Οι συντάκτες της έκθεσης του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου για την πορεία της οικονομίας της Ελλάδας δεν κρύβουν τον προβληματισμό τους για την υψηλή, όπως την θεωρούν κρατική δαπάνη συντάξεων και μισθών στο δημόσιο τομέα. Αναφέρεται μάλιστα ότι θα ήταν καλύτερο η δαπάνη αυτή να μειωθεί. Ουσιαστικά, οι τεχνοκράτες του ΔΝΤ επαναλαμβάνουν αυτά που έχουν υποστηρίξει στο παρελθόν για ένα και μόνο λόγο: η πραγματικότητα είναι ότι η δαπάνη δεν είναι μεγάλη ως προς το απόλυτο μέγεθος, αλλά λόγω της νέας μείωσης του ΑΕΠ έχει ξεφύγει από τα συνήθη όρια που θέτουν οι εμπειρογνώμονες του ΔΝΤ. Σε ότι αφορά την έκθεση της Κομισιόν που δημοσιεύτηκε χθες γίνεται ειδική αναφορά στο θέμα των εκκρεμών αιτήσεων συνταξιοδότησης, όπως και στις αλλαγές που επίκεινται στην αξιολόγηση της αναπηρίας.
Αναλυτικότερα:
Διαπιστώνεται ότι οι κρατικές δαπάνες για τις συντάξεις αλλά και για τους μισθούς του Δημοσίου, τείνουν να επανέλθουν στα προ της οικονομικής κρίσης επίπεδα. Στο πλαίσιο αυτό επισημαίνεται ότι από τις δύο αυτές πηγές μπορούν να προκύψουν σημαντικές εξοικονομήσεις, με σημαντικό δημοσιονομικό όφελος για την χώρα.
Γίνεται αναφορά στον αριθμό των δημοσίων υπαλλήλων που έχει αυξηθεί και πάλι στα προ κρίσεως επίπεδα και στις ΔΕΚΟ που συνεχίζουν να αποστραγγίζουν τον προϋπολογισμό.
Τίθεται χρονικό όριο έως το τέλος του έτους για την πλήρη εκκαθάριση των εκκρεμοτήτων στις αιτήσεις συνταξιοδότηση. Το συγκεκριμένο πρόβλημα θεωρείται από τα βασικά ζητήματα που προκαλούν επιβάρυνση στα δημόσια οικονομικά.
Πάντως, οι θεσμοί αποδέχονται ότι λαμβάνονται μέτρα με στόχο η περίοδος απονομής σύνταξης να περιοριστεί στους τρεις μήνες. Για του λόγου το αληθές αναφέρονται στα στοιχεία Φεβρουαρίου σύμφωνα με τα οποία οι ληξιπρόθεσμες υποχρεώσεις του ΕΦΚΑ από τα 494 εκατ. ευρώ που είχαν ανέλθει τον περασμένο Δεκέμβριο, υποχώρησαν στα 461 εκατ. ευρώ. Στην έκθεση γίνεται ξεχωριστή αναφορά στο νεοσύστατο μέτρο της προκαταβολής σύνταξης, για όσους έχουν υποβάλλει αίτηση, στην αύξηση του προσωπικού και στην ύπαρξη ειδικής ομάδας για να υπάρξουν λύσεις στο διοικητικό πεδίο και, όπου χρειαστεί, να γίνουν και νομικές παρεμβάσεις.
Εντός του καλοκαιριού θα πρέπει η κυβέρνηση να προχωρήσει σε μεταρρύθμιση του συστήματος αξιολόγησης της αναπηρίας, με προοπτική νομοθέτησης, τον Σεπτέμβριο. Στόχος είναι η αξιολόγηση της αναπηρίας να μην προκύπτει μόνο από τον ιατρικό φάκελο του ενδιαφερόμενου, αλλά και από την πρακτική λειτουργικότητά του, ώστε να προσαρμόζονται αναλόγως και οι παροχές (συντάξεις και επιδόματα). Υπενθυμίζεται ότι η Κυβέρνηση έχει δεσμευτεί προς την Κομισιόν, να θέσει σε εφαρμογή το νέο σύστημα αξιολόγησης, το αργότερο έως το τέλος του α’ τριμήνου της επόμενης χρονιάς. Άλλωστε, η Κομισιόν αναφέρεται στην καθυστέρηση που έχει εντοπιστεί, αναφορικά με την επέκταση του συστήματος αξιολόγησης, σε πιλοτική μορφή.
Από τα υπόλοιπα πεδία με τα οποία καταπιάνεται η Έκθεση της Κομισιόν, ξεχωρίζει η ειδική αναφορά στην ανάγκη να ολοκληρωθεί μια άλλη μεταρρύθμιση, που αφορά στην επιδότηση των δημοσίων μεταφορών. Πρόκειται για μια παρέμβαση που συνδέεται ευθέως και με το Ελάχιστο Εγγυημένο Εισόδημα, και τις παροχές που θα μπορούν να αξιοποιούν στο εξής, οι δικαιούχοι του. Ο στόχος παραμένει και δεν είναι άλλος από τη μείωση της φτώχειας που με στοιχεία του 2019, βρίσκεται στο 30%, ποσοστό από τα υψηλότερα στην ΕΕ. Διαπιστώνεται όμως ότι το ΕΕΕ μπορεί να βοηθήσει προς αυτή την κατεύθυνση.
Στις παρεμβάσεις που ζητάει η Κομσιόν να γίνουν, εντάσσεται και επίτευξη σύνδεσης των δικαιούχων του ΕΕΕ με τα συστήματα πληροφορικής του ΟΑΕΔ και τα Κέντρα Κοινότητας.