"Η αβεβαιότητα, όσον αφορά στις προβλέψεις, είναι εξαιρετικά μεγάλη λόγω της ιδιαιτερότητας του φαινομένου. Αυτό, όμως, δεν σημαίνει ότι η Ελλάδα δεν θα πρέπει να λάβει σοβαρά υπόψη τις προβλέψεις του ΔΝΤ, και να ενισχύσει τα μέτρα για την αποτροπή του σεναρίου εξαιρετικά υψηλής ύφεσης", τονίζει ο Σύνδεσμος. Υπενθυμίζεται ότι ο ΔΝΤ εκτιμά πως η ύφεση εφέτος στη χώρα μας θα φθάσει στο 10 %.
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του ΣΕΒ, το σχετικά μικρό μερίδιο της μεταποίησης στην οικονομία και η σχετικά χαμηλή συμμετοχή της στην διεθνή εφοδιαστική αλυσίδα, είναι στοιχεία που περιορίζουν την επίπτωση της κρίσης στην ελληνική οικονομία. Από την άλλη μεριά, ο γερασμένος πληθυσμός, η μεγάλη εξάρτηση της οικονομίας από τον τουρισμό, το μεγάλο μερίδιο των αυτοαπασχολούμενων και ελεύθερων επαγγελματιών, το σχετικά μικρό μέγεθος των ελληνικών επιχειρήσεων, και, τέλος, ακόμη και οι χαμηλές ταχύτητες στο ίντερνετ, μεγεθύνουν την επίπτωση της κρίσης του κορονοϊού στην ελληνική οικονομία.
Σε ό,τι αφορά τις επιπτώσεις στην ελληνική μεταποίηση, ο ΣΕΒ επισημαίνει ότι τα κυριότερα προβλήματα εντοπίζονται στην απουσία προσωπικού ή και εμφάνιση κρουσμάτων, στη γραμμή παραγωγής, στις αποθήκες, κλπ, που φέρνουν μεγάλη αναστάτωση στον προγραμματισμό, τις βάρδιες, τα μέτρα υγιεινής και ασφαλείας, κλπ. Επίσης, έχουν αρχίσει να εμφανίζονται προβλήματα στη διαθεσιμότητα πρώτων υλών, ενώ ελλοχεύει και ο κίνδυνος μη πραγματοποίησης εξαγωγών λόγω προβλημάτων σε λιμάνια, πλοία, αεροπλάνα, κά. Συνολικά, η ελληνική βιομηχανία δεν είναι πολύ εκτεθειμένη στις διεθνείς αλυσίδες αξίας, συνεπώς, η επίπτωση της διακοπής ή αναστάτωσης που προκαλείται στο διεθνές εμπόριο, θα είναι σχετικά περιορισμένη. Από την άλλη μεριά, ορισμένοι κλάδοι της μεταποίησης στηρίζονται πολύ περισσότερο από άλλους στις διεθνείς αλυσίδες αξίας, όπως είναι τα ηλεκτρονικά, τα ηλεκτρολογικά προϊόντα, η κλωστοϋφαντουργία, τα μη μεταλλικά ορυκτά, τα βασικά μέταλλα, τα πλαστικά, τα χημικά και τα φάρμακα, κλπ. Αντίθετα, κλάδοι όπως τα τρόφιμα και τα πετρελαιοειδή, έχουν μικρή σχετικά έκθεση. Συνεπώς, πολλοί κλάδοι της ελληνικής μεταποίησης, αναμένεται να υποστούν σχετικά περιορισμένες, αν και όχι αμελητέες, αρνητικές επιδράσεις.
Για τον τουρισμό, αναμένεται μηδενισμός των εισπράξεων κατά το δεύτερο τρίμηνο και πτώση 50 % στο τρίτο τρίμηνο, περίοδοι όπου συγκεντρώνονται αντιστοίχως το 25% και το 60% των εισπράξεων από τον εξωτερικό τουρισμό. Αυτό θα οδηγήσει σε κατάρρευση των τουριστικών εισπράξεων από 18 δισ. ευρώ το 2019 σε 8 δισ. ευρώ το 2020 ή σε 10 δισ. ευρώ, με κάποια μετακύλιση του τουριστικού προϊόντος προς το φθινόπωρο