Οι επιπτώσεις στις προοπτικές του εργατικού δυναμικού και η οικονομική ύφεση που προκάλεσε η πανδημία COVID-19 δημιούργησαν ένα έντονο αίσθημα αβεβαιότητας, το οποίο και αναμένεται να ενταθεί το επόμενο χρονικό διάστημα. Η συνεχής επιτάχυνση του αυτοματισμού και η επιτακτική πλέον ανάγκη για ψηφιακές λύσεις σε όλους τους τομείς δημιουργεί μεν αβεβαιότητα στην αγορά εργασίας, αλλά επιταχύνει και την εξέλιξη της. Παρά τις συνεχείς αλλαγές στον κόσμο της εργασίας, οι τοπικές οικονομίες βρήκαν εναλλακτικούς τρόπους να αντεπεξέλθουν στις προκλήσεις που αντιμετώπισαν κατά το πρώτο τρίμηνο του 2020.
Η νέα έκδοση της μελέτης Inovantage του Ομίλου Adecco έχει ως στόχο την αποδόμηση και ανάλυση των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών του εργατικού δυναμικού, όπως αυτά εντοπίζονται ανά γεωγραφική περιοχή. Πιο συγκεκριμένα, η μελέτη στοχεύει να παρουσιάσει:
1) Ποιες συνθήκες πριν από την πανδημία διευκόλυναν τις μετέπειτα προσπάθειες κάθε χώρας αλλά και τι επιτάχυνε τις αποτυχίες τους σε ορισμένα πεδία.
2) Ποιες λύσεις εφάρμοσαν οι δημόσιοι και ιδιωτικοί φορείς και ποιες μπορούν να συνεχίσουν να εφαρμόζονται στα επόμενα χρόνια της μετα-πανδημικής περιόδου.
Η μελέτη επίσης αναλύει τις παγκόσμιες τάσεις που παρατηρήθηκαν στην εξέλιξη του εργατικού δυναμικού, αλλά και στον τρόπο συμμετοχής του στην αγορά εργασίας, στις περιοχές της Ανατολικής Ευρώπης, της Μέσης Ανατολής και της Βόρειας Αφρικής. Μεταξύ άλλων, οι χώρες που συμπεριλήφθηκαν στην έρευνα είναι η Ελλάδα, η Πολωνία, η Τσεχία, η Σλοβακία, η Ουγγαρία, η Σλοβενία, η Κροατία, η Ρουμανία, η Βουλγαρία, η Σερβία, η Τουρκία, η Τυνησία και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα.
Ανακάμπτοντας από την οικονομική κρίση της πανδημίας
Η πανδημία COVID-19 επηρέασε σταδιακά όλες τις χώρες του κόσμου. Το γεγονός ότι ορισμένες χώρες επηρεάστηκαν λιγότερο, οφείλεται σε μεγάλο βαθμό σε έναν συνδυασμό τοπικών κοινωνικοοικονομικών συνθηκών, οι οποίες ίσχυαν και πριν από την πανδημία. Τώρα, οι ίδιες αυτές συνθήκες θα καθορίσουν και τον τρόπο ανάκαμψης των χωρών.
Κατά τους πρώτους μήνες της πανδημίας, οι περισσότερες χώρες προχώρησαν γρήγορα στην επιβολή καραντίνας. Τα μέτρα αυτά, λόγω των περιορισμένων σε πολλές περιπτώσεις υποδομών Τεχνολογίας Πληροφορικής και Επικοινωνίας, αλλά και των ειδικών χαρακτηριστικών ανά κλάδο, ακολουθήθηκαν από την επιβολή περιορισμένης οικονομικής δραστηριότητας, σε συνδυασμό όμως και με παροχή κοινωνικών μέτρων στήριξης. Αυτός ο συνδυασμός εξηγεί τη μικρότερη συρρίκνωση των οικονομιών των υπό εξέταση χωρών, ιδιαίτερα σε σύγκριση με τις χώρες της Κεντροδυτικής Ευρώπης.
Τα κράτη της Ανατολικής Ευρώπης είναι λιγότερο αλληλεξαρτώμενα διεθνώς από ό,τι αυτά της Δύσης, ενώ εξαρτώνται και σε μικρότερο βαθμό από τις πιο ευάλωτες βιομηχανίες. Αυτά τα χαρακτηριστικά, μαζί με μία ισχυρή βάση μακροοικονομικών επιδόσεων, έδωσαν στις τοπικές κυβερνήσεις την ανθεκτικότητα και την ευελιξία που χρειάζονταν ώστε να διαχειριστούν καλύτερα τις οικονομικές συνέπειες της πανδημίας.
Τα περισσότερα κράτη-μέλη της Ανατολικής Ευρώπης είχαν έτσι καλύτερες επιδόσεις στις προσπάθειες οικονομικής ανάκαμψης. Με το δεύτερο κύμα πανδημίας να σαρώνει ήδη την Ευρώπη, μένει ακόμη να φανεί πώς θα έχουν διαμορφωθεί τα πράγματα με το κλείσιμο του έτους, ωστόσο οι προσπάθειες υπήρξαν πραγματικά εντυπωσιακές.
Το τοπίο της αγοράς εργασίας θα αλλάξει οριστικά – Η περίπτωση της Ελλάδας
Οι θέσεις εργασίας του μέλλοντος αντικατοπτρίζουν ένα τελείως διαφορετικό πλαίσιο οργάνωσης και ρυθμιστικών παραμέτρων. Μέχρι πρότινος, τα μοντέλα εργασίας άλλαζαν με αργούς ρυθμούς, και οι όποιες αλλαγές θεωρούνταν επαναστάσεις. Σήμερα, η υιοθέτηση ενός νέου μοντέλου εργασίας θα αποτελεί τον κανόνα για όλες τις νεοφυείς επιχειρήσεις.
Τα νέα εργαλεία τεχνολογίας που έχει στα χέρια του το εργατικό δυναμικό προσφέρουν πολλές περισσότερες δυνατότητες επικοινωνίας και συνεργασίας στο εργασιακό περιβάλλον και αυτό οδηγεί σε καλύτερα αποτελέσματα με λιγότερο κόστος. Τα καινούρια μοντέλα εργασίας που θα διαμορφωθούν, θα είναι έτσι πολύ διαφορετικά από αυτά του προηγούμενου αιώνα τόσο στον τρόπο που θα λειτουργούν, όσο και στα αποτελέσματά τους.
Η περίπτωση της Ελλάδας χρησιμοποιείται ως πρότυπο για την επιτυχή αντιμετώπιση της πανδημίας COVID-19, ειδικά κατά τους πρώτους μήνες της επιδημίας. Το ελληνικό εργατικό δυναμικό επέδειξε υψηλή ανθεκτικότητα και καλά επίπεδα προσαρμοστικότητας, ακολουθώντας ομόφωνα τις οδηγίες των επιστημόνων και της κυβέρνησης.
Πολλές ελληνικές εταιρείες παρουσίασαν εξαιρετικά υψηλά επίπεδα ετοιμότητας σχετικά με τη διαχείριση του ανθρώπινου δυναμικού τους, λαμβάνοντας γρήγορα τα απαραίτητα μέτρα με αποτελεσματικό τρόπο, όπως πρωτοβουλίες για εργασία από το σπίτι και υιοθέτηση ευέλικτων μοντέλων εργασίας, παρά το γεγονός ότι και τα δύο είχαν πολύ μικρό ποσοστό εφαρμογής στην Ελλάδα πριν από την πανδημία, ιδιαίτερα σε σύγκριση με τα υπόλοιπα κράτη της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Παρόλα αυτά, ενώ η προσαρμογή στις νέες συνθήκες υπήρξε σχετικά γρήγορη, τόσο οι εργαζόμενοι όσο και οι εργοδότες δεν έχουν πιστεί για τον βαθμό αποδοτικότητας των νέων μορφών εργασίας, όπως η τηλεργασία, σύμφωνα και με την πρόσφατη έρευνα της Adecco με θέμα “Απασχολησιμότητα στην Ελλάδα 2020“.
Η ιδιαιτερότητα στην περίπτωση της Ελλάδας είναι πως η ελληνική οικονομία αποτελείται κυρίως από μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις και στη διάρκεια της καραντίνας πολλές από αυτές τις επιχειρήσεις αντιμετώπισαν μεγάλες δυσκολίες: δεν μπορούσαν να εφαρμόσουν αποτελεσματικά έναν τρόπο εργασίας βασισμένο στις νέες τεχνολογίες και αυτή η αδυναμία είχε σοβαρές συνέπειες για τη βιωσιμότητά τους. Ίδιες δυσκολίες παρατηρήθηκαν και σε ορισμένα κομμάτια του δημόσιου τομέα.
Η «ετοιμότητα» του εργατικού δυναμικού δοκιμάζεται
Ο όρος «εργασιακή ετοιμότητα» χρησιμοποιείται για να περιγράψει τον βαθμό στον οποίο ένας εργαζόμενος είναι εφοδιασμένος με τις δεξιότητες, την επιμονή αλλά και την εφευρετική σκέψη που απαιτούνται είτε για να αναζητήσει την κατάλληλη θέση εργασίας και να εκμεταλλευτεί τις ευκαιρίες όταν αυτές του προκύψουν, είτε για να ορθοποδήσει και να επανενταχθεί ταχύτερα στην αγορά εργασίας, ύστερα από σφοδρές περιόδους κρίσης, όπως η τρέχουσα πανδημία.
Δυστυχώς, στον συγκεκριμένο τομέα, σύμφωνα με τη Eurostat, η Ελλάδα βρίσκεται μαζί με την Τουρκία, τη Σερβία και τη Ρουμανία στις χαμηλότερες θέσεις σε σχέση με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, αναφορικά με τον αριθμό νέων εργαζόμενων που έχουν καλές πιθανότητες για ένα υποσχόμενο μέλλον στην αγορά εργασίας.
- Η σημαντικότερη παθογένεια που υπάρχει στην πλειοψηφία των χωρών της υπό εξέταση περιοχής αφορά τις δυνατότητες απασχόλησης του εργατικού δυναμικού, εξαιτίας της αδυναμίας του εκπαιδευτικού συστήματος να το προετοιμάσει κατάλληλα και να του παρέχει τα σωστά εφόδια για την αγοράς εργασίας. Οι δεξιότητες που έχουν οι εργαζόμενοι είναι τις περισσότερες φορές αναποτελεσματικές και δεν ανταποκρίνονται στις πραγματικές ανάγκες της αγοράς. Ταυτόχρονα, πολιτικές για την δια βίου μάθηση που θα εξασφάλιζαν τη συνεχή βελτίωση και επικαιροποίηση των δεξιοτήτων του εργατικού δυναμικού δεν φαίνεται να αποτελούν προτεραιότητα για τους υπεύθυνους χάραξης πολιτικών ή τους εκπροσώπους του επιχειρηματικού κόσμου.
- Η κοινωνική κινητικότητα στις συγκεκριμένες περιοχές είναι σε γενικές γραμμές μέτρια. Και αυτό διότι τα εφόδια με τα οποία άτομα και νοικοκυριά μπορούν να βελτιώσουν ουσιαστικά την κοινωνική τους θέση, είναι ομολογουμένως πολύ περισσότερα στις περιοχές με καλύτερες υποδομές εκπαίδευσης, που λαμβάνουν υπόψη τις ανάγκες της αγοράς εργασίας, βοηθώντας τους ανθρώπους να βελτιώσουν την ποιότητα ζωής μέσα από επαγγελματικές ευκαιρίες.
- Το κατά πόσον τα δύο φύλα είναι ίσα σε ζητήματα εργασίας αποτελεί πολύ σημαντικό δείκτη για το επίπεδο κοινωνικής προόδου και γενικότερης σταθερότητας. Όσον αφορά τις γυναίκες πτυχιούχους (ιδιαίτερα τις αποφοίτους τριτοβάθμιας εκπαίδευσης), όλες οι χώρες της περιοχής έχουν ικανοποιητικά σκορ. Μάλιστα, το ποσοστό των αποφοίτων γυναικών είναι υψηλότερο από το αντίστοιχο στους άνδρες στις περισσότερες χώρες της Ανατολικής Ευρώπης. Η Ελλάδα βρίσκεται σε πολύ υψηλή θέση στον συγκεκριμένο δείκτη ανάμεσα στις εξεταζόμενες χώρες, με πολύ μικρές διαφορές στους μισθούς ανδρών και γυναικών.
Οι Προβλέψεις για τη «Νέα Κανονικότητα»
Ένα βασικό στοιχείο που πρόκειται να αλλάξει για πάντα τα εργασιακά περιβάλλοντα είναι η ταχεία και μαζική υιοθέτηση του μοντέλου της εξ αποστάσεως εργασίας. Πρόκειται για μία παγκόσμια τάση, που όσο και αν δυσπιστούν για την αποδοτικότητά της εργοδότες και εργαζόμενοι στην Ελλάδα, διεθνώς φαίνεται πως με την εξάπλωσή της η παραγωγικότητα της εργασίας όχι μόνο δεν επηρεάστηκε αρνητικά, αλλά σε ορισμένους τομείς αυξήθηκε. Οι πρώιμες εκτιμήσεις δείχνουν ότι το ήμισυ του ενεργού εργατικού δυναμικού είναι ήδη σε θέση να δουλεύει μόνιμα εξ αποστάσεως. Οι εταιρείες από την πλευρά τους, σκοπεύουν να βρουν τρόπους ενίσχυσης του αισθήματος του ανήκειν στην εταιρική κοινότητα, ώστε να αντιμετωπίσουν τυχόν ψυχολογικές δυσκολίες που μπορεί να αντιμετωπίσουν οι εργαζόμενοι λόγω αυτής της αλλαγής, όπως κατάθλιψη και κόπωση.
Ο Κωνσταντίνος Μυλωνάς, Cluster Head Ελλάδας και Βουλγαρίας, δήλωσε σχετικά:
«Η τηλεργασία μπορεί να ήρθε για να μείνει αλλά δεν είναι όλοι οι εργοδότες έτοιμοι για να λειτουργήσουν αποτελεσματικά με αυτό το νέο μοντέλο συνεργασίας και ίσως δεν είναι και όλοι οι εργαζόμενοι έτοιμοι να ανταποκριθούν σε ένα τέτοιο μοντέλο, που απαιτεί περισσότερη ανάληψη πρωτοβουλιών. Χρειάζεται συνεργασία των δύο πλευρών για να εξασφαλιστεί η τήρηση των ορίων εκείνων που θα τις κάνει να νιώσουν ασφαλείς στο νέο αυτό μοντέλο εργασίας. Επιπλέον, είναι σημαντικό και οι δύο πλευρές να αναπτύξουν τις απαραίτητες δεξιότητες για να μπορέσουν να ανταποκριθούν σε αυτή τη νέα τάση. Το μέλλον της εργασίας ανήκει σε ένα εργατικό δυναμικό που θα εκπαιδεύεται και θα εξελίσσεται συνεχώς. Με έναν πληθυσμό που ολοένα και γερνάει, οι χώρες της περιοχής πρέπει να προσφέρουν περισσότερες ευκαιρίες εξέλιξης μέσω της δια βίου μάθησης, ώστε να αναβαθμίζουν συνεχώς τις προοπτικές όλων των πολιτών τους».
Όσο σημαντική και αν είναι η υιοθέτηση της εξ αποστάσεως εργασίας, δεν επιλύει τις προκλήσεις που ένα μεγάλο μέρος του εργατικού δυναμικού αντιμετωπίζει. Ο συνδυασμός πανδημίας και συνεχιζόμενης διαδικασίας αυτοματισμού σε όλο και περισσότερους εργασιακούς τομείς αυξάνει σημαντικά την πίεση σε κλάδους όπως η εκπαίδευση, η μεταποίηση, η φιλοξενία και η ψυχαγωγία.
Κάτι τέτοιο επηρεάζει σε μεγαλύτερο βαθμό τις πιο ευάλωτες κατηγορίες εργαζομένων: τους μεσήλικες και νέους εργαζομένους. Και μάλιστα σε μια περίοδο κατά την οποία, η ανεργία των νέων στην περιοχή είναι ήδη υψηλή. Χώρες όπως η Ελλάδα, η Κροατία, η Τουρκία, η Τυνησία ή η Ρουμανία έχουν ποσοστά ανεργίας πάνω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο.