«Κι εφέτος όση ανάπτυξη έλθει στον όμιλο, θα έλθει από το εξωτερικό. Η ελληνική αγορά συνεχίζει να πιέζεται», τονίζει ο πρόεδρος του ομίλου Τυράς κ. Δημήτρης Σαpάντης.
Πέρυσι ο όμιλος – από τους κορυφαίους γαλακτοκομικούς ομίλους της ελληνικής αγοράς – κατόρθωσε να βελτιώσει όλα τα οικονομικά του μεγέθη, από τις πωλήσεις ως και την καθαρή κερδοφορία του, μόνο που αυτή η ανάπτυξη προήλθε από τις ξένες αγορές. Πράγματι οι πωλήσεις εξωτερικού – συνυπολογίζονται οι εξαγωγές από την Ελλάδα και οι πωλήσεις των παραγωγικών μονάδων της Ρουμανίας και της Βουλγαρίας – στη διάρκεια του 2017 αυξήθηκαν κατά 25% και ανήλθαν περί τα 146 εκατ. ευρώ. Εφέτος αναμένεται νέα αύξηση - προβλέπεται ότι θα πλησιάσουν τα 180 εκατ. ευρώ. Αυτή η αύξηση εκτιμάται ότι θα είναι και η συνολική ανάπτυξη του ομίλου στη διάρκεια του 2018. Οι συνολικές του πωλήσεις, σύμφωνα με τον κ. Σαράντη, με βάση τις συμφωνίες που ο όμιλος έχει συνάψει προβλέπεται εφέτος να ανέλθουν στα 330 – 340 εκατ. ευρώ, θα αυξηθούν δηλαδή περί το 10%. Το πιο ενδιαφέρον στοιχείο όμως στην προκειμένη περίπτωση είναι το γεγονός ότι το περίπου 50% των πωλήσεων του ο όμιλος Τυράς το πραγματοποιεί στις ξένες αγορές.
Πρόκειται ίσως ως αναγκαστική επιλογή, δεδομένου ότι η εσωτερική αγορά πιέζεται σημαντικά – το μεγαλύτερο ίσως τμήμα των καταναλωτών, δεδομένης της συρρίκνωσης των εισοδημάτων του, αναζητά μονίμως προιόντα που βρίσκονται σε προσφορά. Τούτο πρακτικά σημαίνει ότι η μείωση της τιμής – δηλαδή η προσφορά – των προιόντων, στην προκειμένη περίπτωση των τυροκομικών, πιέζει «προς τα κάτω» τις τιμές όλων των συντελεστών της παραγωγικής διαδικασίας. Είναι χαρακτηριστική η περίπτωση των κτηνοτρόφων που προμηθεύουν την πρώτη ύλη – η τιμή παραγωγού του πρόβειου γάλακτος κινείται σε επίπεδα χαμηλότερα των 90 λεπτών το κιλό κι όπως λένε πηγές της αγοράς, αν η πίεση στη λιανική συνεχιστεί τότε δεν αποκλείεται η τιμή να πέσει και κάτω από τα 85 λεπτά το κιλό.
Ειδικότερα στη διάρκεια του 2017 οι πωλήσεις του ομίλου Τυράς, των αδελφών Δημήτρη και Μιχάλη Σαράντη, που περιλαμβάνει πέντε παραγωγικές μονάδες, τρείς στην Ελλάδα (την Τυράς στα Τρίκαλα, τον Ολυμπο στη Λάρισα και την Ροδόπη), μία στη Βουλγαρία και μία στη Ρουμανία, είχε πωλήσεις ύψους 312 εκατ. ευρώ, σημειώνοντας αύξηση κατά 10% έναντι του 2016. Οι πωλήσεις εξωτερικού ανήλθαν στα 146 εκατ. ευρώ, σημειώνοντας αύξηση κατά 25% έναντι του 2016 και αντιστοιχούν στο 45% των συνολικών πωλήσεων του ομίλου. Το ebitda πέρυσι διαμορφώθηκε στα 50 εκατ. ευρώ, έναντι 34 εκατ. ευρώ το 2016 και τα καθαρά κέρδη από 7,3 εκατ. ευρώ ανήλθαν στα 22,7 εκατ. ευρώ. Αξίζει να σημειωθεί ότι λόγω των καλών επιδόσεων της κερδοφορίας, η διοίκηση του ομίλου αποφάσισε για πρώτη φορά να διανείμει στους εργαζομένους του περί τα 1,5 εκατ. ευρώ – το 90% των εργαζομένων θα πάρει ως bonus ένα μισθό και το 50% αυτού θα πάρει και δεύτερο μισθό.
Ενδεικτικό στοιχείο της πίεσης που ασκεί στην εσωτερική αγορά η μείωση της καταναλωτικής ζήτησης είναι το γεγονός ότι η ετήσια εγχώρια κατανάλωση φέτας – του πιο δημοφιλούς τυροκομικού προιόντος στην ελληνική αγορά - από 90.000 τόνους που ήταν πριν από λίγα χρόνια έχει μειωθεί πλέον στους περίπου 60.000 τόνους και οι εξαγωγές από το 25% της συνολικής παραγωγής που ήταν, έχουν ανέλθει στο 50% - έτσι από τους 120.000 τόνους φέτας που παράγονται ετησίως εξάγονται οι 60.000 τόνοι. Ο όμιλος Τυράς είναι ο μεγαλύτερος συλλέκτης αιγοπρόβειου γάλακτος στην ελληνική αγορά – πέρυσι συνέλεξε 50.000 τόνους – και θεωρείται ως ο «μεγαλύτερος τυροκόμος», παρήγαγε 25.000 τόνους τυροκομικών προιόντων, εκ των οποίων 10.000 τόνους φέτας. Επίσης αξίζει να σημειωθεί ότι η εταιρεία Ελληνικά Γαλακτοκομεία ΑΕ, στην οποία συγκεντρώνεται η εγχώρια παραγωγική δραστηριότητα του ομίλου, το 2017 είχε πωλήσεις ύψους 210 εκατ. ευρώ και εξαγωγές ύψους 48 εκατ. ευρώ.
Ωστόσο ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει το γεγονός ότι πέρυσι ο όμιλος των αδελφών Σαράντη επένδυσε περί τα 25 εκατ. ευρώ – στο διάστημα της τελευταίας τριετίας έχει επενδύσει συνολικά 75 εκατ. ευρώ. Εφέτος όπως ανέφερε ο πρόεδρος του ομίλου πρόκειται να επενδύσει άλλα 25 εκατ. ευρώ και με τον ίδιο ρυθμό θα συνεχίσει και το 2019. Συνολικά στην πενταετία σκοπεύει να επενδύσει συνολικά 125 εκατ. ευρώ.