Σχεδόν τα τρία τέταρτα (72%) των επιχειρήσεων μεγάλης και μεσαίας κεφαλαιοποίησης παγκοσμίως δεν αναγνωρίζουν τους οικονομικούς κινδύνους της κλιματικής αλλαγής στις ετήσιες οικονομικές εκθέσεις τους, σύμφωνα με την Έρευνα για τις Εκθέσεις Εταιρικής Υπευθυνότητας 2017 της KPMG που δημοσιεύτηκε σήμερα. Μεταξύ της μειοψηφίας που αναγνωρίζει τους κινδύνους που ενέχει η κλιματική αλλαγή, λιγότερες από μία στις είκοσι επιχειρήσεις (4%) παρέχουν αναλύσεις στους επενδυτές σχετικά με την επιχειρηματική αξία που διακυβεύεται.
Η έρευνα της KPMG βασίστηκε στη μελέτη των ετήσιων οικονομικών εκθέσεων και εκθέσεων εταιρικής υπευθυνότητας ενός συνόλου 4 900 εταιρειών που αποτελείται από τις 100 κορυφαίες εταιρείες από άποψη εσόδων σε 49 χώρες.
Σε μόλις 5 χώρες παγκοσμίως οι οικονομικές εκθέσεις της πλειοψηφίας των 100 κορυφαίων εταιρειών τους περιλάμβαναν αναφορά στους οικονομικούς κινδύνους της κλιματικής αλλαγής. Οι χώρες αυτές είναι οι: Ταϊβάν (88%), Γαλλία (76%), Νότια Αφρική (61%), ΗΠΑ (53%) και Καναδάς (52%). Στις περισσότερες περιπτώσεις, στις χώρες αυτές η γνωστοποίηση των σχετικών κινδύνων είτε επιβάλλεται είτε ενθαρρύνεται από τις κρατικές, τις χρηματιστηριακές ή τις οικονομικές ρυθμιστικές αρχές.
Σε επίπεδο κλάδου, τα υψηλότερα ποσοστά αναγνώρισης των κινδύνων που σχετίζονται με το κλίμα απαντώνται στους τομείς της Δασοκομίας και Χαρτιού (44%), Χημικών (43%), Εξόρυξης (40%) και Πετρελαίου και Φυσικού Αερίου (39%). Ακολουθούν ο κλάδος της Αυτοκινητοβιομηχανίας (39%) και οι Επιχειρήσεις Κοινής Ωφέλειας (38%). Η Υγεία (14%), οι Μεταφορές και η Αναψυχή (20%) και το Λιανικό Εμπόριο (23%), είναι οι κλάδοι με την μικρότερη πιθανότητα αναγνώρισης του κλιματικού κινδύνου.
Εξετάζοντας πιο συγκεκριμένα τις 250 μεγαλύτερες εταιρείες του κόσμου (G250), η δημόσια αναγνώριση του οικονομικού κινδύνου που σχετίζεται με το κλίμα εκ μέρους είναι πιο συχνή, σίγουρα όμως όχι ακόμα καθολική. Στην κορυφή βρίσκονται πολυεθνικές με έδρα στη Γαλλία, με το 90% αυτών να αναγνωρίζουν τον κλιματικό κίνδυνο, ενώ τις ακολουθούν μεγάλες εταιρείες με έδρα στη Γερμανία (61%) και το ΗΒ (60%).
Περίπου τα δύο τρίτα των G250 στους κλάδους του Λιανικού Εμπορίου (67%) και του Πετρελαίου και Φυσικού Αερίου (65%) αναγνωρίζουν τον κίνδυνο, με μόλις το ένα τρίτο (36%) τον μεγάλων εταιρειών Χρηματοπιστωτικών Υπηρεσιών να τις μιμούνται. Η έρευνα ωστόσο αποκάλυψε ότι μόλις έξι εταιρείες μεταξύ των G250 έχουν φροντίσει να ενημερώσουν τους επενδυτές για τον ενδεχόμενο οικονομικό αντίκτυπο του κλιματικού κινδύνου μέσω ποσοτικού προσδιορισμού ή διαμόρφωσης σεναρίων.
Ο Γιώργος Ραουνάς, γενικός διευθυντής, Επικεφαλής της Επιχειρηματικής Διακυβέρνησης της KPMG στην Ελλάδα, δήλωσε σχετικά « Η Ελλάδα βρίσκεται ανάμεσα στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης που εμφάνισαν αύξηση (κατά 8 ποσοστιαίες μονάδες) στον αριθμό των εταιρειών που δημοσιεύουν μη χρηματοοικονομικά στοιχεία (Ν100). Το νέο νομοθετικό πλαίσιο εκτιμάται ότι έχει συμβάλει στην αύξηση αυτή, από 46% το 2015 σε 54% το 2017. Εντούτοις παραμένουμε κάτω από τον αντίστοιχο παγκόσμιο μέσο όρο του 72%, γεγονός που θα πρέπει να προβληματίσει τις ελληνικές επιχειρήσεις και να αποτελέσει έναυσμα για την περαιτέρω επέκταση της δημοσίευσης μη χρηματοοικονομικών στοιχείων, αποσκοπώντας στην αύξηση της ανταγωνιστικότητάς τους.»