Το προφίλ των νέων ερευνητών και επιστημόνων που συμμετέχουν σε δράσεις του Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Ταμείου και η συνεισφορά των δράσεων αυτών στην απόκτηση ακαδημαϊκής & ερευνητικής εμπειρίας και στη δημιουργία ενός σταθερού περιβάλλοντος στήριξης του ερευνητικού δυναμικού, παρουσιάζεται σε 4 νέες μελέτες του Εθνικού Κέντρου Τεκμηρίωσης (ΕΚΤ). Οι μελέτες αφορούν την αποτύπωση των ωφελούμενων και την αποτίμηση των δημόσιων χρηματοδοτικών παρεμβάσεων του Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Ταμείου για την ενίσχυση των νέων ερευνητών και ερευνητριών σε διάφορα στάδια της σταδιοδρομίας τους. Σύμφωνα με τα μέχρι σήμερα στοιχεία, στις δράσεις αυτές καταγράφονται περισσότερες από 4.500 συμμετοχές, που αντιστοιχούν σε 2.700 μοναδικούς ωφελούμενους.
Οι νέοι επιστήμονες που επωφελήθηκαν από τις δράσεις (υποψήφιοι διδάκτορες, μεταδιδάκτορες, νέοι ερευνητές και διδάκτορες που αποκτούν ακαδημαϊκή διδακτική εμπειρία) ανήκουν κυρίως στις ηλικιακές ομάδες 25-34 και 35-45 ετών. Σημαντική είναι η συμβολή των δράσεων στην αύξηση της απασχόλησης. Χαρακτηριστικά αναφέρεται ότι το 66,1% των υποψήφιων διδακτόρων και το 32,2% των νεών ερευνητών, που συμμετείχαν στις δράσεις, δεν είχαν άλλη παράλληλη απασχόληση το ίδιο διάστημα.
Η απόκτηση περαιτέρω δεξιοτήτων (ακαδημαϊκών, ερευνητικών, επαγγελματικών), η εφαρμογή καινοτόμων μεθόδων διδασκαλίας και η σύνδεση της έρευνας με την επιχειρηματικότητα είναι μερικά από τα οφέλη που καταγράφονται λόγω της συμμετοχής στις δράσεις. Θετικά είναι, επίσης, και τα πρώτα ευρήματα που αφορούν την αναχαίτιση του brain drain, καθώς το 39,4% όλων των ωφελούμενων που εξέταζαν το ενδεχόμενο εγκατάστασης στο εξωτερικό, δήλωσε ότι η συμμετοχή στις δράσεις τούς απέτρεψε από αυτή την προοπτική.
Οι επιστήμονες αυτοί αποτελούν το ανθρώπινο δυναμικό υψηλής εξειδίκευσης της χώρας, πάνω στο οποίο στηρίζεται η στρατηγική και ο σχεδιασμός για την παραγωγική ανασυγκρότηση της ελληνικής οικονομίας και η μετάβαση σε μια οικονομία έντασης γνώσης. Η ενίσχυση αυτού του πληθυσμού αποτέλεσε τον κύριο στόχο της δέσμης δημόσιων χρηματοδοτικών παρεμβάσεων, που σχεδιάστηκαν και υλοποιήθηκαν από την Ειδική Γραμματεία Διαχείρισης Τομεακών Επιχειρησιακών Προγραμμάτων του Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Ταμείου, για τη στήριξη του ερευνητικού δυναμικού της χώρας.
Σε αυτό το πλαίσιο, το Εθνικό Κέντρο Τεκμηρίωσης (ΕΚΤ) ανέλαβε και ανέπτυξε μηχανισμό συλλογής στοιχείων, μελέτης, ανάλυσης, συσχέτισης και παρουσίασης των ποσοτικών και ποιοτικών ευρημάτων, με στόχο την παρακολούθηση της υλοποίησης, καθώς και την αποτίμηση της αποτελεσματικότητας των χρηματοδοτικών παρεμβάσεων σε σχέση με τους στόχους που είχαν τεθεί.
Η παράλληλη παρακολούθηση της πορείας των επιμέρους κύκλων των Δράσεων κατά τον χρόνο υλοποίησής τους, λαμβάνοντας υπόψη τη γνώμη των ωφελούμενων, αποτέλεσε μία καινοτόμο πρακτική, καθώς επέτρεψε την παροχή έγκαιρης ενημέρωσης και την ανάληψη τροποποιητικών ή διορθωτικών κινήσεων από την Ειδική Γραμματεία, βελτιστοποιώντας την επίδραση και τον αντίκτυπο των συγκεκριμένων δημόσιων παρεμβάσεων.
Στη συνέχεια παρουσιάζονται ορισμένα από τα πλέον χαρακτηριστικά ευρήματα των μελετών του ΕΚΤ (http://metrics.ekt.gr), τις οποίες εκπόνησε στο πλαίσιο υλοποίησης της Πράξης "Αξιολόγηση δράσεων ΕΣΠΑ Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης" του Επιχειρησιακού Προγράμματος "Ανάπτυξη Ανθρώπινου Δυναμικού, Εκπαίδευση και Διά Βίου Μάθηση", με συγχρηματοδότηση από την Ελλάδα και την Ευρωπαϊκή Ένωση - Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο.
Δράση για την Απόκτηση ακαδημαϊκής διδακτικής εμπειρίας
Αναφορικά με τους δυο κύκλους της Δράσης "Απόκτηση ακαδημαϊκής διδακτικής εμπειρίας σε νέους επιστήμονες κατόχους διδακτορικού" (ακαδ. έτη 2016-2017 και 2017-2018), "χρηματοδοτήθηκαν" 3.106 θέσεις που αντιστοιχούν σε 1.997 διδάκτορες, στους οποίους έγινε ανάθεση αυτοδύναμης διδασκαλίας μαθημάτων στα ιδρύματα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Από αυτούς, το 15,6% δεν είχε παράλληλη απασχόληση κατά τη διάρκεια της Δράσης. Ως προς τα δημογραφικά τους χαρακτηριστικά, το 59,1% είναι άνδρες και το 40,9% γυναίκες, ενώ η πλειονότητα ήταν ηλικίας μεταξύ 35 και 44 ετών (61,9%).
Η συμβολή της Δράσης στο σύστημα ανώτατης εκπαίδευσης κρίθηκε ως σημαντική, αφού εισήχθησαν και εφαρμόστηκαν νέες, καινοτόμες μέθοδοι διδασκαλίας, ανανεώθηκε το διδάσκον ανθρώπινο δυναμικό, εντάχθηκε μεγάλος αριθμός νέων μαθημάτων, ενισχύθηκε το ενδιαφέρον των φοιτητών για τα παρεχόμενα μαθήματα, ενώ αναπτύχθηκαν περαιτέρω δικτυώσεις με τα μέλη της ακαδημαϊκής κοινότητας.
Ως ιδιαίτερα ενθαρρυντικό στοιχείο αποτιμάται ότι το 77,3% των ωφελούμενων δήλωσαν ικανοποιημένοι ή πολύ ικανοποιημένοι από τη συμμετοχή τους στη Δράση. Τέλος, το 43,5% των ωφελούμενων που εξέταζαν το ενδεχόμενο εγκατάστασης στο εξωτερικό, δήλωσε ότι η συμμετοχή στη συγκεκριμένη Δράση τούς απέτρεψε από αυτή την προοπτική.
Δράσεις για την Ενίσχυση υποψήφιων διδακτόρων
Στο πλαίσιο των Δράσεων "Ενίσχυση Ανθρώπινου Δυναμικού για υλοποίηση διδακτορικής έρευνας" και "Πρόγραμμα Χορήγησης Υποτροφιών για Μεταπτυχιακές Σπουδές Δευτέρου Κύκλου Σπουδών" (Α' Κύκλος 2016-2019) χρηματοδοτήθηκαν 420 ωφελούμενοι, από τους οποίους το 66,1% δεν είχε παράλληλη απασχόληση κατά τη διάρκεια των Δράσεων. Οι γυναίκες συμμετείχαν σε μεγαλύτερο βαθμό από τους άνδρες (61,6% έναντι 38,4%), ενώ η πλειονότητα των υπ. διδακτόρων ανήκε στην ηλικιακή ομάδα 25-34 ετών (87,2%). Οι Δράσεις αφορούσαν υποτροφίες υποψηφίων διδακτόρων με στόχο την ενίσχυση νέων ερευνητών και την παραγωγή υψηλού επιπέδου ερευνητικών αποτελεσμάτων.
Η συμβολή των Δράσεων στο ερευνητικό σύστημα κρίνεται ως σημαντική, αφού, ενδεικτικά, το 94,1% των υπ. διδακτόρων συμμετείχαν σε προετοιμασία επιστημονικής δημοσίευσης, το 82,4% σε επιστημονικό συνέδριο και το 54,0% στην προετοιμασία πρότασης για ερευνητικό έργο. Το ερευνητικό αντικείμενο της διατριβής των υπ. διδακτόρων εμπίπτει κατά το 24,1% στις Κοινωνικές Επιστήμες, κατά 23,2% στην Ιατρική και τις Επιστήμες Υγείας, κατά 18,5% στις Φυσικές Επιστήμες, κατά 16,4% στις Ανθρωπιστικές Επιστήμες, κατά 14,9% στις Επιστήμες Μηχανικού και κατά 3,0% στις Γεωργικές Επιστήμες.
Ως ιδιαίτερα ενθαρρυντικό στοιχείο στην προσπάθεια παραγωγικής ανασυγκρότησης της χώρας αποτιμάται το γεγονός ότι 48,8% των υπ. διδακτόρων δήλωσαν ότι η έρευνά τους στο πλαίσιο των διδακτορικών τους σπουδών έχει πολύ μεγάλη συνάφεια με εμπορικούς και παραγωγικούς σκοπούς (ενδεικτικά αναφέρονται οι κλάδοι Εκπαίδευσης, Υγείας και Επαγγελματικών, Επιστημονικών και Τεχνικών Δραστηριοτήτων). Τέλος, το 38,2% των ωφελούμενων που εξέταζαν το ενδεχόμενο εγκατάστασης στο εξωτερικό, δήλωσε ότι η συμμετοχή στις συγκεκριμένες Δράσεις τούς απέτρεψε από αυτή την προοπτική.
Δράση για την Ενίσχυση μεταδιδακτόρων
Στο πλαίσιο της Δράσης "Ενίσχυση Μεταδιδακτόρων Ερευνητών/Ερευνητριών" (Α' Κύκλος 2017-2019) χρηματοδοτήθηκαν 288 ωφελούμενοι, από τους οποίους το 29,7% δεν είχε παράλληλη απασχόληση κατά τη διάρκεια της Δράσης. Η εκπροσώπηση των δυο φύλων ήταν ισόρροπη (50,7% άνδρες και 49,3% γυναίκες), ενώ η πλειονότητα των μεταδιδακτορικών ερευνητών ανήκε στην ηλικιακή ομάδα 35-44 ετών (69,9%). Το αντικείμενο της μεταδιδακτορικής τους έρευνας εμπίπτει στον τομέα των Φυσικών Επιστημών (24,7%), ενώ ακολουθούν η Ιατρική και οι Επιστήμες Υγείας (24,3%), οι Επιστήμες Μηχανικού (18,4%), οι Κοινωνικές Επιστήμες (15,9), οι Ανθρωπιστικές Επιστήμες (12,6%) και οι Γεωργικές Επιστήμες (4,2%).
Το 45,6% των ωφελούμενων δήλωσαν ότι η έρευνά τους έχει πολύ μεγάλη συνάφεια με εμπορικούς και παραγωγικούς σκοπούς (ενδεικτικά αναφέρονται οι κλάδοι Εκπαίδευσης, Υγείας, Επαγγελματικών, Επιστημονικών και Τεχνικών Δραστηριοτήτων), ενώ το 48,2% των ωφελούμενων που εξέταζαν το ενδεχόμενο εγκατάστασης στο εξωτερικό, δήλωσε ότι η συμμετοχή στη συγκεκριμένη Δράση τούς απέτρεψε από αυτή την προοπτική.
Δράση για την Υποστήριξη νέων ερευνητών
Στο πλαίσιο της Δράσης «Υποστήριξη ερευνητών με έμφαση στους νέους ερευνητές» (Α' Κύκλος 2017-2019) χρηματοδοτήθηκαν 713 νέοι ερευνητές και 245 ακαδημαϊκοί σύμβουλοι που διαμόρφωσαν 245 ερευνητικές ομάδες. Από αυτούς, το 32,2% δεν είχε παράλληλη απασχόληση κατά τη διάρκεια της Δράσης, το 49,2% ήταν γυναίκες και το 50,8% άνδρες, ενώ η πλειονότητα των νέων ερευνητών ήταν μεταξύ 25 και 34 ετών (46,0%). Το αντικείμενο της έρευνας εμπίπτει στον τομέα των Επιστημών Μηχανικού (24,1%), ενώ ακολουθούν οι Κοινωνικές Επιστήμες (18,8%), οι Φυσικές Επιστήμες και η Ιατρική και οι Επιστήμες Υγείας (αμφότερες με 18,6%), οι Ανθρωπιστικές Επιστήμες (12,8%) και οι Γεωργικές Επιστήμες (7,1%).
Το 59,5% των νέων επιστημόνων δήλωσαν ότι η έρευνά τους στο πλαίσιο της Δράσης έχει πολύ μεγάλη συνάφεια με εμπορικούς και παραγωγικούς σκοπούς (ενδεικτικά αναφέρονται οι κλάδοι Εκπαίδευσης και Υγείας), ενώ το 37,9% των ωφελούμενων που εξέταζαν το ενδεχόμενο εγκατάστασης στο εξωτερικό, δήλωσαν ότι η συμμετοχή στη συγκεκριμένη Δράση τούς απέτρεψε από αυτή την προοπτική.