Οι τεχνολογικοί γίγαντες των ΗΠΑ θα πρέπει να καλύψουν ένα μέρος του οικονομικού κόστους για την ανάπτυξη των ευρωπαϊκών τηλεπικοινωνιακών δικτύων, καθώς τα χρησιμοποιούν σε πολύ μεγάλο βαθμό, όπως ανέφεραν οι εκτελεστικοί διευθυντές της Deutsche Telekom, της Vodafone, αλλά και άλλων έντεκα μεγάλων ευρωπαϊκών τηλεπικοινωνιακών εταιριών.
Το αίτημα των εκτελεστικών διευθυντών γίνεται γνωστό καθώς η βιομηχανία των τηλεπικοινωνιών δέχεται μεγάλες επενδύσεις για τα δίκτυα τεχνολογίας 5G, οπτικών ινών, αλλά και καλωδιακών δικτύων, προκειμένου να διαχειριστεί τον μεγάλο όγκο των δεδομένων και της τεχνολογίας cloud που παρέχουν το Netflix, το YouTube της Google, αλλά και το Facebook.
Οι επενδύσεις στον τηλεπικοινωνιακό τομέα της Ευρώπης αυξήθηκαν στα 52,5 δισεκατομμύρια ευρώ (59,4 δισεκατομμύρια δολάρια) την προηγούμενη χρονιά, καταγράφοντας υψηλό εξαετίας.
«Ένα μεγάλο και αυξανόμενο μέρος της κίνησης του διαδικτύου δημιουργείται και χρηματοδοτείται από τις μεγάλες τεχνολογικές πλατφόρμες, αλλά απαιτεί συνεχή και εντατική ροή επενδύσεων για το δίκτυο, αλλά και το σχεδιασμό του τομέα των τηλεπικοινωνιών», όπως ανέφεραν οι εκτελεστικοί διευθυντές σε κοινή ανακοίνωσή τους, που έχει διαβάσει το Reuters.
«Αυτό το μοντέλο, το οποίο δίνει τη δυνατότητα στους Ευρωπαίους πολίτες να απολαύσουν τους καρπούς του ψηφιακού μετασχηματισμού, μπορεί να διατηρηθεί μόνο αν οι μεγάλες τεχνολογικές πλατφόρμες συνεισφέρουν δίκαια στο κόστος ανάπτυξης και εκσυγχρονισμού του δικτύου», τόνισαν οι εκτελεστικοί διευθυντές.
Οι εκτελεστικοί διευθυντές δεν αναφέρθηκαν στις τεχνολογικές εταιρίες με τις εμπορικές ταυτότητές τους, αλλά είναι σαφές ότι εννοούν τους τεχνολογικούς γίγαντες που είναι εισηγμένοι στο χρηματιστήριο των ΗΠΑ, όπως το Netflix και το Facebook.
Στους υπογράφοντες την επιστολή συμπεριλαμβάνονται οι εκτελεστικοί διευθυντές των εταιρών Telefonica , Orange, KPN, BT Group, Telekom Austria, Vivacom, Proximus, Telenor , Altice Portugal, Telia Company και Swisscom.
Οι ίδιοι άσκησαν κριτική τις υψηλές τιμές εκποίησης και εξαγοράς επιχειρήσεων που χρησιμοποιούνται από τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις ως «χρυσωρυχεία» οικονομικής ρευστότητας, τονίζοντας ότι η τακτική αυτή εισάγει στον τηλεπικοινωνιακό τομέα μη βιώσιμες επιχειρήσεις.
Η προσπάθεια των Ευρωπαίων νομοθετών να καταργήσουν πρόσθετες χρεώσεις ενδοευρωπαϊκών τηλεφωνικών επικοινωνιών ήταν επίσης ένα σημείο αναφοράς από τους εκτελεστικούς διευθυντές, που βλέπουν τις χρεώσεις αυτές ως μία πηγή εισοδήματος από τους χρήστες των δικτύων τους.
«Εκτιμάμε ότι μπορούν να επιβάλουν την κατάργηση εσόδων άνω των δύο δισεκατομμυρίων ευρώ από τον τηλεπικοινωνιακό τομέα σε μία περίοδο τεσσάρων ετών, αντιστοιχώντας σε ποσοστό 2,5% από την επενδυτική ικανότητα του κλάδου στις υποδομές κινητής τηλεφωνίας», όπως ανακοίνωσαν οι εταιρίες.
Οι Ευρωπαίοι νομοθέτες έχουν να συζητήσουν την πρότασή τους με τις ευρωπαϊκές χώρες πριν την υιοθέτησή της και είναι ενδεχόμενο η επίτευξη συμφωνίας να είναι δύσκολη.