Τον Μάρτιο του 2022 κλείνουν δύο χρόνια από τότε που η πανδημία ξεκίνησε να επιδρά καταλυτικά στις εμπορικές επιχειρήσεις, με την έλευση του πρώτου lockdown, με αποτέλεσμα η πλειονότητα των επιχειρήσεων, κυρίως όσων δραστηριοποιούνταν στο χώρο της λιανικής πώλησης αγαθών να μείνουν μετέωρες χωρις e-commerce και να προσπαθούν να κάνουν αγώνα δρόμου να προσαρμοστούν στην απρόβλεπτη κατάσταση.
Λίγες ημέρες πριν την εκπνοή του 2021 και με τις μεταλλάξεις να οδηγούν σε νέα περιοριστικά μέτρα όχι προς το παρόν σε κάποιους είδους lockdown, η κινητικότητα σε σχέση με την ψηφιακή μετάβαση και ειδικά τη δημιουργία e-shop από πλευράς μικρομεσαίων επιχειρήσεων είναι περιορισμένη.
Αρχικά, η αίσθηση που υπήρχε ήταν ότι, ένα μεγάλο ποσοστό των επιχειρήσεων, ακόμα και μικρών, διαθέτει ηλεκτρονική παρουσία, ωστόσο πρόσφατη έρευνα του ΙΜΕ ΓΣΕΕ διαψεύδει πανηγυρικά την προσδοκία ότι η Ελλάδα έγινε… Εσθονία μέσα σε λιγότερο από δύο χρόνια, καθώς μόνο το 15% των μικρών και πολύ μικρών εταιρειών της χώρας λίγο πριν την εκπνοή του 2021 διαθέτει e-shop ή συμμετέχει σε κάποια online πλατφόρμα (τύπου marketplace μέσω Skroutz).
Τα στοιχεία είναι αποκαλυπτικά: Σύμφωνα με την ετήσια έκθεση της ΓΣΕΕ για τον αντίκτυπο της πανδημίας στις επιχειρήσεις, το 22,8% και 18,2% των επιχειρηματιών που ανήκουν στις ηλικιακές ομάδες 18-34 και 35-49 αντίστοιχα, έχει ενσωματώσει σχετικά συστήματα στην επιχείρηση, έναντι μόλις του 10,3% των επιχειρηματιών που είναι από 50 ετών και άνω.
Εξάλλου, το 19,1% και το 18,8% των επιχειρήσεων με ηλικία έως 5 έτη και 5-10 έτη αντίστοιχα έχουν ενσωματώσει σχετικά συστήματα, έναντι του 12,2% και του 13% των επιχειρήσεων με ηλικία 10-15 έτη και πάνω από 15 έτη αντίστοιχα.
Χαμηλό ποσοστό ενσωμάτωσης τέτοιων τεχνολογιών παρουσιάζουν, επίσης, οι απόφοιτοι πρωτοβάθμιας ή δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης (10,4%), όπως και οι επιχειρήσεις με ετήσιο κύκλο εργασιών έως 50.000 € (11%).
Ως εκ τούτου, εξακολουθεί να παραμένει εξαιρετικά χαμηλό το ποσοστό των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων, που δεν έχουν ενσωματώσει στη δραστηριότητα τους ακόμα και ψηφιακά συστήματα χαμηλής τεχνολογικής έντασης.
Πόσο όμως κοστίζει ένα e-shop; Σύμφωνα με στελέχη εταιρειών του κλάδου, το κόστος του δεν είναι απαγορευτικό για έναν σημερινό επαγγελματία με μικρές απαιτήσεις, τουλάχιστον για αρχή, καθώς οι τιμές ξεκινούν από 500 ευρώ για τον σχεδιασμό, τον server και την τεχνολογική υποστήριξη, ενώ μπορεί να φτάσει τα 4.000 ευρώ για μεγαλύτερο όγκο προϊόντων και περισσότερες απαιτήσεις σε γραφικά και ταχύτητα φόρτωσης σελίδας.
Σε αυτό το ποσό θα πρέπει να υπολογιστεί και ένα μηνιαίο ποσό για τη συντήρησή του, κάτι το οποίο συνολικά μπορεί να κάνει δυσβάσταχτη τη διατήρησή του από μια μικρή επιχείρηση με προσωπικό μέχρι δέκα άτομα.
Παράλληλα, σύμφωνα με έρευνα του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών, η οποία είχε λάβει χώρα ακριβώς πριν από την πανδημία, συνήθως οι εταιρείες που εμπλέκονται σε έργα ψηφιακού μετασχηματισμού στην Ελλάδα είναι κυρίως οι μεγάλες, τόσο σε τζίρο, όσο και σε ανθρώπινο δυναμικό, πάνω από 250 άτομα, κάτι το οποίο δεν άλλαξε ούτε μετά από δύο χρόνια με περιόδους κλειστών καταστημάτων, όπως αποδεικνύεται και από την έκθεση του ΙΜΕ ΓΣΕΕ.
Κατά τα όσα επισημαίνει ο καθηγητής Διοικητικής Επιστήμης και Τεχνολογίας του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών Γιώργος Δουκίδης «το πρόβλημα εντοπίζεται κυρίως στις μικρές επιχειρήσεις, οι οποίες δεν διαθέτουν τους ανάλογους πόρους, αλλά ούτε και την τεχνογνωσία να προχωρήσουν σύντομα σε ψηφιακή μετάβαση. Αυτό έχει ως συνέπεια να χάνουν τόσο σε πελάτες, όσο και σε χρήμα, ειδικά σε μια τέτοια περίοδο που χρειάζονται και τα δύο».
Από την πλευρά του, ο Μάκης Σαββίδης, αντιπρόεδρος του Εμπορικού Συλλόγου Αθηνών και από τους πρωτοπόρους στην λειτουργία e-shop στην Ελλάδα, μέσω της επιχείρησής του με ρολόγια, επισημαίνει ότι, ειδικά στη χώρα μας, δεν είναι περίεργο που, παρά την πανδημία το ποσοστό των e-shops παραμένει μικρό, καθώς υπάρχει επιφυλακτικότητα από την πλευρά των επιχειρηματιών, βιασύνη από πλευράς κράτους και ελλιπής χρηματοδότηση. «Είναι λογικό να υπάρχουν αμφιβολίες από τους επιχειρηματίες και καθυστέρηση στον ψηφιακό μετασχηματισμό, ειδικά τα τελευταία δύο χρόνια που για τους περισσότερους η προτεραιότητα είναι η επιβίωση και όχι η ψηφιακή μετάβαση. Επιφύλαξη υπάρχει γιατί παρότι από την αρχή της πανδημίας υπήρξαν πολλά προγράμματα που βγήκαν και παρότι υπόσχονταν ότι θα έδιναν άμεσα τα χρήματα που είχαν ξοδευθεί για τα e-shop στους επιχειρηματίες, δεν τηρούνται τελικά τα χρονοδιαγράμματα των πληρωμών. Αυτό, όπως αντιλαμβάνεστε, δεν δίνει θετικό παράδειγμα και ούτε αποτελεί κίνητρο για έναν επαγγελματία να το προσπαθήσει, οπότε συνεχώς το αφήνει για αργότερα».
Την ίδια στιγμή, κατά τον κ. Σαββίδη, οι Έλληνες επιχειρηματίες ειδικά στις μικρομεσαίες εταιρείες δεν έχουν εκπαιδευθεί κατάλληλα για να μπορούν να προχωρήσουν στον ψηφιακό μετασχηματισμό, ακόμα και μετά από τις αρνητικές εξελίξεις εν μέσω πανδημίας.
Σύμφωνα με όσα έχουν γίνει γνωστά, πάντως, μέσα στον Ιανουάριο του 2022 θα βγει ένας ακόμα κύκλος του προγράμματος e-lianiko, ο οποίος θα καλεί εκ νέου τους μικρομεσαίους επιχειρηματίες να μετασχηματιστούν ψηφιακά, έστω και με καθυστέρηση.
Λογικό, από την πλευρά, του βρίσκει το μικρό ποσοστό e-shop στην Ελλάδα, ο Γενικός Διευθυντής του Ελληνικού Συνδέσμου Ηλεκτρονικού Εμπορίου (GRE.CA.) Στέλιος Πετρίδης αναφέροντας την έλλειψη πόρων και του καταρτισμένου ανθρώπινου δυναμικού, παρότι προσθέτει ότι, τηρουμένων των αναλογιών, σε σχέση με το μονοψήφιο του παρελθόντος, είναι πλέον ανοιχτή η πόρτα για ακόμα περισσότερους επαγγελματίες για να περάσουν στο e-shop: «Γίνονται σημαντικές ενέργειες προς αυτή την κατεύθυνση, υπάρχει γενναία χρηματοδότηση από τις τράπεζες και το συγκεκριμένο ζήτημα έχει ανέβει ψηλά στην ατζέντα των επιχειρηματιών πλέον. Δεν μπορούμε να ελπίζουμε ότι όλα θα γίνουν μέσα σε λίγους μήνες, χρειάζεται χρόνος».
Εξάλλου, παράγοντας ο οποίος πιθανότατα έχει καθυστερήσει τη λειτουργία μεμονωμένων e-shop από μεμονωμένες επιχειρήσεις είναι το γεγονός ότι ήδη 3.000 επιχειρήσεις εξυπηρετούνται ψηφιακά από marketplaces που διαθέτουν για εκείνους η skroutz ή τα Public, κάτι που θεωρείται ένα σημαντικό βήμα προς την αξιοποίηση του e-commerce.
Έλλειψη κεφαλαίων από την ιδιωτική πρωτοβουλία
Την παράμετρο της απουσίας μεγάλων παικτών- χρηματοδοτών από την ψηφιακή μετάβαση των επιχειρήσεων στην Ελλάδα θέτει ο ιδρυτής και CEO της Convert Group Παναγιώτης Γκεζερλής, τονίζοντας ότι στο εξωτερικό υπήρχε ανάλογη κινητοποίηση από δυνατά επιχειρηματικά ονόματα και πριν, αλλά και κατά τη διάρκεια της πανδημίας: «Θα περίμενα από τα μεγάλα επιχειρηματικά ονόματα να χρηματοδοτήσουν κάποιους κύκλους εκπαίδευσης, να δώσουν κάποιες επιχορηγήσεις, γενικά διαπίστωσα όλον τον προηγούμενο καιρό μια έλλειψη ιδιωτικής πρωτοβουλίας σε κάτι που είναι το μέλλον».
Επιπρόσθετα, αναφέρει ότι θα έπρεπε να υπάρχει πιο συντονισμένη προσπάθεια από τον κλάδο ξεχωριστά προς αυτή την κατεύθυνση: «Μου δόθηκε η αίσθηση ότι δεν υπήρξε συντονισμός των συλλογικών οργάνων των κλάδων για να επιτευχθεί πιο γρήγορα η ψηφιακή μετάβαση. Ίσως θα έπρεπε ο κάθε κλάδος να απευθυνθεί στους επαγγελματίες του και να τους εκπαιδεύσει, να τους προσανατολίσει προς τα κατάλληλα χρηματοδοτικά εργαλεία, κάτι το οποίο δεν έγινε έγκαιρα».
Οι περισσότερο χαμένοι από αυτή την ψηφιακή μετάβαση φαίνεται, πάντως, σύμφωνα με φορείς της ψηφιακής αγοράς να είναι οι μικρές οικογενειακές επιχειρήσεις. Όπως τονίζει χαρακτηριστικά η ιδρύτρια της εταιρείας ψηφιακού μετασχηματισμού Repath Μαρία Σκούντα «Αν δεν προσαρμοστούν με αυτή την αλλαγή και δεν πάνε με το ρεύμα των καιρών, αναγκαστικά, η αγορά κάποια στιγμή, αργά ή γρήγορα, θα τους βγάλει εκτός. Δεν λέμε ότι μια μικρή πχ οικογενειακή επιχείρηση μπορεί να το κάνει αυτό εν μια νυκτί, καθώς πρόκειται για μια διαδικασία που παίρνει χρόνο. Έχει να κάνει όμως με το ποσό θα το αγκαλιάσει και η ίδια η επιχείρηση όλο αυτό που γίνεται, αλλά και οι εργαζόμενοι».
Πως πήγε το agora. Delivery της Περιφέρειας Αττικής
Υπενθυμίζεται ότι προσπάθεια για ψηφιακή μετάβαση μέσω e-shop από τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις είχε γίνει ακριβώς πριν ένα χρόνο και μέσω της Περιφέρειας Αττικής, η οποία έδινε σε όλα τα καταστήματα του νομού τη δυνατότητα δωρεάν πρόσβασης στην ηλεκτρονική πλατφόρμα "agora.delivery” για την υποστήριξη του δικού τους ηλεκτρονικού καταστήματός για ένα χρόνο.
Μάλιστα, το "agoradelivery" περιελάμβανε όλες τις κατηγορίες της λιανικής – εποχιακά είδη, φαρμακεία, καθαριστήρια, βιβλιοπωλεία, είδη ένδυσης και υπόδησης, είδη σπιτιού, ανθοπωλεία, καταστήματα παιχνιδιών, οπωροπωλεία, ιχθυοπωλεία, μίνι μάρκετ, συνεργεία και βουλκανιζατέρ κ.ά.
Στις αρχές του 2021 είχαν δηλώσει συμμετοχή γύρω στις 500 επιχειρήσεις, ενώ αναμένεται από την Περιφέρεια η συνολική αποτίμηση του προγράμματος και το αν θα μπορέσει να συνεχίσει, τις πρώτες εβδομάδες του 2022.