Η ελληνική αγορά του Κλιματισμού χαρακτηρίζεται από την παρουσία αξιόλογου αριθμού εισαγωγικών εταιρειών, ενώ στον παραγωγικό τομέα του κλάδου δραστηριοποιούνται λίγες εταιρείες, σημειώνει η ICAP.
Μεταξύ αυτών, παρατηρούνται σημαντικές διαφοροποιήσεις, τόσο ως προς το μέγεθός τους, όσο και ως προς το βαθμό δραστηριοποίησής τους στον κλιματισμό. Αρκετές από τις εισαγωγικές επιχειρήσεις ασχολούνται παράλληλα με την εισαγωγή και εμπορία και άλλων ηλεκτρικών και ηλεκτρονικών οικιακών συσκευών.
Εντούτοις, στον κλάδο δραστηριοποιούνται και εταιρείες οι οποίες έχουν ως αποκλειστική δραστηριότητα την εισαγωγή και εμπορία κλιματιστικών μηχανημάτων. Αρκετές εισαγωγικές επιχειρήσεις αποτελούν θυγατρικές πολυεθνικών εταιρειών που δραστηριοποιούνται διεθνώς είτε στον τομέα του Κλιματισμού είτε στον ευρύτερο κλάδο των ηλεκτρικών, ηλεκτρονικών συσκευών και προϊόντων τεχνολογίας.
Οι πρόσφατες εξελίξεις του κλάδου επισημαίνονται στην τελευταία έκδοση της σχετικής κλαδικής μελέτης που εκπόνησε η Διεύθυνση Οικονομικών Μελετών της ICAP Group.
Οι κλιματιστικές μονάδες ανάλογα με την έκταση των χώρων που εξυπηρετούν μπορούν να διακριθούν στις εξής ευρύτερες κατηγορίες:
• Κλιματιστικές μονάδες δωματίου (split units και αντλίες θερμότητας)
• Ημικεντρικές μονάδες Κλιματισμού (διαιρούμενου τύπου ή αυτοτελείς μονάδες)
• Συστήματα Κεντρικού Κλιματισμού (ψύκτες, κεντρικές κλιματιστικές μονάδες, fan coils)
Βασικό στοιχείο που χαρακτηρίζει τη ζήτηση για τα προϊόντα κλιματισμού είναι η εποχικότητα. Το μεγαλύτερο μέρος των αγορών, ιδίως όσον αφορά στα κλιματιστικά που προορίζονται για κατοικίες, πραγματοποιείται τους θερινούς μήνες, η δε ζήτηση γνωρίζει ιδιαίτερη αύξηση κατά τις περιόδους καύσωνα. Το συγκεκριμένο γεγονός αποδίδεται και στο ότι η αγορά ενός κλιματιστικού συνήθως δεν προγραμματίζεται εκ των προτέρων, καθώς η συγκεκριμένη ανάγκη γίνεται εμφανής μόνο κατά τις περιόδους ζέστης, σε αντίθεση με άλλες ηλεκτρικές συσκευές «πρώτης ανάγκης», όπως πχ. το ψυγείο ή η κουζίνα.
Το γεγονός αυτό δημιουργεί ορισμένα προβλήματα στις επιχειρήσεις του κλάδου, καθώς πρέπει να ανταποκρίνονται στη ζήτηση άμεσα, γεγονός που εγκυμονεί τον κίνδυνο απώλειας κάποιων πωλήσεων, εάν δεν διαθέτουν απόθεμα κλιματιστικών.
Σύμφωνα με τον Νίκο Ταβουλάρη, Senior Consultant Οικονομικών Μελετών της ICAP Group, ο οποίος επιμελήθηκε της συγκεκριμένης μελέτης, η οικοδομική και γενικότερα η κατασκευαστική δραστηριότητα είναι ένας παράγοντας που επηρεάζει, ως ένα βαθμό και με κάποια χρονική υστέρηση, την εξέλιξη της ζήτησης των κλιματιστικών μηχανημάτων. Συγκεκριμένα, ο ακαθάριστος σχηματισμός παγίου κεφαλαίου εμφάνισε πολύ μεγάλη μείωση την περίοδο από το 2007 έως και το 2015 (με εξαίρεση το 2014), εμφανίζοντας σωρευτική μείωση κατά 72,6%. Εντούτοις, το 2016 και το 2017 εμφάνισε αυξητικές τάσεις (2016/15: +6,8% 2017/16: +12,8%). Θα πρέπει να τονιστεί ότι η συνολική εγχώρια παραγωγή κλιματιστικών μηχανημάτων έχει μειωθεί σε πολύ μεγάλο βαθμό τα τελευταία χρόνια. Χαρακτηριστικά αναφέρεται ότι σε σχέση με το 2008, η σωρευτική μείωση ανήλθε σε 90,2% το 2017.
Ο κος Ταβουλάρης επισημαίνει επίσης ότι η εγχώρια αγορά των κλιματιστικών μηχανημάτων (ψύκτες, κεντρικές κλιματιστικές μονάδες, fan coils, split units, ημικεντρικά συστήματα) παρουσίασε σημαντική μείωση των μεγεθών της την περίοδο 2008-2014 (μείωση 2014/08: -62,8%). Εντούτοις, από το 2015 και έπειτα εμφανίζει ανοδική πορεία (2015/14: +11,4%, 2016/15: +8,1%, 2017/16: +8,8%).