Η συγκεκριμένη δραστηριότητα αποτελεί τμήμα του μεγάλου έργου περιβαλλοντικής αποκατάστασης της περιοχής από την μακροχρόνια προγενέστερη μεταλλευτική δραστηριότητα, που έχει αναλάβει η Ελληνικός Χρυσός από την αρχή της δραστηριοποίησής της και το οποίο αποτελεί το μεγαλύτερο αντίστοιχο πρόγραμμα περιβαλλοντικής αποκατάστασης που έχει πραγματοποιηθεί στην Ελλάδα. Είναι ενδεικτικό ότι από την έναρξη υλοποίησής του έχουν ήδη επενδυθεί περισσότερα από 120 εκατ. ευρώ.
Η αποκατεστημένη περιοχή βρίσκεται κοντά στο εργοστάσιο εμπλουτισμού της Ολυμπιάδας, και αποτελούσε έναν υπαίθριο χώρο απόθεσης μεταλλευτικών υλικών που σύμφωνα με τα ιστορικά διαθέσιμα στοιχεία διαμορφώθηκε τη δεκαετία του ‘80 και λειτούργησε μέχρι το 1995 - πολύ πριν την ανάληψη της ιδιοκτησίας των Μεταλλείων Κασσάνδρας από την Ελληνικός Χρυσός - για την αποθήκευση των παραγόμενων συμπυκνωμάτων αρσενοπυριτών του μεταλλείου Ολυμπιάδας. Η συνολική έκταση του παλαιού αυτού χώρου απόθεσης ανέρχεται σε 32 περίπου στρέμματα.
Πέραν της απομάκρυνσης του αρσενοπυρίτη, που ήταν η κύρια πηγή ρύπανσης της περιοχής, απαιτήθηκαν και εκτενείς εργασίες καθαρισμού και εξυγίανσης από τα υπολείμματα και τα επιβαρυμένα εδάφη τα οποία μεταφέρθηκαν στο σύνολό τους στον Χώρο Ξηρής Απόθεσης Κοκκινόλακκα, για την περιβαλλοντικά ασφαλή απόθεσή τους. Ακολούθησαν εργασίες εδαφοκάλυψης και διαμόρφωσης για την επαναφορά του αρχικού αναγλύφου.
Με την ολοκλήρωση όλων των εργασιών, η περιοχή πλέον έχει ξεκινήσει να επανέρχεται στη φυσική της πρότερη κατάσταση και να ξαναπρασινίζει με τη φύτευση 3.700 ενδημικών φυτών που προέρχονται από το ιδιόκτητο φυτώριο της Ελληνικός Χρυσός στην Ολυμπιάδα.
Η Ελληνικός Χρυσός λειτουργεί διαχρονικά με κύριο μέλημα την προστασία του περιβάλλοντος που την φιλοξενεί και συνεχίζει, στο πλαίσιο της υπεύθυνης μεταλλευτικής δραστηριότητας, να υλοποιεί σημαντικά έργα υψηλής τεχνογνωσίας για την πλήρη αποκατάσταση των επηρεαζόμενων περιοχών, τόσο από την προγενέστερη μεταλλευτική δραστηριότητα όσο και παράλληλα με τις εργασίες της, προκειμένου να παραδοθούν άρτιες στην τοπική κοινωνία μετά το πέρας λειτουργίας των μεταλλείων.