Μεγαλύτερες απώλειες μετρούν οι επιχειρήσεις χωρίς παρουσία στο ψηφιακό κανάλι, το οποίο από μερίδιο 5-6% που είχε προ πανδημίας στον κύκλο εργασιών της αγοράς, εκτοξεύθηκε στο 65-85% εν μέσω lockdown για να σταθεροποιηθεί, σύμφωνα με τις προβλέψεις, γύρω στο 20% μετά την κρίση, με ένα επιπλέον 10% των πωλήσεων να έρχεται από τις τηλεφωνικές παραγγελίες, μέσω των call centers των καταστημάτων.
Τα παραπάνω αποτελούν μελέτες του Συνδέσμου Επιχειρήσεων και Λιανικής Πωλήσεως Ελλάδος (ΣΕΛΠΕ), σύμφωνα με τον πρόεδρό του Αντώνη Μακρή.
Όπως είπε μιλώντας για την επανεκκίνηση του λιανεμπορίου σε διαδικτυακή συζήτηση που διοργάνωσε το ΙΟΒΕ, η αγορά είναι ενιαία και θα πρέπει να αντιμετωπιστεί ως τέτοια χαρακτηρίζοντας λάθος να ανοίξουν πρώτα τα μικρά και μετά να ακολουθήσουν τα μεγάλα καταστήματα.
Μάλιστα σε συνέχεια του νέου ρεκόρ στα ημερήσια κρούσματα Covid-19 χθες, αυξάνεται ο βαθμός δυσκολίας για το μοντέλο επανεκκίνησης και αναπτύσσεται debate μεταξύ μεγάλων και μικρών παικτών της αγοράς, με τη συζήτηση να τροφοδοτούν διάφορα σενάρια, με επίκεντρο την αύξηση της κινητικότητας σε εμπορικές πιάτσες, αν δεν ανοίξουν εμπορικά κέντρα και malls, αλλά και το ποια καταστήματα είναι πιο ασφαλή, τα μεγάλα και πιο οργανωμένα ή τα μικρά, που πέρα από την υιοθέτηση των μέτρων του ΕΟΔΥ έτσι κι αλλιώς υποδέχονται 2-3 επισκέπτες για τα τετραγωνικά τους. Οι τάσεις είναι αμφίρροπες, όπως και για τις πιθανές ημερομηνίες για την επανεκκίνηση, 5, 12 ή 19 Απριλίου, με το πρώτο σενάριο να χαρακτηρίζεται δύσκολο από την αγορά, το δεύτερο πιθανό και το τρίτο οριακό.
Οι μικρομεσαίοι
Τότε θα κριθεί η ανθεκτικότητα τόσο των μεγάλων εταιρειών όσο και των μικρών επιχειρήσεων, η πλειοψηφία των οποίων τροφοδοτείται από την εγχώρια χονδρική αγορά. Πολλές από αυτές έχοντας αγοράσει εμπορεύματα που δεν μπορούν να διαθέσουν, με κλειστά καταστήματα, και χωρίς να είναι σε θέση να ανταγωνιστούν τα ισχυρά σήματα, με τα οργανωμένα e-shops, εκπέμπουν σήμα κινδύνου.
Όπως είπε στη διαδικτυακή συζήτηση του ΙΟΒΕ ο Γιώργος Καρανίκας, Πρόεδρος Ελληνικής Συνομοσπονδίας Εμπορίου και Επιχειρηματικότητας (ΕΣΕΕ), για ορισμένες οικογενειακές επιχειρήσεις, που απασχολούν 2-3 εργαζόμενους, τα μέτρα στήριξης δεν ήταν αρκετά για να καλύψουν λειτουργικά έξοδα, ΔΕΚΟ, φορολογικές υποχρεώσεις, προσωπικές ασφαλιστικές εισφορές και τα απαραίτητα για τα προς το ζην αγαθά. Γι’ αυτές τις επιχειρήσεις ο τζίρος των καταστημάτων είναι ζωτικής σημασίας. Έτσι αγωνιούν για την επανεκκίνηση. Ωστόσο για να υπάρξει τζίρος πρέπει να υπάρξει ζήτηση, η οποία με τη σειρά της είναι συνάρτηση αγοραστικής δύναμης, ψυχολογίας και ομαλής λειτουργίας της αγοράς χωρίς αποκλεισμούς, συμπεριλαμβανομένης της εστίασης.
Τα κοινά προβλήματα
Με άλλα λόγια η αγορά είναι ενιαία, όπως τόνισε και ο κ. Καρανίκας. Εξάλλου, ορισμένα προβλήματα είναι κοινά για τις επιχειρήσεις του λιανεμπορίου, με ενδεικτικό παράδειγμα τον κλάδο της ένδυσης, που εδώ κι ένα χρόνο συσσωρεύει στοκ, υποχρεώσεις και χρέη στις τράπεζες.
Όπως σημειώνουν επιχειρηματίες, τα καταστήματα έκλεισαν τον περασμένο Μάρτιο με κρατική εντολή έχοντας παραγγείλει ανοιξιάτικα εμπορεύματα τα οποία πλήρωσαν με επιταγές και στη συνέχεια τα φύλαξαν στις αποθήκες προκειμένου να τα εκποιήσουν στις εκπτώσεις ενώ ειδικά λόγω των συνθηκών της πανδημίας ένα μικρό μέρος κρατήθηκε για την φετινή άνοιξη. Η επανεκκίνηση του Μαΐου, έφερε υψηλή ζήτηση για λίγες μόνο ημέρες, όπως συνέβη άλλωστε και με την επανεκκίνηση του φετινού Ιανουαρίου, οπότε συσσωρεύθηκε νέος όγκος εμπορευμάτων στις αποθήκες των καταστημάτων, τα οποία έκλεισαν στις αρχές του περασμένου Νοεμβρίου με την προσδοκία να ανοίξουν στις γιορτές.