Γυρίζουν την πλάτη στους γιατρούς οι Έλληνες ασθενείς. Η απροθυμία τους να επισκεφτούν τους επαγγελματίες υγείας οφείλεται όχι μόνο στην οικονομική κρίση αλλά και σε ένα μεγάλο ποσοστό στην προβληματική επικοινωνία με τον θεράποντα ιατρό.
Έτσι για να γίνουν καλά προσεύχονται στο Θεό, συνομιλούν με άλλους ασθενείς που έχουν την ίδια πάθηση και κάνουν αναζήτηση στο διαδίκτυο για τα συμπτώματα τους.
Πάντως άκρως ανησυχητικό είναι το γεγονός ότι η οικονομική κρίση κρατά τους χρόνιους πάσχοντεςμακριά από το ιατρείο αφού αδυνατούν να πληρώσουν την επίσκεψη. Ενδεικτικό είναι ότι το 12% των πασχόντων θεωρεί ότι είναι θέλημα του Θεού εάν θα πάει καλά η υγεία και η θεραπεία του.
Τα παραπάνω στοιχεία προκύπτουν μεταξύ άλλων από την Πανελλαδική έρευνα με θέμα: «Επικοινωνία Γιατρού – Ασθενούς – Αλφαβητισμός στην Υγεία – Συμμετοχή των Ασθενών στη Λήψη Αποφάσεων» που πραγματοποιήθηκε από το Ινστιτούτο Επικοινωνίας και Αλφαβητισμού στην Υγεία στα ΜΜΕ (HIT), με την συμμετοχή 2.000 ασθενών στο πλαίσιο της δεύτερης φάσης της εκστρατείας ενημέρωσης του Med&Me.
Σύμφωνα με στοιχεία της έρευνας ένα ποσοστό που αγγίζει το 70,8% ακούει πολύ συχνά το γιατρό να μιλά με ιατρικούς όρους τους οποίους δεν καταλαβαίνει. Το 23,5% διστάζει μερικές φορές να μιλήσει στο γιατρό για τις συνήθειες και τον τρόπο ζωής του ενώ το 27,3% αποφεύγει να υποβάλλει ερωτήσεις στον γιατρό, επειδή θεωρεί ότι ο γιατρός βιάζεται.
Από την ίδια έρευνα προέκυψε πως το 46,2% θεωρεί ότι ο γιατρός δεν λαμβάνει υπόψη του, κατά τη συνταγογράφηση των φαρμάκων, την οικονομική κατάσταση του ασθενούς και το 30,6% ανατρέχει στο ίντερνετ, μετά το πέρας της επίσκεψής του στον γιατρό,
Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι το 21% αναζητεί ομάδες ασθενών προς ένταξη και επικοινωνία και μόλις το 67% γνωρίζει τι να κάνει σε περίπτωση επείγοντος περιστατικού.
Πάντως αίσθηση προκαλεί το στοιχείο ότι το 50,2% εγκαταλείπει κάποια στιγμή το γιατρό του.
Η επιστημονικά υπεύθυνη της έρευνας Δρ. Ε. Σίμου επισήμανε ότι: «ευελπιστεί να συμβάλει, ώστε να βελτιωθεί η επικοινωνία γιατρού- ασθενή που αποτελεί την ηθική βάση σχέσεων αλληλοσεβασμού, ποιότητας παρεχόμενων υπηρεσιών, αλλά και εξυγίανσης της ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης». Δήλωσε επίσης ότι «η εμπιστοσύνη στο γιατρό θα πρέπει να διαφυλαχθεί και ο σεβασμός, η αξιοπρέπεια και διαφάνεια στη φροντίδα του ασθενή να διασφαλιστούν».
Κατά τη διάρκεια της ομιλίας του ο Δρ. Γ. Μπουκοβίνας τόνισε ότι: «Η σχέση ογκολόγου – ασθενούς περνά μέσα από πολλά στάδια, είναι μία σχέση με πολλές συσχετίσεις, ψυχολογικές, κοινωνικές, αξιών και φιλοσοφίας, ιδιαιτεροτήτων και οικονομικών δεδομένων. Ο γιατρός στην ενημέρωση θα πρέπει να ακροβατεί ανάμεσα στη μη συντριβή του ασθενούς, αλλά και στη μη αποκοίμηση του. Η ενεργός συμμετοχή του ασθενούς στη λήψη αποφάσεων, σταθμίζοντας όλα τα δεδομένα και κινητοποιώντας δυνάμεις του που είναι χρόνια σε ύπνωση, είναι απαραίτητη στη σύγχρονη άσκηση της ογκολογίας, όπου η τελική έκβαση της αρρώστιας δεν είναι πάντα το ζητούμενο, αλλά προσμετρώνται και παράμετροι όπως ποιότητα ζωής, προτιμήσεις ασθενών, κλινικό όφελος, ολοκλήρωση κύκλου ζωής».
Η κ. Ζ. Γραμματόγλου δήλωσε επίσης ότι: «για να αλλάξει η σχέση γιατρού ασθενούς, χρειαζόμαστε επαγγελματίες υγείας με εν-συναίσθηση, εκπαιδευμένους στην επικοινωνία με τον ασθενή και την οικογένειά του, ικανούς να διαχειριστούν τα ζητήματα της διάγνωσης, της θεραπείας, της υποτροπής και του πιθανού θανάτου. Μπροστά τους όμως έχουν ανθρώπους και καμιά μελέτη δεν μπορεί να περιγράψει τον κάθε ξεχωριστό καρκινοπαθή. Γι’ αυτό και οι κατευθυντήριες οδηγίες -που τόσο θεοποιούνται στις μέρες μας- μπορεί να είναι η πυξίδα, όχι όμως και ο οδικός χάρτης στην άσκηση της ιατρικής. Αυτά τα προγράμματα εκπαίδευσης που θα έπρεπε να είναι το αλφαβητάρι της ιατρικής απουσιάζουν προκλητικά από την εκπαίδευση των επαγγελματιών υγείας».
O κ. Γ. Καλαμίτσης τόνισε στην ομιλία του ότι: «στην προσπάθεια μας να δημιουργήσουμε ένα αποδοτικότερο, δικαιότερο και χωρίς αποκλεισμούς σύστημα υγείας το οποίο παράλληλα θα περιορίζει την σπατάλη, την κακοδιαχείριση και την διαφθορά, αρχίζουμε και κάνουμε βήματα προς ένα πιο ασθενοκεντρικό μοντέλο. Προαπαιτούμενο αυτής της προσπάθειας οφείλει να είναι η αποκατάσταση της ασυμμετρίας που υπάρχει ανάμεσα στην σχέση γιατρού-ασθενούς. Ο ενημερωμένος ασθενής καθίσταται συνυπεύθυνος για τη λήψη ορθών αποφάσεων για την υγεία του».