Το 2015 η αξία των συναλλαγών που αφορούν «ανεπιθύμητα» ευρωπαϊκά δάνεια αναμένεται να αγγίξει τα 100 δισ. ευρώ σύμφωνα με την PwC. Οι τράπεζες θα χρειαστούν 5 ακόμη χρόνια διαπραγματεύσεων και συναλλαγών για την οριστική αντιμετώπιση των μη βασικών και μη εξυπηρετούμενων δανείων. Η Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη και η Ιταλία αποτελούν αναδυόμενες αγορές για συναλλαγές μη εξυπηρετούμενων δανείων.
Σύμφωνα με την PwC, έξι χρόνια μετά την έναρξη της χρηματοπιστωτικής κρίσης, οι ευρωπαϊκές τράπεζες εξακολουθούν να κατέχουν περίπου 1,9 τρισ. ευρώ ανεπιθύμητων δανείων, ποσό που αντιστοιχεί στο 4% των συνολικών τραπεζικών περιουσιακών στοιχείων των τραπεζών στην Ευρώπη. Αναλυτικότερα, σύμφωνα με την έρευνα εκτιμάται ότι ο τραπεζικός κλάδος θα χρειαστεί πέντε ακόμη χρόνια για την οριστική επίλυση αυτού του προβλήματος.
Παρ' όλο που σχεδόν το μισό της συνολικής τους αξίας αφορά μη εξυπηρετούμενα δάνεια, το άλλο μισό αφορά κανονικά, εξυπηρετούμενα τραπεζικά δάνεια που είτε δεν σχετίζονται με τις βασικές δραστηριότητες των τραπεζών που τα κατέχουν είτε οι τράπεζες επιθυμούν να απαλλαγούν από αυτά γιατί δεν εξυπηρετούν πλέον την επιχειρηματική τους στρατηγική. Το 2014, οι τράπεζες πούλησαν δανειακά χαρτοφυλάκια ονομαστικής αξίας 91 δισ. ευρώ, μια αύξηση ύψους 40% σε σχέση με την προηγούμενη χρονιά. Σύμφωνα με τις προβλέψεις της PwC, η ονομαστική αξία των χαρτοφυλακίων που θα διατεθούν στην αγορά τη φετινή χρονιά αναμένεται να ανέλθει σε 100 δισ. ευρώ. Οι ιταλικές τράπεζες κατέχουν τα περισσότερα μη εξυπηρετούμενα δάνεια σε σχέση με οποιαδήποτε άλλη ευρωπαϊκή χώρα, με την αξία τους να υπολογίζεται από την PwC σε περίπου 185 δισ. ευρώ. Αυτό το ποσό αντιστοιχεί στο 15% περίπου των συνολικών μη εξυπηρετούμενων δανείων στην Ευρώπη.