Τα δύο τρίτα των θεσμικών επενδυτών επιθυμούν να διαθέσουν υψηλότερα κεφάλαια σε επενδύσεις που σχετίζονται με χαμηλές εκπομπές άνθρακα και με την προστασία του κλίματος, αλλά η έλλειψη πληροφοριών σχετικά με τα «κλιματικά πιστοποιητικά» των επιχειρήσεων, περιορίζει τη δυνατότητά τους να το κάνουν, σύμφωνα με έρευνα της HSBC.
Η παγκόσμια έρευνα που διενεργήθηκε σε περίπου 300 θεσμικούς επενδυτές και σχεδόν 300 επιχειρήσεις, κατέληξε ότι λιγότερο από το ένα τέταρτο των επιχειρήσεων δημοσιοποιούν το ενεργειακό τους αποτύπωμα, καθιστώντας το δύσκολο για τους αναλυτές και τους επενδυτές να αξιολογήσουν και να συγκρίνουν την πράσινη στρατηγική τους. Ακόμα λιγότερες επιχειρήσεις (13%) έχουν καταρτίσει στρατηγικές πράσινης ή βιώσιμης χρηματοδότησης.
Κατά συνέπεια, τα τρία τέταρτα των επενδυτών που σχεδιάζουν να πραγματοποιήσουν επενδύσεις χαμηλών εκπομπών άνθρακα ή «πράσινες» επενδύσεις αντιμετωπίζουν εμπόδια υπό τη μορφή της έλλειψης αξιόπιστων επενδυτικών ευκαιριών και της πρόσβασης σε ποιοτική έρευνα.
Πάντως, φαίνεται ότι υπάρχει η τάση να αλλάξει το συγκεκριμένο καθεστώς. Το ένα τέταρτο των επιχειρήσεων που δεν δημοσιοποιούν το περιβαλλοντικό τους αποτύπωμα, σχεδιάζουν να το κάνουν κατά το επόμενο έτος. Οι μισές επιχειρήσεις σκοπεύουν να δημοσιοποιήσουν στοιχεία σχετικά με τους περιβαλλοντικούς κινδύνους και από τις μισές επιχειρήσεις που υποστηρίζουν ότι διαθέτουν ήδη στρατηγικές για να μειώσουν ενεργά το περιβαλλοντικό τους αποτύπωμα, 34% σκοπεύουν να τις δημοσιοποιήσουν τους επόμενους 12 μήνες.
Μεγαλύτερη πίεση από τους επενδυτές, νέοι κανονισμοί και κίνητρα, όπως φοροαπαλλαγές για πράσινη χρηματοδότηση θεωρούνται από τους ερωτηθέντες ως οι πιο πιθανοί παράγοντες να ενθαρρύνουν τη δημοσιοποίηση περιβαλλοντικών στοιχείων και την εισαγωγή των πράσινων στρατηγικών χρηματοδότησης.
O Andre Brandao, επικεφαλής του Climate Business Council της HSBC, δήλωσε: «Η συγκεκριμένη έρευνα δείχνει ότι υπάρχει μια σημαντική δεξαμενή διαθέσιμων κεφαλαίων για επιχειρήσεις με ισχυρά πράσινα διαπιστευτήρια, αλλά η απουσία πρόθεσης δημοσιοποίησής τους, καθώς και η έλλειψη πρόσβασης των επενδυτών σε αξιόπιστες έρευνες αποτελούν τροχοπέδη για τις επενδύσεις.
Ο τραπεζικός κλάδος θα πρέπει να κάνει μια ισχυρή, από κοινού προσπάθεια με τη σύμπραξη των ρυθμιστικών αρχών, ώστε να υπερκεραστούν τα συγκεκριμένα εμπόδια. Αυτό σημαίνει ένα τυποποιημένο πλαίσιο δημοσιοποίησης κλιματικών στοιχείων και ανοιχτή συζήτηση για τα «πράσινα» κίνητρα για επιχειρήσεις και επενδυτές. Σημαντική πρόοδος έχει συντελεστεί και η πορεία της αλλαγής είναι ενθαρρυντική, αλλά θα πρέπει να γίνουν περισσότερα πράγματα για να ξεκλειδώσει αυτή η αγορά. Δεν έχουμε την πολυτέλεια να αποτύχουμε.»