Το συνέδριο παρακολούθησαν στελέχη ελληνικών και πολυεθνικών επιχειρήσεων.
Η εκδήλωση κάλυψε τρεις κύριες θεματικές: (1) τις προτεραιότητες των ευρωπαϊκών και αμερικανικών εποπτικών αρχών, (2) τις βασικές παρατηρήσεις και ενέργειες από ελέγχους των εποπτικών αρχών σχετικά με την εφαρμογή των προτύπων χρηματοοικονομικής αναφοράς, καθώς και (3) ενημέρωση για επιμέρους τεχνικά θέματα που αφορούν τα Διεθνή Πρότυπα Χρηματοοικονομικής Αναφοράς (ΔΠΧΑ – IFRS).
Τις θεματικές ανέλυσαν οι κ.κ. Χριστιάνα Παναγίδου, Εταίρος, Ελεγκτικές Υπηρεσίες ΕΥ Ελλάδος, Επικεφαλής για θέματα ΔΠΧΑ στην περιοχή Κεντρικής, Ανατολικής, Νοτιοανατολικής Ευρώπης και Κεντρικής Ασίας (CESA), Σοφία Καλομενίδου, Εταίρος, Ελεγκτικές Υπηρεσίες ΕΥ Ελλάδος, Επικεφαλής για θέματα Κεφαλαιαγορών στην περιοχή CESA, Βασίλης Τζίφας, Associate Partner, Ελεγκτικές Υπηρεσίες EY Ελλάδος, Αικατερίνη Βατζάκη, Senior Manager, μέλος του Global IFRS Desk της EY, Γεωργία Καλπακλή, Senior Manager, Ελεγκτικές Υπηρεσίες EY Ελλάδος, μέλος του CESA IFRS Desk της EY, και Στέλιος Ντούρης, Manager, Ελεγκτικές Υπηρεσίες EY Ελλάδος, μέλος του CESA IFRS Desk της EY.
Η πρώτη ενότητα επικεντρώθηκε στις προτεραιότητες των εποπτικών αρχών, οι οποίες σχετίζονται, σε μεγάλο βαθμό, με τις επιπτώσεις του COVID-19 στις χρηματοοικονομικές αναφορές. Οι εποπτικές αρχές αναμένουν από τις εισηγμένες εταιρείες, ενημέρωση σχετικά με τις επιπτώσεις της πανδημίας στην οικονομική τους επίδοση, στην οικονομική τους θέση και τις ταμειακές τους ροές, καθώς και τα σενάριά τους για αντιμετώπιση της πανδημίας και την αναμενόμενη επίδρασή της στο μέλλον. Στο πλαίσιο αυτό, έγινε παρουσίαση των προτεραιοτήτων της Ευρωπαϊκής Αρχής Κινητών Αξιών και Αγορών (European Securities and Markets Authority – ESMA), καθώς και των προτεραιοτήτων της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής (U.S. Securities and Exchange Commission – SEC).
Η κα Παναγίδου υπογράμμισε ότι οι εποπτικές αρχές δίνουν ιδιαίτερη έμφαση στις εκτιμήσεις και κρίσεις που θα γίνουν εν μέσω αυξημένης αβεβαιότητας και πώς αυτές επηρεάζουν, μεταξύ άλλων, την αξιολόγηση της συνεχιζόμενης δραστηριότητας (Going Concern) και τη ρευστότητα μιας εταιρείας. Η ομιλήτρια τόνισε ότι, αν και δεν είναι εύκολο, η κάθε διοίκηση πρέπει να προβεί στην καλύτερη δυνατή αξιολόγηση των δεδομένων και των στοιχείων που διαθέτει, τα οποία πρέπει να είναι εύλογα και υποστηριζόμενα από εξωτερική πληροφόρηση, συμπληρώνοντας ότι οι συνθήκες καθιστούν επιτακτική τη διαφάνεια (με γνωστοποίηση των εκτιμήσεων και των κρίσεων), για τη διατήρηση της εμπιστοσύνης στις κεφαλαιαγορές σε αυτήν την περίοδο.
Σχολιάζοντας τις προτεραιότητες του SEC, η κα Καλομενίδου τόνισε τη σημαντικότητα των υψηλής ποιότητας γνωστοποιήσεων σχετικά με τις επιπτώσεις της πανδημίας και στάθηκε ιδιαίτερα στα θέματα περιβάλλοντος, κοινωνίας και διακυβέρνησης (Environment, Social and Governance – ESG), σημειώνοντας ότι οι επενδυτές έχουν από καιρό αιτηθεί την εισαγωγή απαιτήσεων για τη γνωστοποίηση σχετικών στοιχείων, τονίζοντας ότι το αποτέλεσμα των αμερικανικών προεδρικών εκλογών πιθανόν να ωθήσει το SEC προς αυτή την κατεύθυνση.
Ο κος Τζίφας αναφέρθηκε στη δυσκολία εκτίμησης των επιπτώσεων της πανδημίας, γεγονός που δημιουργεί την ανάγκη για άσκηση αυξημένης κρίσης σχετικά με την αξιολόγηση της συνεχιζόμενης δραστηριότητας ενός οργανισμού, σύμφωνα με το Διεθνές Λογιστικό Πρότυπο 1 (International Accounting Standard – IAS). Ο ομιλητής υπογράμμισε ότι είναι σημαντικό οι διοικήσεις να λαμβάνουν υπόψη στις εκτιμήσεις τους, τόσο τις υπάρχουσες, όσο και τις αναμενόμενες επιπτώσεις της πανδημίας, ενώ, παράλληλα, οι εκτιμήσεις αυτές θα πρέπει να ενημερώνονται συνεχώς με νέα στοιχεία μέχρι και την έκδοση των οικονομικών καταστάσεων.
Στους τρόπους αποτύπωσης των επιπτώσεων του COVID-19 στις οικονομικές καταστάσεις, όπως η χρήση εναλλακτικών δεικτών μέτρησης απόδοσης (Alternative Performance Measures – APMs), επικεντρώθηκε η κα Βατζάκη, σημειώνοντας ότι, σύμφωνα με την ESMA, συνίσταται ιδιαίτερη προσοχή στην επιλογή παρουσίασης των επιπτώσεων σε διακριτές γραμμές της κατάστασης αποτελεσμάτων χρήσης, καθώς οι επιπτώσεις μπορεί να είναι διάχυτες στα αποτελέσματα, και η διακριτή παρουσίασή τους ενδέχεται να μην απεικονίζει πιστά την τρέχουσα ή μελλοντική συνολική οικονομική απόδοση ενός οργανισμού. Αντίθετα, ενθαρρύνεται η γνωστοποίηση ποσοτικής και ποιοτικής πληροφόρησης, καθώς και της προσέγγισης για τον προσδιορισμό των επιπτώσεων, με τρόπο που να παρέχει σαφή εικόνα των διάφορων περιοχών που επηρεάστηκαν από την πανδημία, σε μία ενιαία ή και περισσότερες σημειώσεις.
Σε σχετική ερώτηση, σχεδόν οι μισοί συμμετέχοντες (47%) απάντησαν ότι ο οργανισμός τους δεν έχει αποφασίσει ακόμη τον τρόπο με τον οποίο θα παρουσιάσει τις επιπτώσεις της πανδημίας, στις ετήσιες οικονομικές καταστάσεις. Μόλις το 6% δήλωσαν ότι θα χρησιμοποιήσουν εναλλακτικούς δείκτες μέτρησης απόδοσης στις κύριες οικονομικές καταστάσεις. Παράλληλα, 24% σκοπεύουν να περιγράψουν τις επιπτώσεις του COVID-19, χωρίς τη χρήση APMs, στις σημειώσεις των οικονομικών καταστάσεων.
Στην ενότητα αυτή, αναλύθηκαν, επίσης, και οι κίνδυνοι ρευστότητας, με την κα Καλπακλή να τονίζει ότι είναι κρίσιμο οι επιχειρήσεις να διασφαλίσουν ότι παρέχονται επαρκείς πληροφορίες στους χρήστες των οικονομικών καταστάσεων, σχετικά με τα ταμειακά διαθέσιμα και τα ισοδύναμά τους, τη ρευστότητα και την ικανότητά τους να συμμορφώνονται με τους οικονομικούς όρους δανείων. Επιπλέον, σημείωσε ότι στο πλαίσιο της πανδημίας, οι γνωστοποιήσεις αναμένεται να αντικατοπτρίζουν σημαντικές αλλαγές στη ρευστότητα, καθώς και τις ενέργειες που έχουν λάβει οι εταιρείες για να μετριάσουν τυχόν σχετικές προκλήσεις.
Στους ελέγχους απομείωσης περιουσιακών στοιχείων αναφέρθηκε ο κος Τζίφας, υπογραμμίζοντας ότι, κατά τις εκτιμήσεις απομειώσεων εξαιτίας της πανδημίας, οι εταιρείες προτείνεται να παρέχουν σαφείς γνωστοποιήσεις σχετικά με την ενσωμάτωση των κινδύνων της πανδημίας στις προβλέψεις ταμειακών ροών, τα προεξοφλητικά επιτόκια και τον μεσομακροπρόθεσμο ρυθμό ανάπτυξης. Θα πρέπει να παρέχεται, επίσης, ανάλυση ευαισθησίας των παραδοχών, αναφέροντας τα σενάρια που οδηγούν σε απομείωση, αλλά και τις πιθανότητες πραγματοποίησής τους.
Ο κος Ντούρης, κατά την εισήγησή του, εστίασε σε θέματα μισθωμάτων και στις σχετικές διευκολύνσεις για την αντιμετώπιση των μειώσεων που γίνονται εν μέσω πανδημίας, οι οποίες αποτελούν προτεραιότητα για την ESMA. Ο ομιλητής υπογράμμισε ότι, οι πληροφορίες που θα γνωστοποιηθούν θα πρέπει να είναι επαρκείς, ούτως ώστε να επιτρέψουν στους χρήστες των οικονομικών καταστάσεων να κατανοήσουν τις επιπτώσεις που είχαν οι σχετιζόμενες με τον COVID-19 αλλαγές στα μισθωτήρια, στην χρηματοοικονομική θέση και την απόδοση του οργανισμού.
Όσον αφορά τις κρατικές και λοιπές διευκολύνσεις που λαμβάνονται εν μέσω COVID-19, η κα Βατζάκη παρουσίασε, μεταξύ άλλων, τις σχετικές απαιτήσεις του προτύπου ΔΛΠ 20 «Κρατικές Επιχορηγήσεις», για γνωστοποίηση της λογιστικής πολιτικής που υιοθετήθηκε, συμπεριλαμβανομένων των μεθόδων παρουσίασης που χρησιμοποιήθηκαν στις οικονομικές καταστάσεις.
Η αξιολόγηση για τυχόν απομείωση ενσώματων περιουσιακών στοιχείων (62%) και η αξιολόγηση της συνεχιζόμενης δραστηριότητας (61%), αναγνωρίστηκαν από την πλειοψηφία των συμμετεχόντων, ως οι περιοχές που αναμένεται να απαιτήσουν περισσότερη προσοχή και χρόνο από την επιχείρησή τους, κατά το κλείσιμο της χρήσης του 2020. Οι μεταβολές σε όρους μισθωτηρίων συμβολαίων (19%) και οι κρατικές επιχορηγήσεις (12%), φαίνεται, να απασχολούν δευτερευόντως τους συμμετέχοντες.
Στη συνέχεια, ειδική αναφορά έγινε στη μη χρηματοοικονομική πληροφόρηση, και κυρίως σε ζητήματα βιωσιμότητας και τους κινδύνους της κλιματικής αλλαγής, που καταλαμβάνουν ολοένα και υψηλότερη θέση στην ατζέντα των εποπτικών αρχών. Η κα Παναγίδου εξήγησε ότι παραμένει αντικείμενο συζήτησης το πώς οι μη χρηματοοικονομικές πληροφορίες μπορούν να ενσωματωθούν καλύτερα μαζί με τη χρηματοοικονομική πληροφόρηση, με έναν αυξανόμενο αριθμό επενδυτών να θέτουν έντονα την ανάγκη για τη γνωστοποίηση της επίδρασης των περιβαλλοντικών κινδύνων και επιπτώσεων στις χρηματοοικονομικές καταστάσεις.
Κατά τη δεύτερη ενότητα, παρουσιάστηκαν οι βασικές δράσεις της ESMA για την εφαρμογή των νέων προτύπων IFRS 15 «Αναγνώριση Εσόδων», και IFRS 16 «Μισθώσεις», ενώ έγινε, επίσης, ειδική αναφορά στα comment letters του SEC.
Ο κος Ντούρης σημείωσε ότι σχεδόν το 59% των ενεργειών της ESMA αφορούσαν την εφαρμογή του IFRS 15, με τις εποπτικές αρχές να προτρέπουν τους οργανισμούς σε βελτιώσεις στην εφαρμογή, τόσο του IFRS 15, όσο και του IFRS 16, καθώς και της ποιότητας των σχετικών γνωστοποιήσεων. Σύμφωνα με τον ομιλητή, η εμπειρία δείχνει ότι μετά τον πρώτο χρόνο εφαρμογής ενός νέου προτύπου, υπάρχουν περιθώρια βελτίωσης, και αυτό συνάδει με το μήνυμα των εποπτικών αρχών.
Παράλληλα, η κα Καλομενίδου τόνισε ότι οι περιοχές ενδιαφέροντος του SEC είναι, σε γενικές γραμμές, κοινές με της ESMA, με το SEC να δίνει ιδιαίτερη έμφαση στα non-GAAP measures και πώς αυτά παρουσιάζονται.
Οι συμμετέχοντες ρωτήθηκαν εάν θεωρούν ότι υπάρχουν περιθώρια βελτίωσης στην εφαρμογή των νέων προτύπων για τις μισθώσεις και τα έσοδα από συμβάσεις με πελάτες, από την πλευρά της επιχείρησής τους. Η πλειοψηφία (35%) των συμμετεχόντων θεωρεί ότι υπάρχουν περιθώρια βελτίωσης στην εφαρμογή και των δύο προτύπων, ενώ 27% εκτιμούν ότι μόνο οι γνωστοποιήσεις χρήζουν βελτίωσης. Αντίστοιχα, 13% πιστεύουν ότι δεν υφίστανται περιθώρια βελτίωσης.
Στην τελευταία ενότητα, έγινε η καθιερωμένη, πλέον, τεχνική ενημέρωση για θέματα IFRS, συμπεριλαμβανομένων των προκλήσεων που σχετίζονται με την εφαρμογή του προτύπου για τις μισθώσεις, και της μεταρρύθμισης σχετικά με τα διατραπεζικά επιτόκια (Interbank Offered Rates – IBORs).
Κλείνοντας, η κα Παναγίδου τόνισε ότι οι οικονομικές διευθύνσεις των εταιρειών επωμίζονται ένα ιδιαίτερα απαιτητικό ρόλο με την κατάρτιση οικονομικών καταστάσεων για το 2020, σημειώνοντας ότι είναι σημαντικό να ληφθούν υπόψιν τα διάφορα σενάρια που εξετάζουν οι διοικήσεις σχετικά με την πανδημία, και την επίδραση αυτών στις χρηματοοικονομικές τους καταστάσεις. Είναι σημαντικό, να ανταλλάξουν απόψεις με τις επιτροπές ελέγχου και τους εξωτερικούς ελεγκτές, και να αναζητήσουν εξωτερική πληροφόρηση, ως βάση για τις εκτιμήσεις και τις κρίσεις στις οποίες θα προβούν κατά την κατάρτιση των οικονομικών καταστάσεων. «Η διαφάνεια είναι κλειδί, ειδικότερα σε αυτό το περιβάλλον, και οι επενδυτές αναμένουν τη γνωστοποίηση των τρόπων που οι οργανισμοί σκοπεύουν να αντιμετωπίσουν τους κινδύνους της πανδημίας», κατέληξε.