΕΕ σε τομείς όπως η βελτίωση της επιχειρησιακής ικανότητας και της αποτελεσματικότητας των δημόσιων διοικήσεων, ο εκσυγχρονισμός της διαχείρισης των δημόσιων οικονομικών, η μεταρρύθμιση των φορολογικών διοικήσεων και η ανάπτυξη της ψηφιακής οικονομίας.
Επόμενα βήματα
Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο καλείται να εγκρίνει τη στρατηγική για τη βιώσιμη ανάπτυξη που παρουσιάζεται σήμερα.
Τα κράτη μέλη θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τις προτεραιότητες που καθορίζει η Επιτροπή στη στρατηγική της για τη βιώσιμη ανάπτυξη στο πλαίσιο των εθνικών πολιτικών και στρατηγικών τους, όπως ορίζονται στα οικεία προγράμματα σταθερότητας ή σύγκλισης και στα εθνικά προγράμματα μεταρρυθμίσεων που θα υποβάλουν το επόμενο έτος. Σε αυτή τη βάση, η Επιτροπή θα προτείνει ειδικές ανά χώρα συστάσεις (ΣΑΧ) στο πλαίσιο της εαρινής δέσμης του Ευρωπαϊκού Εξαμήνου. Οι ΣΑΧ θα εγκριθούν από τα κράτη μέλη στο Συμβούλιο. Επομένως, τα κράτη μέλη φέρουν την τελική ευθύνη για το περιεχόμενο και την εφαρμογή τους.
Στις πολιτικές κατευθύνσεις της προέδρου κ. φον ντερ Λάιεν τονίζεται η σημασία του να ακούγεται πιο δυνατά η φωνή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου όσον αφορά την οικονομική διακυβέρνηση. Για τον σκοπό αυτό, η Επιτροπή προσβλέπει στην έναρξη εποικοδομητικού διαλόγου με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο σχετικά με το περιεχόμενο της εν λόγω δέσμης και κάθε επόμενο βήμα στον κύκλο του Ευρωπαϊκού Εξαμήνου.