Οριακή αύξηση των πωλήσεων και παγίωση του οικονομικού κλίματος στο λιανεμπόριο καταγράφει η 5η κυλιόμενη 6μηνιαία Έρευνα Τάσεων στο Λιανεμπόριο FMCG του Ινστιτούτου Έρευνας Λιανεμπορίου Καταναλωτικών Αγαθών (ΙΕΛΚΑ).
Η έρευνα διεξήχθη τον 20 Ιουνίου έως 1 Ιουλίου 2018 με τη χρήση δομημένου ερωτηματολογίου και δείγμα 155 ανώτερα και ανώτατα Στελέχη Επιχειρήσεων (Λιανεμπόριο-Αλυσίδες σουπερμάρκετ και Προμηθευτές FMCG) από τη Γενική Διεύθυνση και τα τμήματα Marketing, Πωλήσεων. Αγορών, Οικονομικών, Πληροφορική κλπ.
Τα αποτελέσματα καταγράφουν τις προσδοκίες των στελεχών για το Β’ εξάμηνο 2018 οι οποίες συνοψίζονται σε:
- Οριακή αύξηση των πωλήσεων
- Παγίωση του οικονομικού κλίματος
Σε σχέση με τις προσδοκίες για τις πωλήσεις του κλάδου (βλ. σχήμα 1), για δεύτερη συνεχή φορά καταγράφεται έστω και οριακή πλειοψηφία η οποία εκτιμά ότι οι πωλήσεις θα κινηθούν αυξητικά σε ποσοστά 31%, έναντι 28% ότι θα υπάρξει μείωση και 40% ότι οι πωλήσεις θα μείνουν αμετάβλητες. Μεσοσταθμικά τα στελέχη που συμμετείχαν στην έρευνα εκτιμούν ότι θα καταγραφεί αύξηση της τάξης του 0,1% στις πωλήσεις το εξάμηνο Ιούλιος 2018-Δεκέμβριο 2018 σε σχέση με το ίδιο εξάμηνο του 2017. Βέβαια οι πωλήσεις στο λιανεμπόριο τροφίμων σχετίζονται άμεσα με την ψυχολογία των καταναλωτών και την ευρύτερη οικονομική και κοινωνική κατάσταση.
Η θετική τάση που καταγράφηκε στην αποτίμηση της εξέλιξης της οικονομικής κατάστασης της χώρας το προηγούμενο 6μηνο παγιοποιείται σε αυτή τη μέτρηση. Συγκεκριμένα, η πλειοψηφία σε ποσοστό 53% θεωρεί ότι η οικονομική κατάσταση παρέμεινε αμετάβλητη, το 31% ότι χειροτέρεψε και το 16% ότι βελτιώθηκε. Συγκριτικά με τις μετρήσεις του 2017 η οικονομική κατάσταση πρόκειται για σαφώς καλύτερο αποτέλεσμα, αλλά δεν καταγράφεται αυτή τη στιγμή δυναμική για περεταίρω βελτίωση.
Παρόλα αυτά είναι σημαντικό ότι για δεύτερη φορά καταγράφεται έστω και οριακή θετική τιμή στο συνολική δείκτη οικονομικού κλίματος (σχήμα 3), η οποία οφείλεται στην βελτίωση των οικονομικών συνθηκών της αγοράς, όσο και στις θετικές προσδοκίες των στελεχών για τις πωλήσεις και τις τιμές. Αυτό το αποτέλεσμα αποδίδεται στις προσδοκίες για ολοκλήρωση των αλλαγών στις πρόσφατες εξαγορές και συγχωνεύσεις και την έναρξη κεφαλαιοποίησης των επενδύσεων αυτών, αλλά και στην πρόσφατη ολοκλήρωση πρόσφατης συμφωνίας του Eurogroup.
Παρά την συγκρατημένη αισιοδοξία που καταγράφεται, τα προβλήματα συνεχίζουν να υπάρχουν.
Δυστυχώς και πάλι τα εξωγενή προβλήματα είναι στην πρώτη θέση. Συγκεκριμένα, και πάλι καταγράφεται ως βασικό πρόβλημα η αβεβαιότητα περιβάλλοντος (κοινωνικού-οικονομικού) κάτι που αποδίδεται τόσο στις εσωτερικές εξελίξεις στη χώρα, όσο και στις γενικότερες αλλαγές που διέρχεται ο συγκεκριμένος κλάδος διεθνώς, αλλά και στην Ελλάδα. Ο υψηλός ΦΠΑ ο οποίος στις προηγούμενες μετρήσεις καταγραφόταν ως το κύριο πρόβλημα εξακολουθεί να έχει σημασία με 51%. Αντίθετα το πρόβλημα των μειωμένων πωλήσεων παρουσιάζει ύφεση καθώς πέφτει στη 4η θέση με μείωση σε ένα χρόνο από 59% σε 40% που σχετίζεται με την αναμενόμενη σταθεροποίηση της ζήτησης. Η χαμηλή κερδοφορία παραμένει σημαντικό πρόβλημα και ενισχύεται μάλιστα (από 38% σε 43%) που σχετίζεται με την υψηλή τάση των προσφορών, την ακρίβεια του δανεισμού και τον υψηλό ανταγωνισμό. Την πεντάδα των κύριων προβλημάτων συμπληρώνουν οι αλλαγές στις καταναλωτικές συνήθειες (28%) που σχετίζονται με τις νέες κοινωνικές συνθήκες λόγω οικονομικής κρίσης, τα ανταγωνιστικά δίκτυα πωλήσεων, τις συνεχείς προσφορές, τα ψηφιακά μέσα κλπ.
Η έρευνα καταγράφει τις προτεραιότητες των επιχειρήσεων. Τα αποτελέσματα δείχνουν ότι η πλειοψηφία των στόχων του κλάδου έχουν να κάνουν με την καινοτομία και τις επενδύσεις. Συγκεκριμένα αν εξαιρέσουμε τις δύο πρώτες γενικές προτεραιότητες (αύξηση πωλήσεων και μείωση κόστους λειτουργίας), όλες οι υπόλοιπες προτεραιότητες αποτελούν περιοχές με σημαντικό επενδυτικό ενδιαφέρον και έχουν ανάγκη την καινοτομία όπως νέες υπηρεσίες και προϊόντα, καλύτερη εξυπηρέτηση πελατών, αναβάθμιση δικτύου και πολυκαναλική διάθεση προϊόντων, αξιοποίηση δεδομένων κλπ.
Η επόμενη έρευνα θα πραγματοποιηθεί τον Ιανουάριο 2019.