Περαιτέρω ανάπτυξη εμφάνισαν στο πρώτο εξάμηνο φέτος, έναντι του αντίστοιχου περσινού διαστήματος, οι ελληνικές εξαγωγές φρούτων και λαχανικών προς τις αγορές της Ευρώπης, τόσο αυτές που ανήκουν στην Ευρωπαϊκή Ενωση, όσο και εκείνες που δεν είναι ενταγμένες, με την τάση μάλιστα να προοιωνίζεται θετική. Στον αντίποδα, φθίνουσα πορεία ακολούθησαν στο προαναφερόμενο διάστημα οι ελληνικές εξαγωγές φρούτων και λαχανικών σε αγορές εκτός της Γηραιάς Ηπείρου. Αυτά προκύπτουν από τα τελευταία στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Υπηρεσίας της Ελλάδας (ΕΛΣΤΑΤ), σε επεξεργασία από τον Σύνδεσμο Ελληνικών Επιχειρήσεων Εξαγωγής Διακίνησης Φρούτων- Λαχανικών- Χυμών.
Σύμφωνα με τον ειδικό σύμβουλο του συνδέσμου, Γιώργο Πολυχρονάκη, στο πρώτο εξάμηνο φέτος και έναντι του αντίστοιχου περσινού διαστήματος, οι ελληνικές εξαγωγές των νωπών φρούτων και λαχανικών σε αγορές της ΕΕ ανήλθαν σε 438,9 εκατ. ευρώ (+26,7%), σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες αυξήθηκαν κατά 5,4% στα 127,5 εκατ ευρώ και σε κράτη εκτός της Γηραιάς Ηπείρου μειώθηκαν κατά 5,5% στα 29,9 εκατ. ευρώ. Κατ΄ όγκο, οι ελληνικές εξαγωγές προς την ΕΕ ανήλθαν σε 654.025 τόνους (+17,4% έναντι του 2017) και προς Τρίτες χώρες σε 180.961 τόνους (-0,9%, σε σχέση με το πρώτο εξάμηνο του 2017).
Όπως διευκρίνισε ο κ. Πολυχρονάκης, η αύξηση που παρουσίασαν οι ελληνικές πωλήσεις φρούτων και λαχανικών στην Ε.Ε οφείλεται κυρίως στην πορεία που ακολούθησαν τα ακτινίδια, καθώς η αξία των εξαγωγών τους ήταν αυξημένη σε ποσοστό 87,8%, σε 65,25 εκατ. ευρώ. Οι εξαγωγές προς Γερμανία, Ρουμανία και Βουλγαρία, που αποτελούν τους πρώτους τρεις εξαγωγικούς προορισμούς της Ελλάδας, έτρεξαν με ρυθμό +32,5%, +20,6% και +13,9% αντίστοιχα και ανήλθαν συνολικά σε 89,3 εκατ. ευρώ, 60,5 εκατ. ευρώ, και 42,8 εκατ. ευρώ. Οι ελληνικές εξαγωγές φρούτων και λαχανικών προς το Ηνωμένο Βασίλειο, τον ένατο προορισμό των προϊόντων του κλάδου της χώρας μας, αυξήθηκαν κατά 27% και ανήλθαν σε 19,8 εκατ. ευρώ.
Θετική πορεία ακολούθησαν και οι ελληνικές εξαγωγές φρούτων και λαχανικών στις αγορές της Ευρώπης, που όμως δεν βρίσκονται υπό την ομπρέλα της ΕΕ, οι οποίες ανήλθαν σε 127,6 εκατ. ευρώ (+5,4%), αντιπροσωπεύοντας το 22,5% των συνολικών, όπως επισήμανε ο κ. Πολυχρονάκης. "Η αύξηση αυτή οφείλεται κυρίως στις ευρωπαϊκές χώρες- μη μέλη της ΕΕ, στις οποίες κατεγράφη αύξηση 9,2% έναντι του 2017, συνολικής αξίας 97,6 εκατ ευρώ" είπε ο ίδιος χαρακτηριστικά.
Στον τομέα των φρούτων, όπως διευκρίνισε ο κ. Πολυχρονάκης, "πρωτοστατούν σε αυξημένα τονάζ τα μανταρίνια (+54,8%), τα πορτοκάλια (+15%) και οι φράουλες (+5,3%) στο πρώτο εξάμηνο φέτος, έναντι του αντίστοιχου διαστήματος πέρυσι, με τα μήλα ωστόσο να σημειώνουν χαμηλές πτήσεις". Στα λαχανικά, αντίστοιχα πρωταγωνιστούν τα αγγούρια με 29,7% και η ντομάτα με 6,1% κατ΄ όγκο.
Σύμφωνα δε με τον κ. Πολυχρονάκη, "οι ενδείξεις από την εξαγωγή των θερινών φρούτων, βάσει προσωρινών στοιχείων του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, βαίνουν με ποσοστά αύξησης, που εκτιμάται ότι μέχρι την 31η Αυγούστου 2018, είναι της τάξης του +5% συνολικά, με τις προοπτικές μάλιστα να προοιωνίζονται θετικές".
Πάντως, ο κ. Πολυχρονάκης, σημείωσε ότι οι επιδόσεις των ελληνικών εξαγωγών φρούτων και λαχανικών θα "μπορούσαν να ήταν ακόμη καλύτερες, εάν δεν συνεχιζόταν η διακίνηση που γίνεται από Έλληνες και Βαλκάνιους εμπόρους, οι οποίοι και εξάγουν μεγάλες ποσότητες φρούτων και λαχανικών, κυρίως προς τις γειτονικές χώρες, ατυποποίητα και κατ' ευθείαν από τον αγρό". Συμπλήρωσε ότι "με την πρακτική τους αυτή θέτουν σε υψηλό κίνδυνο τη φήμη των ελληνικών φρούτων και λαχανικών". Τονίζεται ότι στο πρώτο εξάμηνο φέτος υπήρξε μείωση των εισαγωγών στη χώρα μας, κατά 5,9% σε όγκο και κατά 7,3% σε αξία.
Εν τω μεταξύ Πτώση κατά 5,53% παρουσίασαν οι ελληνικές εξαγωγές φρούτων και λαχανικών σε αγορές εκτός της Ευρώπης και διαμορφώθηκαν σε 29,9 εκατ. ευρώ. Σύμφωνα με τον κ. Πολυχρoνάκη, η εξέλιξη αυτή οφείλεται στη μικρότερη κατά 56,4% εξαγωγή μήλων σε τονάζ και 44,6% σε αξία, κυρίως προς την Αίγυπτο.
Στο πλαίσιο αυτό, ο κ. Πολυχρονάκης επανέλαβε ότι πάγια θέση του συνδέσμου αποτελεί "στις εμπορικές διαπραγματεύσεις με άλλα κράτη να προωθούνται κατά προτεραιότητα τα φυτοϋγειονομικά πρωτόκολλα, αλλά και να υπάρξει βελτίωση και αποκατάσταση της αρχής της κοινοτικής προτίμησης στα παραγόμενα φρούτα και λαχανικά (σύστημα τιμών εισόδου και προτιμησιακές συμφωνίες)".