Οι επιχειρηματικές συνθήκες του μεταποιητικού τομέα στην Ελλάδα εξακολούθησαν να βελτιώνονται κατά τη διάρκεια του τελευταίου μήνα του 2017, και στον μεγαλύτερο βαθμό σε διάστημα εννιάμισι ετών, σύμφωνα με την Markit.
Η ανάπτυξη ήταν αποτέλεσμα της περαιτέρω σημαντικής αύξησης των νέων παραγγελιών, τόσο από την εγχώρια αγορά όσο και από τις αγορές του εξωτερικού. Ανταποκρινόμενες σε αυτά τα δεδομένα, οι εταιρείες αύξησαν την αγοραστική τους δραστηριότητα και τον αριθμό των εργαζομένων, γεγονός το οποίο συνέβαλε στη δεύτερη εντονότερη αύξηση της παραγωγής που έχει καταγραφεί από τον Αύγουστο του 2008. Εν τω μεταξύ, η επιχειρηματική εμπιστοσύνη κατέγραψε υψηλό πεντέμισι ετών. Ως προς τις τιμές, οι μέσες τιμές πώλησης υποχώρησαν σε μεγαλύτερο βαθμό σε σχέση με τον Νοέμβριο παρά τον αμετάβλητο, σε γενικές γραμμές, ρυθμό αύξησης των τιμών εισροών.
Ο εποχικά προσαρμοσμένος Δείκτης Υπευθύνων Προμηθειών της IHS Markit για τον τομέα μεταποίησης στην Ελλάδα (Purchasing Managers’ Index – PMI) –ένας σύνθετος δείκτης που έχει σχεδιαστεί για να μετρά την απόδοση της μεταποιητικής οικονομίας– έκλεισε πάνω από το σημείο μηδενικής μεταβολής των 50.0 μονάδων τον Δεκέμβριο. Επιπλέον, κλείνοντας 53.1 μονάδες, τιμή υψηλότερη από τις 52.2 μονάδες του Νοεμβρίου, ο δείκτης υπέδειξε την εντονότερη βελτίωση των επιχειρησιακών συνθηκών που έχει καταγραφεί από τον Ιούνιο του 2008. Η αύξηση επέκτεινε την τρέχουσα περίοδο συνολικής ανάπτυξης σε επτά μήνες, τη μεγαλύτερη που έχει καταγραφεί από το 2008. Οι παραγωγοί καταναλωτικών αγαθών παρέμειναν στην υψηλότερη θέση της κατάταξης των κλάδων με τις καλύτερες επιδόσεις κατά τη διάρκεια του μήνα.
Η εντονότερη αύξηση των νέων παραγγελιών σε διάστημα εννιάμισι ετών υποστήριξε τη συνολική ανάπτυξη, η οποία με τη σειρά της ήταν αποτέλεσμα της έντονης ζήτησης των πελατών τόσο από τις εγχώριες αγορές όσο και από τις αγορές του εξωτερικού. Πράγματι, οι νέες παραγγελίες εξαγωγών αυξήθηκαν στον υψηλότερο βαθμό που έχει σημειωθεί από τον Απρίλιο του 2008.
Με βάση τα υψηλότερα επίπεδα νέων παραγγελιών, οι εταιρείες προσέλαβαν επιπλέον εργαζομένους για όγδοη φορά σε ισάριθμους μήνες, κατά τη διάρκεια του Δεκεμβρίου. Το γεγονός αυτό συνέβαλε, με τη σειρά του, στη μείωση του όγκου των αδιεκπεραίωτων εργασιών, συνεχίζοντας, ως εκ τούτου, την τάση που παρατηρείται από τον Ιούλιο του 2008. Επιπρόσθετα, ο ρυθμός μείωσης των αποθεμάτων επιταχύνθηκε σε σύγκριση με τον προηγούμενο μήνα.
Οι εταιρείες αύξησαν επίσης την αγοραστική τους δραστηριότητα κατά την τελευταία περίοδο της έρευνας. Πράγματι, ο ρυθμός αύξησης ήταν ο σημαντικότερος που έχει καταγραφεί σε διάστημα μεγαλύτερο των δέκα ετών. Παρά το γεγονός αυτό, οι κατασκευαστές ανέφεραν περαιτέρω υποχώρηση των αποθεμάτων προμηθειών. Ωστόσο, ο ρυθμός μείωσης ήταν ο λιγότερο σημαντικός που έχει καταγραφεί κατά την τρέχουσα περίοδο των περίπου δέκα ετών που καταγράφεται μείωση.
Οι έντονες συνθήκες ζήτησης σε συνδυασμό με το αυξημένο παραγωγικό δυναμικό οδήγησαν σε περαιτέρω αύξηση της παραγωγής κατά τη διάρκεια του μήνα. Πράγματι, ακολουθώντας παρόμοια τάση με εκείνη των νέων παραγγελιών, ο ρυθμός ανάπτυξης ήταν ο δεύτερος ταχύτερος που έχει καταγραφεί από τον Αύγουστο του 2008. Εντούτοις, οι εταιρείες εξακολούθησαν να μειώνουν τα αποθέματα ετοίμων προϊόντων.
Η έντονη ζήτηση των πελατών δεν κατάφερε να τονώσει τις μέσες τιμές πώλησης. Πράγματι, ο ρυθμός μείωσης επιταχύνθηκε από τον Νοέμβριο, παρά την, σε γενικές γραμμές, αμετάβλητη αύξηση των τιμών εισροών που υπέδειξαν συρρίκνωση των μικτών περιθωρίων κέρδους.
Τέλος, η επιχειρηματική εμπιστοσύνη βελτιώθηκε και ανήλθε στο υψηλότερο επίπεδο που έχει καταγραφεί από την αρχή συλλογής των συγκεκριμένων στοιχείων, τον Ιούλιο του 2012. Τα υψηλότερα επίπεδα επενδύσεων αναφέρθηκαν ως ένας από τους παράγοντες που αναμένεται να ενισχύσουν την ανάπτυξη.
Ο Alex Gill, οικονομολόγος της IHS Markit, ο οποίος καταρτίζει την έρευνα του ελληνικού Δείκτη Υπευθύνων Προμηθειών PMI είπε: «Ο μεταποιητικός τομέας της Ελλάδας έκλεισε σε θετικά επίπεδα το 2017, καθώς οι επιχειρησιακές συνθήκες βελτιώθηκαν στον μεγαλύτερο βαθμό που έχει καταγραφεί σε διάστημα εννιάμισι ετών. Οι έντονες αυξήσεις των νέων παραγγελιών, τόσο από τις εγχώριες αγορές όσο και από τις αγορές του εξωτερικού, συνέχισαν να συμβάλλουν στην ανάκαμψη, η οποία, με τη σειρά της, συνέβαλε σε έναν περαιτέρω γύρο δημιουργίας θέσεων εργασίας και στη δεύτερη εντονότερη αύξηση της παραγωγής που έχει καταγραφεί από τον Αύγουστο του 2008.
»Τα δεδομένα ενισχύουν τις ελπίδες ότι η ελληνική οικονομία έχει αλλάξει πορεία και βρίσκεται πλέον σε τροχιά ανάκαμψης. Πράγματι, με την επιχειρηματική αισιοδοξία να βρίσκεται σε υψηλά επίπεδα-ρεκόρ, οι δαπάνες επένδυσης (απαραίτητη προϋπόθεση για μακροχρόνια ανάκαμψη) φαίνεται ότι θα αυξηθούν και θα ενισχύουν την ανάπτυξη, τουλάχιστον βραχυπρόθεσμα. Ωστόσο, τα προβλήματα σχετικά με το χρέος της χώρας παραμένουν αμετάβλητα, γεγονός που είναι προφανώς περιοριστικό για τα τελευταία στοιχεία».