Της Δήμητρας Μανιφάβα
Μια ακόμη αντίφαση της ελληνικής κοινωνίας αναδεικνύει η φετική παγκόσμια έρευνα για την επιχειρηματικότητα που πραγματοποιεί σε 38 χώρες -μεταξύ αυτών και στην Ελλάδα- η Amway, μία από τις κορυφαίες εταιρείες απευθείας πωλήσεων στον κόσμο. Σύμφωνα, λοιπόν, με την έρευνα το 69% των Ελλήνων ερωτηθέντων θεωρεί ότι η επιχειρηματικότητα διδάσκεται και μόνο το 30% ότι ο επιχειρηματίας γεννιέται. Την ίδια ώρα, ωστόσο, το 70% δηλώνει δυσαρέσκεια απέναντι στις υπάρχουσες εναλλακτικές επιχειρηματικής εκπαίδευσης που παρέχονται από σχολές, πανεπιστήμια και κυβερνητικά προγράμματα. Επιπλέον, ένας στους δύο Έλληνες θεωρούν ανεπαρκείς τις εκπαιδευτικές προτάσεις επιχειρηματικότητας.
Η έρευνα πραγματοποιήθηκε από την εταιρεία Gfk SE σε συνεργασία με το πανεπιστήμιο LMU (Ludwig Maximilians University) Enterpeneurship Center στο Μόναχο για λογαριασμό της Amway Europe. Η έρευνα πραγματοποιήθηκε στο διάστημα Ιουλίου-Απριλίου 2014 σε δείγμα 22.767 ατόμων.
Οι Έλληνες, πάντως, παρά τη διαδεδομένη αντίληψη περί “ενοχοποίησης της επιχειρηματικότητας” διάκεινται θετικά απέναντι στην αυτοπασχόληση, σε ποσοστό 70%, κοντά στον παγκόσμιο μέσο όρο που είναι 75% και τον κοινοτικό μέσο όροι που είναι 73%. Πιο θετικοί απέναντι στην επιχειρηματικότητα είναι οι Σουηδοί (94%) και ακολουθούν οι Μεξικάνοι και οι Νορβηγοί (ποσοστό 93% και στις δυο χώρες). Στις τρεις τελευταίες θέσεις από την άλλη βρίσκονται η Αυστρία (60% των ερωτηθέντων είναι θετικοί έναντι της επιχειρηματικότητας), η Γερμανία (56%) και η Σλοβακία (55%).
Οι νέοι κάτω των 35 εμφανίζονται πιο θετικοί απέναντι στην επιχειρηματικότητα (77%) σε σχέση με μεγαλύτερες ηλικίες (35-49, εκεί το ποσοστό είναι 66%) και άνω των 50 (62%). Οι άνδρες είναι πιο θετικοί (51%) έναντι των γυναικών (47%) στην ιδέα της επιχειρηματικότητας.
Η επιχειρηματική προοπτική, δηλαδή το να φαντασθεί ο Έλληνας ότι θα φτιάξει τη δική του επιχείρηση, είναι πολύ υψηλή. Συγκεκριμένα το 49% των Ελλήνων μπορεί να φαντασθεί την έναρξη της δικής του επιχείρησης, ενώ ο παγκόσμιος μέσος όρος είναι 42% και ο κοινοτικός μέσος όρος 38%. Η υψηλή επιχειρηματική προοπτική στην Ελλάδα, πάντως, συνδέεται, όπως σημείωσε ο κ. Μάκης Θεοδώρου από την GfK, παρουσιάζοντας τα βασικά συμπεράσματα της έρευνας, και με την τρέχουσα οικονομική συγκυρία. Με άλλα λόγια, η έναρξη επιχειρηματικής δράσης αποτελεί για πολλούς διέξοδος από την ανεργία.
Βασικό κίνητρο για την έναρξη μιας επιχείρησης είναι για τους Έλληνες η επιθυμία να είναι “αφεντικά του εαυτού τους”. Το ποσοστό στην Ελλάδα είναι 54%, ενώ ο παγκόσμιος μέσος όρος είναι 46%. Το 40% θεωρεί ως κίνητρο την αυτοεκπλήρωση και τη δυνατότητα πραγματοποίησης των δικών του ιδεών. Το 38% έχει ως κίνητρο την επιστροφή στην αγορά εργασίας, το 36% βλέπει την επιχειρηματικότητα ως δυνατότητα εναλλακτικής πηγής εισοδήματος, ενώ το 28% πιστεύει ότι υπάρχει μεγαλύτερη συμβατότητα μεταξύ της επιχειρηματικότητας και της καριέρας, της οικογένειας και του ελεύθερου χρόνου.
Το 49% θεωρεί ως βασικό παράγοντα για την ενθάρρυνση της επιχειρηματικότητας την εκμάθηση βασικών επιχειρηματικών δεξιοτήτων.
“Η εκπαίδευση στην επιχειρηματικότητα είναι βασική προϋπόθεση για την παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας για την οποία όλοι μιλάνε”, τόνισε ο κ. Γιάννης Καλογήρου, καθηγητής του ΕΜΠ και παράλληλα στέλεχος του Εργαστηρίου Βιομηχανικής και Ενεργειακής Οικονομίας του ΕΜΠ και επιστημονικός υπεύθυνος του ΜοΚΕ ΕΜΠ. Επεσήμανε δε ότι σε αντίθεση με το παρελθόν η Ελλάδα έχει να αντιμετωπίσει έναν διεθνή ανταγωνισμό, όπως αυτός διαμορφώνεται από χώρες όπως η Κίνα, η Ινδία ή ακόμη και το Βιετνάμ. “Οι επιχειρήσεις που φρόντισαν να συνεχίσουν την κατάρτιση του προσωπικού, δεν αμέλησαν την άνοδο του τεχνολογικού επιπέδου και την καινοτομική επίδοση είναι αυτές που άντεξαν μέσα στην κρίση. Η έμφαση αποκλειστικά στο μοναδιαίο κόστος εργασίας δεν είναι πάντα η καλύτερη λύση, ειδικά όταν θέλουμε διαρθρωτική ανταγωνιστικότητα”, πρόσθεσε.
Σύμφωνα με τον ίδιο τα επιχειρηματικά υποκείμενα που λείπουν από την Ελλάδα είναι πρώτον, καινοτόμες, εντάσεως γνώσης επιχειρήσεις και δεύτερον η τεχνολογική αναβάθμιση υφιστάμενων επιχειρήσεων. Σε ό,τι αφορά το πρώτο, ο κ. Καλογήρου τόνισε ότι υπάρχουν, αλλά δεν είναι κρίσιμη η μάζα τους, ενώ σε ό,τι αφορά το δεύτερο, η έλλειψη ρευστότητας προκαλεί προβλήματα.