Με μείωση των πωλήσεων, αλλά αύξηση των καθαρών κερδών έκλεισε το εννεάμηνο για τη ΦΑΓΕ. Σύμφωνα με τα οικονομικά αποτελέσματα που ανακοίνωσε η γνωστή γαλακτοβιομηχανία οι πωλήσεις της στο διάστημα Ιανουαρίου – Σεπτεμβρίου 2015 διαμορφώθηκαν σε 500,2 εκατ. δολάρια, καταγράφοντας μείωση σε σύγκριση με το αντίστοιχο διάστημα του 2014 κατά 2,1% ή κατά 10,7 εκατ. δολάρια. Κύρια αιτία για τη μείωση αυτή, σύμφωνα με τα όσα η ίδια η εταιρεία αναφέρει στην οικονομική της έκθεση είναι η υποχώρηση του ευρώ και της στερλίνας έναντι του δολαρίου. Η μείωση δεν ήταν μεγαλύτερη, καθώς αυξήθηκαν οι πωλήσεις σε όγκο κατά 3,6%.
Οι δραστηριότητες εκτός Ελλάδας όχι μόνο συνεχίζουν να αποτελούν το βασικό “αιμοδότη” για τη ΦΑΓΕ, αλλά αυξάνεται ολοένα και περισσότερο η θετική επίδρασή τους στα αποτελέσματα της εταιρείας. Στο εννεάμηνο του 2015 οι πωλήσεις εκτός Ελλάδας αντιστοιχούσαν στο 82,3% των συνολικών πωλήσεων, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό στο εννεάμηνο του 2014 ήταν 76,5%.
Ειδικότερα, ο όγκος πωλήσεων αυξήθηκε κατά 41,7% στην Ιταλία, κατά 32,9% στο Ηνωμένο Βασίλειο και κατά 3,3% στις ΗΠΑ.
Αντιθέτως στην Ελλάδα ο όγκος πωλήσεων υποχώρησε για μια ακόμη φορά, κατά 10,8% στο εννεάμηνο του 2015 έναντι του εννεαμήνου του 2014. Η υποχώρηση αυτή αποδίδεται από την εταιρεία στην κάμψη της ζήτησης, η οποία, όπως σημειώνει επιδεινώθηκε μετά την επιβολή των capital controls. Επίσης, σχετίζεται με το γεγονός ότι η ΦΑΓΕ έχει περιορίσει την έκθεσή της σε ασυνεπείς πελάτες. Το τελευταίο έχει αρνητική επίδραση στον όγκο πωλήσεων, αλλά μειώνει την έκθεσή της σε πιστωτικό κίνδυνο. Η ίδια σημειώνει ότι τα προβλήματα ρευστότητας για τους Έλληνες λιανέμπορους έχουν γίνει οξύτερα μετά τους περιορισμούς στην κίνηση κεφαλαίων.
Τα μικτά κέρδη της ΦΑΓΕ διαμορφώθηκαν στο εννεάμηνο του 2015 σε 245,5 εκατ. δολάρια, σημειώνοντας αύξηση 22,1% σε σύγκριση με πέρυσι. Τα καθαρά κέρδη ανήλθαν σε 41,6 εκατ. δολάρια έναντι 21,9 εκατ. δολαρίων το 2014.
Πιθανοί κίνδυνοι ρευστότητας για τη ΦΑΓΕ λόγω της έκθεσής της στην Ελλάδα μετά τα capital controls αμβλύνονται από το γεγονός ότι ο όμιλος διατηρεί σημαντικά ταμειακά διαθέσιμα σε τράπεζες του εξωτερικού, ενώ και οι πηγές χρηματοδότησής του προέρχονται επίσης από ξένες τράπεζες κατά κύριο λόγο.