Του Ανέστη Ντόκα
Απομειώνεται καθημερινά η αξία του ελληνικού χρηματιστηρίου. Η κατάρρευση των τραπεζικών μετοχών και της πλειοψηφίας των 229 εισηγμένων έχει οδηγήσει τη σημερινή κεφαλαιοποίηση της αγοράς να αντιπροσωπεύει μόλις το 22,80% επί του φετινού ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος της χώρας. Στα υπόλοιπα 27 χρηματιστήρια της Ευρωπαϊκής Ενωσης ο μέσος όρος της κεφαλαιοποίησης έναντι του ΑΕΠ της κάθε χώρας προσδιορίζεται στο 75%.
Μάλιστα το ελληνικό χρηματιστήριο υπολείπεται σημαντικά και από τις χώρες που εφάρμοσαν μνημόνια τα προηγούμενα χρόνια και κατάφεραν να εξέλθουν από τις ειδικές οικονομικές συνθήκες όπως είναι η Ισπανία, η Πορτογαλία και η Ιρλανδία.
Σύμφωνα με τα στοιχεία , προκύπτει ότι το αντίστοιχο ποσοστό του χρηματιστηρίου του Μιλάνου, στη γειτονική Ιταλία που έχει ένα από τα υψηλότερα δημόσια χρέη στην Ευρωζώνη, αντιπροσωπεύει το 30,15% της ιταλικής οικονομίας.
Πιο κοντά στην Ελλάδα αλλά με διαφορά βρίσκεται το χρηματιστήριο της Λισσαβώνας που αντιπροσωπεύει σήμερα το 28,46% της πορτογαλικής οικονομίας. Το χρηματιστήριο της Ισπανίας αντιπροσωπεύει σήμερα το 53,29% της οικονομίας της χώρας με αυξητικές τάσεις, αφού η χώρα της ιβηρικής χερσονήσου δείχνει να έχει εισέλθει σε σταθερή πορεία ανάπτυξης. Κοντά στον μέσο όρο των ευρωπαϊκών χρηματιστηρίων βρίσκεται το χρηματιστήριο του Δουβλίνου, αφού η Ιρλανδία εξήλθε από τα μνημόνια το 2013 και το χρηματιστήριο της χώρας παρουσιάζει ανοδική πορεία των αξιών του.
Ο μεγαλύτερος κίνδυνος για την παραπαίουσα ελληνική αγορά είναι να απομονωθεί διεθνώς, αφού η χαμηλή αξία των επιχειρήσεων που φιλοξενεί αποτελεί αντικίνητρο για να προσελκυσθούν φρέσκα κεφάλαια. Ταυτόχρονα αποθαρρύνονται και νέες εταιρείες που επιλέγουν να εισαχθούν σε μεγαλύτερα χρηματιστήρια της Ευρώπης για να αντλήσουν τα αναγκαία κεφάλαια για την ανάπτυξή τους.
Η ελληνική αγορά θα έχει να αντιμετωπίσει τις πρώτες μέρες του Σεπτεμβρίου τις αξιολογήσεις των μεγαλύτερων οίκων αξιολόγησης όπως είναι ο MSCI, ο Stoxx και ο Ftse Group στο πλαίσιο της ετήσιας αναθεώρησης των διεθνών χρηματιστηρίων. Οπως προκύπτει από το ρεπορτάζ του businessnews δεν αναμένεται να αντιμετωπίσει πρόβλημα για πιθανή υποβάθμιση, καθώς οι ξένοι επενδυτές συνεχίζουν τις συναλλαγές τους χωρίς περιορισμούς σε σύγκριση με ό,τι συμβαίνει με τους ημεδαπούς επενδυτές.
Το κυριότερο πρόβλημα της αγοράς είναι η κατάρρευση των τραπεζικών μετοχών, αφού μειώνεται και η εμπορευσιμότητα των τίτλων με ταυτόχρονη μείωση της κεφαλαιοποίησης, με συνέπεια τα ξένα θεσμικά χαρτοφυλάκια να καταγράφουν σημαντικές απώλειες.
Ωστόσο, είναι σχεδόν αδύνατο για την ελληνική αγορά να ανακάμψει όταν η χώρα εισήλθε στην τρίτη εκλογική δοκιμασία του 2015. Η αβεβαιότητα επανήλθε δριμύτερη στην οικονομία και είναι απόλυτα λογικό επενδυτές και ιδιοκτήτες επιχειρήσεων να τηρούν θέση αναμονής.
Την ίδια ώρα η επιβολή των capital controls έχει παραλύσει την πραγματική οικονομία με εκατοντάδες επιχειρήσεις να αδυνατούν να εισάγουν πρώτες ύλες εξαιτίας της έλλειψης ρευστότητας. Ισως οι μόνες εταιρείες που δεν επηρεάζονται είναι αυτές με ισχυρό δείκτη εξωστρέφειας που εδώ και χρόνια δεν εξαρτώνται οι πωλήσεις τους από την εγχώρια οικονομία