Την αντίθεσή της στην προώθηση σημαντικών αλλαγών και εξαιρέσεων στην αγορά διαδικτυακών παιγνίων από την Επιτροπή Εποπτείας και Ελέγχου Παιγνίων (ΕΕΕΠ) εκφράζει με επιστολή της η Ελληνική Ένωση Εταιρειών Παιγνίων στο Διαδίκτυο (HOGA).
Η Ένωση, που εκπροσωπεί συλλογικά διαδικτυακών παιγνίων που κατέχουν ποσοστό άνω του 90% της αγοράς στην Ελλάδα, με την επιστολή της προς τον Πρόεδρο της ΕΕΕΠ, κ. Δημήτρη Ντζανάτο, σημειώνει ότι οι αλλαγές που προωθούνται κατά τη διαδικασία τελικής ρύθμιση της αγοράς, «υποβαθμίζουν, εκ των πραγμάτων, το ίδιο το νέο πλαίσιο λειτουργίας της».
Συγκεκριμένα, όπως αναφέρει η HOGA στην επιστολή της, προωθείται από την ΕΕΕΠ μια σημαντική εξαίρεση στην υποχρέωση από τον κανονισμό για την εγκατάσταση τόσο των υποψηφίων για αδειοδότηση εταιρειών αλλά και των main server τους, εντός χώρας της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου.
«Η εξαίρεση αυτή, εφόσον εγκριθεί, θα δίνει τη δυνατότητα για λήψη άδειας παροχής τυχερών παιγνίων στο διαδίκτυο στην Ελλάδα και σε εταιρείες με εγκατάσταση (τόσο των εταιρειών όσο και των main server τους) σε χώρες εκτός της ΕΕ και του ΕΟΧ, αρκεί οι χώρες αυτές να έχουν ενταχθεί σε καθεστώς επαρκούς (adequate) GDPR status. Όπως είναι εύκολα αντιληπτό, η δυνατότητα αυτή βάλει ευθέως κατά της βασικής θεώρησης του νέου κανονιστικού πλαισίου για άμεσο έλεγχο των εταιρειών που θα λειτουργούν με άδεια από την ΕΕΕΠ, όπως επίσης βάλει και κατά του στόχου της απόλυτης διαφάνειας στην λειτουργίας τους. Ταυτόχρονα δε, προσκρούει στον πυρήνα των πολιτικών της ΕΕ για την προστασία του καταναλωτικού κοινού στον ευαίσθητο τομέα της προστασίας των προσωπικών δεδομένων» επισημαίνεται στην επιστολή.
Ειδικότερα αναφέρουν ότι η βασική υποχρέωση των εταιρειών για διατήρηση των server τους εντός χώρας της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή του ΕΟΧ, δίνει τη δυνατότητα για παρακολούθηση σε πραγματικό χρόνο τόσο των εσόδων τους όσο και όλων των κινήσεων που πραγματοποιούνται, διασφαλίζοντας τόσο τα δημόσια έσοδα και το υπεύθυνο παιχνίδι, όσο και τον ίδιο τον υγιή ανταγωνισμό, δεδομένου ότι η εκμηδένιση της δυνατότητας φοροδιαφυγής δημιουργεί εκ των πραγμάτων ίδιους όρους για όλες τις εταιρείες που θα λειτουργούν με άδεια στην Ελλάδα. Και βέβαια με έναν τρόπο που η προστασία των προσωπικών δεδομένων που διασφαλίζει το νέο ευρωπαϊκό κανονιστικό πλαίσιο, δεν θα θίγεται ούτε θα μπορεί να τεθεί σε κίνδυνο.
Μάλιστα τονίζουν ότι η χαλάρωση του βασικού αυτού όρου του κανονισμού, στην περίπτωση που υιοθετηθεί τελικά από τον Υπουργό Οικονομικών (αφού πρόκειται για αλλαγή του ισχύοντος κανονισμού), θα πρέπει να συνοδεύεται από τη ρητή πρόβλεψη για άμεση δυνατότητα ελέγχου και πρόσβασης στους main server των εταιρειών, με υπογραφή σύμβασης συνεργασίας μεταξύ της ΕΕΕΠ και της εκάστοτε ρυθμιστικής αρχής της χώρας εγκατάστασης, καθώς και από τη δυνατότητα για άμεσο, real time audit από την ΕΕΕΠ, στα ίδια πρότυπα που έχουν εφαρμόσει άλλες ευρωπαϊκές χώρες (όπως για παράδειγμα η Δανία), διαφορετικά δεν θα διασφαλίζεται η διαφάνεια και η ισονομία, πράξη που δεν μπορεί από το να μας βρίσκει αντίθετους.
Ακόμα μία σημαντική εξαίρεση που προωθείται χαρακτηρίζουν, αυτή της έναρξης λειτουργίας νέων παρόχων στην Ελληνική αγορά πριν από την ολοκλήρωση της διαδικασίας αδειοδότησης για τις υπόλοιπες εταιρείες που δραστηριοποιούνται ήδη νόμιμα στην Ελλάδα σύμφωνα με το μεταβατικό καθεστώς, είτε απευθείας είτε ως sublicensees, και που έχουν καταθέσει φάκελο για έκδοση αδείας νόμιμα και τυπικά. Πολλές φορές δε, αρκετούς μήνες πριν από τους νέους παρόχους.
«Είναι πρόδηλο ότι η δυνατότητα που προτίθεστε να δώσετε σε αυτές τις εταιρείες, να ξεκινήσουν άμεσα τη λειτουργία τους είτε εφαρμόζοντας τον νέο κανονισμό είτε τον σημερινό μεταβατικό (έχοντας όμως ως δεδομένο ότι το μεταβατικό καθεστώς που όρισε ο Νόμος 4635/2019, άρθρο 203, δεν δίνει αυτήν την δυνατότητα σε καμία άλλη εταιρεία πλην των με κάθε τρόπο νομίμως λειτουργούντων μέχρι και την ψήφιση του Νόμου) και ενώ η διαδικασία αδειοδότησης για τις εταιρείες που λειτουργούν ήδη στην Ελλάδα ακολουθεί το χρονοδιάγραμμα που η ΕΕΕΠ έχει θέσει, δημιουργεί προφανείς συνθήκες αθέμιτου ανταγωνισμού και όχι μόνο» επισημαίνουν χαρακτηριστικά.