Η Ελληνική Συνομοσπονδία Εμπορίου και Επιχειρηματικότητας (ΕΣΕΕ) έκανε ορισμένες επισημάνσεις για το πολυνομοσχέδιο, τις οποίες θα πρέπει να προσέξουν οι επιχειρηματίες.
Οι επισημάνσεις αυτές σχετίζονται με τις ποινικές διώξεις, τις αυξήσεις και μειώσεις φόρων, τα φορολογικά πρόστιμα και τις προσαυξήσεις.
Τα 13 φορολογικά σημεία του πολυνομοσχεδίου που εντοπίζονται από την ΕΣΕΕ είναι τα εξής:
1. Αυξάνονται οι συντελεστές φόρου για τα εισοδήματα από ακίνητη περιουσία τα οποία αποκτήθηκαν ή πρόκειται να αποκτηθούν εντός του 2015. Για ετήσιο ποσό μισθωμάτων μέχρι 12.000 ευρώ ο συντελεστής φόρου αυξάνεται από το 11% στο 15%, ενώ για κάθε ποσό εισπραχθέντων μισθωμάτων πέραν των 12.000 ευρώ το χρόνο ο συντελεστής φόρου αυξάνεται από το 33% στο 35%. Όσοι φορολογούμενοι αποκτούν ετήσια εισοδήματα από ακίνητη περιουσία από 1.000 μέχρι 12.000 ευρώ θα πληρώνουν επιπλέον φόρο εισοδήματος από 40 έως και 480 ευρώ το χρόνο, ενώ όσοι έχουν ετήσια εισοδήματα από ακίνητα πάνω από 12.000 ευρώ θα πληρώσουν επιπλέον φόρο 480 ευρώ το χρόνο.
2. Επεκτείνεται η φορολόγηση με τους νέους αυξημένους συντελεστές 15% και 35% και στα ποσά των μισθωμάτων που δεν καταφέρνουν να εισπράξουν οι ιδιοκτήτες από τους ενοικιαστές τους, καθώς καταργείται το δικαίωμα των ιδιοκτητών να εκχωρούν στο δημόσιο τα ανείσπρακτα ενοίκια, οπότε οφείλουν κι αυτά να τα δηλώνουν στην Εφορία και να φορολογούνται και γι' αυτά, παρά το γεγονός ότι δεν τα έχουν εισπράξει. Και η διάταξη ισχύει για τα ενοίκια που έπρεπε να εισπραχθούν από την 1-1-2015 και μετά αλλά δεν εισπράχθηκαν.
3. Μειώνεται από τα 5 στο 1 ευρώ το όριο του ποσού του ΕΝΦΙΑ που δεν θα αναζητείται από το δημόσιο για είσπραξη. Αυτό σημαίνει ότι φέτος όσοι φορολογούμενοι δουν στα εκκαθαριστικά του ΕΝΦΙΑ ότι τους έχουν καταλογιστεί να πληρώσουν ποσά φόρου της τάξεως των 2 ή 3 ευρώ, θα πρέπει να τα καταβάλουν στο Δημόσιο, διότι αλλιώς τα ποσά αυτά θα καταστούν ληξιπρόθεσμα χρέη και θα επιβαρυνθούν με τόκους εκπρόθεσμης καταβολής.
4. Καταργούνται τα πρόστιμα που επιβάλλονται σε επιχειρήσεις και ελεύθερους επαγγελματίες για μη έκδοση ή ανακριβή έκδοση αποδείξεων και λοιπών φορολογικών στοιχείων. Τα πρόστιμα αυτά ανέρχονταν σε 250 ευρώ ανά μη εκδοθείσα ή ανακριβώς εκδοθείσα απόδειξη για όσους τηρούν βιβλία απλογραφικά (πρώην β' κατηγορίας) και σε 500 ευρώ ανά μη εκδοθείσα ή ανακριβώς εκδοθείσα απόδειξη για όσους τηρούν βιβλία διπλογραφικά (πρώην γ' κατηγορίας).
5. Καταργούνται τα πρόστιμα που επιβάλλονται για έκδοση ή λήψη πλαστών και εικονικών φορολογικών στοιχείων.
6. Μειώνονται πρόστιμα που επιβάλλονται σε περίπτωση διαπίστωσης από τη φορολογική διοίκηση ότι ο φόρος που προέκυψε από τη φορολογική δήλωση είναι μικρότερος από τον φόρο που βεβαιώθηκε από τον φορολογικό έλεγχο. Ειδικότερα, αν το ποσό του φόρου που προκύπτει με βάση φορολογική δήλωση υπολείπεται του ποσού του φόρου που προκύπτει από τον έλεγχο της φορολογικής διοίκησης, το πρόστιμο επί της διαφοράς στο οποίο υπόκειται ο φορολογούμενος:
· Μειώνεται από 30% σε 25% του ποσού της διαφοράς, αν το ποσό αυτής υπερβαίνει το 20% και φθάνει μέχρι το 50% του φόρου που προκύπτει βάσει της φορολογικής δήλωσης.
· Μειώνεται από 100% σε 50% του ποσού της διαφοράς, αν το εν λόγω ποσό αυτής υπερβαίνει σε ποσοστό το 50% του φόρου που προκύπτει με βάση τη φορολογική δήλωση και αποδεικνύεται ότι η ανακρίβεια οφείλεται σε πρόθεση του φορολογουμένου.
7. Πρόστιμα προβλέπονται και για παραβάσεις σχετικές με την μη απόδοση ΦΠΑ, οι οποίες διαπιστώνονται κατόπιν ελέγχου, οπότε θα επιβάλλονται τα ακόλουθα πρόστιμα:
· Σε περίπτωση μη έκδοσης φορολογικού στοιχείου ή έκδοσης ή λήψης ανακριβούς στοιχείου για πράξη που επιβαρύνεται με ΦΠΑ, επιβάλλεται πρόστιμο 50% επί του φόρου που θα προέκυπτε από το μη εκδοθέν στοιχείο, ή επί της διαφοράς, αντίστοιχα. Εξαιρείται της επιβολής κυρώσεων ο λήπτης που τελούσε σε καλή πίστη κατά την λήψη των στοιχείων.
· Σε κάθε περίπτωση όπου διαπιστώνεται, κατόπιν ελέγχου, η υποβολή ανακριβών δηλώσεων ή η μη υποβολή δηλώσεων, υποβολή δηλώσεων, με συνέπεια τη μη απόδοση ή την μειωμένη απόδοση ή την επιπλέον έκπτωση ή επιστροφή ΦΠΑ, επιβάλλεται πρόστιμο ίσο με 50% επί του ποσού του φόρου που θα προέκυπτε από την μη υποβληθείσα δήλωση ή επί της διαφοράς, αντίστοιχα.
· Σε περίπτωση άσκησης οικονομικής δραστηριότητας χωρίς να έχει υποβληθεί δήλωση έναρξης εργασιών, παρά την ύπαρξη σχετικής υποχρέωσης, επιβάλλεται πρόστιμο ίσο με ποσοστό 50% επί του ποσού του ΦΠΑ που θα έπρεπε να είχε αποδοθεί για όλη τη διάρκεια λειτουργίας της οικονομικής δραστηριότητας.
· Σε κάθε πρόσωπο μη υπόχρεο σε υποβολή δηλώσεων ΦΠΑ που εκδίδει φορολογικά στοιχεία με ΦΠΑ, χωρίς να έχει τέτοια υποχρέωση, επιβάλλεται πρόστιμο ίσο με ποσοστό 50% επί του αναγραφόμενου φόρου που δεν αποδόθηκε.
· Το πρόστιμο που προβλέπεται σε περίπτωση μη υποβολής δήλωσης από την οποία θα προέκυπτε υποχρέωση καταβολής φόρου, μειώνεται από το 100% στο 50% επί του ποσού του φόρου που αναλογεί στη μη υποβληθείσα δήλωση.
8. Μειώνονται τα πρόστιμα για μη απόδοση παρακρατούμενων φόρων. Σε περίπτωση μη υποβολής δήλωσης παρακρατούμενου φόρου από την οποία θα προέκυπτε υποχρέωση απόδοσης φόρου επιβάλλεται πρόστιμο ποσοστού 50% επί του ποσού του φόρου που αναλογεί στη μη υποβληθείσα δήλωση. Το πρόστιμο αυτό μέχρι σήμερα ανέρχεται στο 100% του φόρου που αναλογεί στη μη υποβληθείσα δήλωση. Συνεπώς με τη νέα διάταξη το πρόστιμο μειώνεται στο μισό.
9. Η αποβολή οφειλέτη από τη ρύθμιση των 100 δόσεων προς το δημόσιο θα γίνεται εφόσον αυτός δεν πληρώσει εμπρόθεσμα τρέχουσες φορολογικές οφειλές του εντός 30 ημερών από τη λήψη της ειδοποίησης για την τακτοποίησή τους και όχι εντός τριμήνου από τη λήξη της προθεσμίας εμπρόθεσμης καταβολής τους.
10. Αλλάζει ριζικά η νομοθεσία για τις ποινικές κυρώσεις που επιβάλλονται σε όσους διαπράττουν αδικήματα φοροδιαφυγής. Όποιος διαπράττει έγκλημα φοροδιαφυγής από τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον δύο ετών:
· Αν ο φόρος που αναλογεί στα φορολογητέα εισοδήματα ή στα περιουσιακά στοιχεία υπερβαίνει ανά φορολογικό έτος ή ανά φορολογική υπόθεση τις 100.000 ευρώ.
· Αν το προς απόδοση ποσό του κύριου φόρου, τέλους ή εισφοράς που δεν αποδόθηκε ή αποδόθηκε ανακριβώς ή επεστράφη ή συμψηφίστηκε ή εξέπεσε ή παρακρατείται υπερβαίνει τις 50.000 ευρώ, εφόσον αφορά ΦΠΑ ή τις 100.000 ευρώ ανά είδος φόρου, τέλους ή εισφοράς σε κάθε άλλη περίπτωση.
11. Επιβάλλεται κάθειρξη αν το ποσό του φόρου, τέλους ή εισφοράς της προηγούμενης παραγράφου υπερβαίνει τις 100.000 ευρώ εφόσον αφορά ΦΠΑ, ή τις 150.000 ευρώ σε κάθε άλλη περίπτωση φόρου, τέλους ή εισφοράς. Επίσης, καταργείται η δυνατότητα επιλογής έως δύο κατωτέρων ασφαλιστικών κλάσεων, η δυνατότητα συμψηφισμού ληξιπρόθεσμων χρεών - μελλοντικής σύνταξης ασφαλισμένων του ΟΑΕΕ και η αποποινικοποίηση των οφειλών προς των ΟΑΕΕ.
12. Όποιος εκδίδει πλαστά ή εικονικά φορολογικά στοιχεία, καθώς και όποιος αποδέχεται εικονικά φορολογικά στοιχεία ή νοθεύει τέτοια στοιχεία, τιμωρείται με ποινή φυλάκισης τουλάχιστον τριών 3 μηνών που μπορεί να φθάσει το 1 έτος, εφόσον η συνολική αξία των εικονικών φορολογικών στοιχείων υπερβαίνει το ποσό των 30.000 ευρώ και με κάθειρξη, εφόσον το ως άνω ποσό υπερβαίνει τις 150.000 ευρώ.
13. Η ποινική δίωξη δεν σταματά ακόμη και αν ασκηθεί προσφυγή ενδικοφανής σε διοικητική επιτροπή ή κανονική σε διοικητικό δικαστήριο. Μόνο αν το ποινικό δικαστήριο κρίνει ότι η απόφαση του διοικητικού δικαστηρίου είναι βασική για την δική του κρίση, μπορεί να σταματήσει την διαδικασία. Τέλος η εξαγορά της ποινής φυλάκισης απαγορεύεται σε περίπτωση υποτροπής.