Σε αυτή τη μελέτη παρουσιάζεται ο πρωτογενής τομέας της οικονομίας (γεωργία, δασοκομία, αλιεία), ο κλάδος μεταποίησης τροφίμων και ποτών, αλλά και ορισμένα ευρύτερα θέματα που συνδέονται με αυτούς, όπως το διεθνές εμπόριο, η σήμανση (branding), η ασφάλεια και προστασία, η έρευνα και καινοτομία, η τεχνολογία, το περιβαλλοντικό αποτύπωμα.
Από το ξέσπασμα της πανδημίας COVID-19, ο αγροδιατροφικός τομέας στα κράτη-μέλη της ζώνης του ευρώ έχει επιδείξει ανθεκτικότητα συγκριτικά με άλλους τομείς οι οποίοι επλήγησαν σοβαρά από την κρίση, υποστηριζόμενος και από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, ώστε να διασφαλιστεί μια αποτελεσματική αλυσίδα ασφαλών και υψηλής ποιότητας τροφίμων για τους ευρωπαίους πολίτες. Υπό τις δυσμενείς συνθήκες που προκάλεσε η νέα πανδημία, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στήριξε τον αγροδιατροφικό τομέα με: α) την έκδοση οδηγιών για μια αποτελεσματική αλυσίδα τροφίμων μέσω της δημιουργίας πράσινων διαδρομών και της ανάδειξης των εποχικών εργατών ως ‘’κρίσιμων’’, β) μέτρα βοήθειας για τους αγρότες και τις αγροτικές περιοχές μέσω των προγραμμάτων αγροτικής ανάπτυξης της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής (ΚΑΠ) και γ) μέτρα για την απλοποίηση και την αύξηση της ευελιξίας της ΚΑΠ.
Ο αγροδιατροφικός τομέας στην Ελλάδα είναι σημαντικός για την ελληνική οικονομία, λόγω: α) της δυναμικής παρουσίας της βιομηχανίας τροφίμων στην εγχώρια οικονομία, β) της σύνδεσης της ελληνικής διατροφής με την υγιεινή και θρεπτική μεσογειακή διατροφή, γ) του πλούσιου ελληνικού εδάφους και του ευνοϊκού κλίματος, δ) της ισχυρής παρουσίας επιτυχημένων βιομηχανιών τροφίμων, ε) του υψηλού επιπέδου ασφάλειας και ποιότητας των τροφίμων και στ) του εξαγωγικού προσανατολισμού των αγροτικών και επεξεργασμένων προϊόντων τροφίμων. Η περαιτέρω ενίσχυση του αγροδιατροφικού τομέα στηρίζεται στην αύξηση της αγροτικής παραγωγής και της αποδοτικότητας της γεωργίας, αυξάνοντας το μέγεθος των γεωργικών εκμεταλλεύσεων και συνδέοντας την παραγωγή με τις ανάγκες της αγοράς. Στο πλαίσιο αυτό, είναι σημαντικές οι επωφελείς συνεργασίες και συνέργειες μεταξύ των παικτών της αλυσίδας αξίας του τομέα.
Στον αγροδιατροφικό τομέα περιλαμβάνονται κυρίως οι παραγωγικές διαδικασίες της γεωργίας, αλιείας και δασοκομίας, καθώς και της βιομηχανίας τροφίμων και ποτών. Η γεωργία, αλιεία και δασοκομία περιλαμβάνει: α) τη φυτική και ζωική παραγωγή, το κυνήγι και τις σχετικές δραστηριότητες, β) τη δασοκομία και την υλοτομία και γ) την αλιεία και την υδατοκαλλιέργεια. Η γεωργία, αλιεία και δασοκομία αντιπροσωπεύουν το 4% της ακαθάριστης προστιθέμενης αξίας (ΑΠΑ) όλων των κλάδων της οικονομίας, με το 85% να αποδίδεται στη φυτική και ζωική παραγωγή.
Η ελληνική γεωργία παρουσιάζει συγκριτικά πλεονεκτήματα, λόγω των μοναδικών κλιματικών και εδαφικών συνθηκών, της μεγάλης βιοποικιλότητας και των τοπικών ποικιλιών ποιοτικών προϊόντων. Τα βασικά ελληνικά αγροτικά προϊόντα είναι τα φρούτα και λαχανικά, τα βιομηχανικά φυτά, τα δημητριακά, τα κτηνοτροφικά φυτά, το ελαιόλαδο (τρίτος μεγαλύτερος παραγωγός παγκοσμίως), οι πατάτες και το κρασί. Ωστόσο, η αγροτική παραγωγή θα πρέπει να είναι προσανατολισμένη και συνδεδεμένη με τη ζήτηση στην αγορά αλλά και να καταφέρει να υπερκεράσει τα προβλήματα του μικρού μεγέθους των γεωργικών εκμεταλλεύσεων, της γήρανσης των αγροτών και της δυσμενούς ηλικιακής διάρθρωσης του αγροτικού πληθυσμού.
Η βιομηχανία τροφίμων και ποτών στην Ελλάδα έχει καθοριστικό ρόλο στην οικονομία και στη μεταποίηση, με τη συμβολή της στη μεταποίηση να είναι σημαντικά μεγαλύτερη συγκριτικά με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Σε όρους απασχόλησης, επενδύσεων και προστιθέμενης αξίας, η βιομηχανία τροφίμων και ποτών επέδειξε ανθεκτικότητα κατά τη διάρκεια της προηγούμενης οικονομικής κρίσης, επιτυγχάνοντας να ανακάμψει με πιο γρήγορο ρυθμό συγκριτικά με άλλους κλάδους. Η βιομηχανία τροφίμων έχει το υψηλότερο μερίδιο μεταξύ όλων των κύριων κλάδων της μεταποίησης σε όρους απασχολουμένων (34%), προστιθέμενης αξίας (24%) και αριθμού επιχειρήσεων (26%) και το δεύτερο υψηλότερο μερίδιο μετά την παραγωγή οπτάνθρακα και προϊόντων διύλισης πετρελαίου (22%).
Ο ελληνικός αγροδιατροφικός τομέας παρουσιάζει ισχυρό εξαγωγικό προσανατολισμό, ιδιαίτερα στα προϊόντα υδατοκαλλιέργειας, αν και υπάρχει ακόμη εξάρτηση από τις εισαγωγές. Αυτό αντανακλάται στο σημαντικά υψηλότερο ρυθμό αύξησης των εξαγωγών του τομέα (51%), κατά τη δεκαετία 2009-2019, σε σύγκριση με την αύξηση των εισαγωγών (12%), με τις εξαγωγές τροφίμων και ποτών να αποτελούν το μεγαλύτερο μέρος των εξαγωγών του αγροδιατροφικού τομέα το 2019.
Μία διεθνώς αναγνωρίσιμη εμπορική ονομασία (brand name) για τα προϊόντα του ελληνικού αγροδιατροφικού τομέα θα συμβάλλει θετικά στην ενίσχυση της εξωστρέφειάς του. Η διεθνής ταυτότητα των ελληνικών τροφίμων και ποτών διαμορφώνεται μέσω της σήμανσης “Made in Greece”, της ελληνικής γαστρονομίας και της σύνδεσης με τη μεσογειακή διατροφή. Επίσης, τα τοπικά, παραδοσιακά προϊόντα ή τα προϊόντα προστατευόμενης ονομασίας προέλευσης και προστατευόμενης γεωγραφικής ένδειξης (ΠΟΠ και ΠΓΕ) αποτελούν τυπικό παράδειγμα της προσπάθειας για τη δημιουργία μιας ισχυρής τοπικής ταυτότητας. Αξίζει να σημειωθεί ότι έως το 2020, η Ελλάδα είχε εγγεγραμμένα 275 τρόφιμα και ποτά ως ΠΟΠ και ΠΓΕ.
Η ασφάλεια, προστασία και ποιότητα των τροφίμων διασφαλίζεται μέσω της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής, με έμφαση στη στήριξη των μικρών και μεσαίων οικογενειακών επιχειρήσεων και στην εντονότερη χρήση της καινοτομίας, δίνοντας προτεραιότητα στη βιωσιμότητα, συνδέοντας την προστασία του περιβάλλοντος και του κλίματος και τη νομοθεσία για την ασφάλεια των τροφίμων.
Η Ελλάδα κατατάσσεται 31η παγκοσμίως και 17η στην Ευρώπη στην ασφάλεια των τροφίμων, σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Δείκτη Ασφάλειας Τροφίμων, με τα ελληνικά τρόφιμα να παρουσιάζουν πλεονέκτημα κυρίως στην ποιότητα των υπαρχόντων προγραμμάτων ασφάλειας, τις διατροφικές προδιαγραφές και την προστασία των τροφίμων.
Η βιομηχανία των τροφίμων τα τελευταία χρόνια χαρακτηρίζεται από καινοτομίες που προσανατολίζονται στις εξειδικευμένες ανάγκες των καταναλωτών και στις διατροφικές ανάγκες τους, αλλά και από περισσότερη διαφάνεια και αυξημένη χρήση της τεχνολογίας. Ωστόσο, στην Ελλάδα, η έρευνα στον τομέα των τροφίμων θα πρέπει να ενταθεί και να υιοθετηθούν νέες τεχνολογίες, στηρίζοντας τη σύνδεση της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης με τις παραγωγικές διαδικασίες σε όλη την αγροδιατροφική αλυσίδα.
Η επαγρύπνηση σε περιβαλλοντικά ζητήματα ως προς τη βιωσιμότητα του αγροδιατροφικού τομέα έχει αυξηθεί τα τελευταία χρόνια. Αξίζει να σημειωθεί ότι οι εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου από τη γεωργία στην Ελλάδα παρουσίασαν τη μεγαλύτερη μείωση μεταξύ των κρατών-μελών της ζώνης του ευρώ στην περίοδο 2009-2018. Η καινοτομία, οι νέες τεχνολογίες και οι φιλικές προς το περιβάλλον τεχνικές αποτελούν απαραίτητη προϋπόθεση για τη βιώσιμη παραγωγή.