Ενημέρωση και πρακτική υποστήριξη, μεταρρυθμίσεις στο ευρύτερο πλαίσιο, διασύνδεση της επιχειρηματικότητας με την παιδεία, είναι βασικές κατευθύνσεις προκειμένου η Ελλάδα να αξιοποιήσει καλύτερα τα χρηματοδοτικά προγράμματα του Ευρωπαϊκού Σΰμβουλίου Καινοτομίας, σύμφωνα με τη Βίκυ Κεφαλά, μέλος του Δ.Σ. του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Καινοτομίας και μέλος της Επενδυτικής Επιτροπής του Ταμείου InvestEU.
«Ο ρόλος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Καινοτομίας (EIC) στην αξιοποίηση της Ελληνικής Έρευνας και Καινοτομίας», ήταν το αντικείμενο ενημέρωσης της ειδικής κοινοβουλευτικής μόνιμης επιτροπής Έρευνας και Τεχνολογίας από την κ. Κεφαλά.
Όσον αφορά την καινοτομία, σύμφωνα με τα στοιχεία που παρουσιάστηκαν στην επιτροπή, η Ελλάδα βρίσκεται στην ομάδα των χωρών με μέτριες επιδόσεις, πίσω από την Πορτογαλία, τη Λιθουανία, την Τσεχία, την Ισπανία, τη Σλοβενία, τη Μάλτα, την Κύπρο και την Ιταλία. Ωστόσο, στο διάστημα 2014-2021 η Ελλάδα έχει σημειώσει πρόοδο κατά 25,9% στην κατάταξη και είναι μία από τις πέντε χώρες που σημείωσαν βελτίωση άνω του 25%. Οι άλλες τέσσερις χώρες είναι η Εσθονία, η Κύπρος, η Λιθουανία και η Ιταλία. Η Σουηδία εξακολουθεί να είναι ο πρωτοπόρος καινοτομίας στην Ε.Ε., ακολουθούμενη από τη Φιλανδία, τη Δανία και το Βέλγιο, με επιδόσεις καινοτομίας πολύ υψηλότερες από το μέσο όρο της Ε.Ε..
"Παρά το γεγονός ότι το 2020 χαρακτηρίστηκε από την πανδημία του κορονοϊού και τις επιπτώσεις της στην οικονομία, η Ελλάδα αύξησε σημαντικά το πραγματικό μέγεθος των δαπανών έρευνας και ανάπτυξης. Οι δαπάνες που πραγματοποιήθηκαν στην Ελλάδα ήταν 2 δισ. 473 εκατομμύρια ευρώ, αυξημένες δηλαδή κατά σχεδόν 136 εκατομμύρια. Και το μεγαλύτερο μέρος της αύξησης προήλθε από τον κρατικό Προϋπολογισμό, συμπεριλαμβανομένου και του ΕΣΠΑ, 88 από τα 136 εκατομμύρια, δηλαδή άνω του 65%.", ανέφερε η κ. Κεφαλά, που δεν παρέλειψε πάντως και επισημάνει ότι το ποσό των δαπανών πρέπει να αυξηθεί και να υπάρξουν μέτρα και πολιτικές που θα ενθαρρύνουν τις ιδιωτικές επιχειρήσεις να αυξήσουν τις δαπάνες τους, σε έρευνα και ανάπτυξη. Θα πρέπει ταυτόχρονα να καταβληθούν προσπάθειες, όπως τόνισε, ώστε να εξασφαλιστεί μεγαλύτερη χρηματοδότηση από τα ευρωπαϊκά προγράμματα, όπως τα προγράμματα του ΕΙC, πέραν της συνεχούς ενίσχυσης από τον κρατικό Προϋπολογισμό.
"Η Ελλάδα έχει λάβει περί τα 59 εκατομμύρια ευρώ από το EIC από το 2014, σε σύνολο χρηματοδοτήσεων ύψους 6,4 δισεκατομμυρίων. Είναι προφανές, ότι η συμμετοχή της χώρας μας στο EIC είναι αρκετά μικρή, τόσο σε αριθμό προτάσεων, όσο και χρηματοδότησης και επικεντρώνεται κυρίως στα προγράμματα έρευνας και σε χαμηλότερο βαθμό στη χρηματοδότηση νεοφυών και αναπτυσσόμενων μικρομεσαίων επιχειρήσεων που καινοτομούν. Έχουμε μια αναλογία 70/30, με το 70 να είναι η έρευνα, σε αριθμό επιλεγμένων προτάσεων και 60/40 στη χρηματοδότηση", ενημέρωσε την επιτροπή η κ. Κεφαλά. Η ίδια πρόσθεσε ότι "η Ελλάδα υστερεί σε αριθμό συμμετοχών, έχοντας μόλις το 2,5% του συνόλου, αλλά και στη ληφθείσα χρηματοδότηση, όπου συγκεντρώνει κάτω του 1% από τα 6,4 δισεκατομμύρια ευρώ που έχουν δοθεί από το 2014 μέχρι σήμερα. Αντίθετα, η Ισπανία, η Γερμανία και η Γαλλία, έχουν λάβει η καθεμία χρηματοδότηση που ξεπερνάει τα 600 εκατομμύρια ευρώ μέχρι ώρας και βρίσκονται πρώτες σε κατάταξη.
Βάσει των στοιχείων που παρουσιάστηκαν στην Επιτροπή Έρευνας και Τεχνολογίας της Βουλής, η Ελλάδα, βρίσκεται στις τρεις τελευταίες θέσεις, μαζί με την Ουγγαρία και την Εσθονία. Στο πρόγραμμα «Accelerator», όπου είναι και το κυρίαρχο πρόγραμμα χρηματοδότησης νεοφυών επιχειρήσεων και μικρομεσαίων επιχειρήσεων που αναπτύσσουν πρωτοπόρες υπηρεσίες ή προϊόντα, στην Ελλάδα έχουν χρηματοδοτηθεί μόνο 32 έργα, με συνολική χρηματοδότηση σχεδόν 13 εκατομμύρια ευρώ και μόνο ένα από αυτά έλαβε και μετοχική συμμετοχή. Ως προς τη γεωγραφική κατανομή των έργων, τα 18 από τα 32 έργα, δηλαδή πάνω από το 56%, προτάθηκαν από εταιρείες με έδρα την Αττική. Σύμφωνα με όσα ανέφερε η κ. Κεφαλά, από αυτές τις 32 επιχειρήσεις που έλαβαν χρηματοδότηση από το πρόγραμμα Accelerator, οι περισσότερες δραστηριοποιούνται στον τομέα της πληροφορικής και ακολουθούν αυτές που δραστηριοποιούνται στον τομέα της ενέργειας και του περιβάλλοντος. Το μοναδικό έργο που έλαβε πέραν της επιδότησης και μετοχική συμμετοχή από το EIC Fund, αφορά σε μία εντυπωσιακή καινοτομία της εταιρείας «BRITE SOLAR», με έδρα τη Θέρμη Θεσσαλονίκης. Το «Pone&Power», είναι το μοναδικό διαφανές γυαλί, ηλιακό πάνελ και παράγει καθαρή φωτοβολταϊκή ενέργεια, ενώ ταυτόχρονα επιτρέπει στο φως να περνά μέσα από θερμοκήπια ή και παράθυρα εμπορικών κτιρίων. Έτσι, όσον αφορά τις καλλιέργειες, υπάρχει σημαντική μείωση των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα σε σύγκριση με άλλες μεθόδους και σημαντική μείωση του ενεργειακού κόστους.
Στο άλλο πρόγραμμα του EIC, το PATHFINDER, η Ελλάδα έχει χρηματοδοτηθεί για 72 έργα, με σύνολο χρηματοδότησης 36 εκατομμύρια ευρώ. Τα έργα έρευνας, αφορούν κυρίως σε έρευνα σε ιατρική τεχνολογία και διάγνωση, αλλά και πληροφορική, νανοτεχνολογία, ενεργειακούς και περιβαλλοντικούς τομείς.
Παρόλο που η συμμετοχή της Ελλάδας είναι υψηλότερη στο PATHFINDER, που είναι το πρόγραμμα έρευνας σε σχέση με το Accelerator, παραμένει συγκριτικά χαμηλή με 2,2 στο σύνολο, τόσο σε επιλεγμένες προτάσεις όσο και σε χρηματοδότηση. Ένα από τα έργα που έχουν χρηματοδοτηθεί από το PATHFINDER, είναι το «Free out pot», με συντονιστή το Ίδρυμα Έρευνας και Τεχνολογίας και συμμετέχοντες, πέραν της Ελλάδας, από Ιταλία, Ηνωμένο Βασίλειο και Γαλλία, συμπεριλαμβανομένου και του Γαλλικού Ινστιτούτου «Παστέρ». Το έργο έχει λάβει χρηματοδότηση 3 εκατομμύρια ευρώ, για την ανάπτυξη νέων διαγνωστικών εργαλείων και μεθόδων μοριακής διάγνωσης, με γρήγορο τρόπο και χωρίς να απαιτούνται εξελιγμένα και σύνθετα διαγνωστικά εργαλεία. Το έργο είναι σε εξέλιξη, με προθεσμία ολοκλήρωσης το 2023.
"Η Ελλάδα, σημειώνει πρόοδο στην έρευνα και την καινοτομία τα τελευταία χρόνια. Είναι αδιαμφισβήτητο γεγονός ότι υπάρχουν περισσότεροι υποστηρικτικοί και ενημερωτικοί φορείς και μηχανισμοί, είναι πιο ενεργοί, προσφέρουν ενημέρωση και υποστήριξη και αποτελούν, τη γέφυρα, με τα ευρωπαϊκά προγράμματα και τη χρηματοδότηση που αυτά προσφέρουν. Παράλληλα, παρατηρούμε και μεταρρυθμίσεις στο ευρύτερο πλαίσιο, όπως η φοροαπαλλαγή των δαπανών έρευνας και ανάπτυξης των ιδιωτικών επιχειρήσεων και το νομοσχέδιο για τους τεχνοβλαστούς, για να αναφερθούμε σε δύο", είπε η Κεφαλά. Επισήμανε δε, πως η Ελλάδα είναι μία από τις πέντε χώρες που το 2021 είχαν άνοδο πάνω από 25% σε σχέση με το 2014, το οποίο σημαίνει σημαντική πρόοδο, και παρόλο που παραμένουμε στην κατηγορία των μέτριων, όσον αφορά την καινοτομία των χωρών, καταφέραμε και αυξήσαμε το ποσοστό και την ένταση των δαπανών, σε έρευνα και ανάπτυξη το 2020.
Όπως όμως υπογράμμισε, "παρά τα θετικά, έχουμε δρόμο μπροστά μας σαν χώρα και θα πρέπει να συνεχίσουμε να επενδύουμε, στοχευμένα και συστηματικά, στην έρευνα και στην καινοτομία και ειδικότερα στην έρευνα που οδηγεί σε καινοτομία, γιατί η καινοτομία δεν υπάρχει, αν δεν υπάρχει ένα πρωτοπόρο αλλά ταυτόχρονα εμπορεύσιμο προϊόν. Η έρευνα, αν και βασική προϋπόθεση για την καινοτομία, δεν είναι αυτοσκοπός. Το ίδιο ισχύει και με τις πατέντες. Δεν είναι ο αριθμός των πατεντών ως μεμονωμένος δείκτης που μετράει, αλλά είναι το πόσες από αυτές τις πατέντες θα μπορέσουν τελικά να οδηγήσουν σε νέα εκμεταλλεύσιμα επιχειρηματικά προϊόντα".
"Ο στόχος μας λοιπόν πρέπει να είναι, οι νεοφυείς επιχειρήσεις που θα ιδρυθούν, να μπορέσουν να αναπτυχθούν και να γίνουν «πόνυ», να γίνουν «κένταυροι» και «μονόκεροι» και ακόμα παραπάνω σε αξία. Στην παρούσα φάση στην Ελλάδα, μετράμε μεν πολλούς υποστηρικτικούς φορείς, αλλά λίγους «μονόκερους», παρόλο βέβαια που παρουσιάζουν αυξητική τάση", είπε η κ. Κεφαλά και πρόσθεσε:
"Συμμετέχουμε περισσότερο στην έρευνα και στα πρώιμα στάδια και λιγότερο, ως νεοφυείς και μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Αυτό σημαίνει ότι διεξάγουμε και παράγουμε έρευνα, που όμως δεν οδηγεί σε καινοτόμα προϊόντα εμπορικά εκμεταλλεύσιμα. Στα στοιχεία συμμετοχής στο EIC συγκεκριμένα, είδαμε, ότι μόνο κατά 30% αιτούμαστε και λαμβάνουμε κονδύλια για «start-ups» και καινοτόμες μικρομεσαίες επιχειρήσεις, ενώ το 70% των χρημάτων που λαμβάνουμε, το λαμβάνουμε για έρευνα. Επίσης, γενικά, η συμμετοχή της Ελλάδας στα προγράμματα του IEC, είναι πολύ χαμηλή. Τα θετικά που παρατηρούμε, χρειάζονται και αυτά επιμονή και σημαντική ενίσχυση, καθώς υπολείπονται των ευρωπαϊκών μέσων όρων".
Τέλος, η Βίκυ Κεφαλά υπογράμμισε ότι η Ελλάδα μπορεί να επιτύχει τη διεκδίκηση μεγαλύτερης χρηματοδότησης, με περισσότερες και καλά οργανωμένες και σωστά προετοιμασμένες προτάσεις σε όλο τον κύκλο των προγραμμάτων του EIC, από την έρευνα του Pathfinder, τη χρηματοδότηση «γέφυρα» του Transition, μέχρι και τη δημιουργία νεοφυών επιχειρήσεων που καινοτομούν με επιτυχία, που αναπτύσσονται και δημιουργούν αξία και θέσεις εργασίας και βάζουν την Ελλάδα στο στόχαστρο των επενδυτών, των ερευνητών και των επιχειρηματικών κεφαλαίων και ξένων εταιρειών". Στην κατεύθυνση αυτή απαιτούνται στοχευμένες βελτιώσεις, συνεχής υποστήριξη και μεταρρυθμίσεις στα κύρια σημεία που επηρεάζουν μια τέτοια διαδικασία, αλλά και στο γενικότερο πλαίσιο της έρευνας, της καινοτομίας και της επιχειρηματικότητας.
"Η Ελλάδα, για να αξιοποιήσει καλύτερα τα χρηματοδοτικά προγράμματα του EIC, όπως και όλα τα υπόλοιπα ευρωπαϊκά προγράμματα που προσφέρονται μέσω της Ένωσης, θα ήταν σκόπιμο να επικεντρώσει και να εντείνει τις προσπάθειες που καταβάλλονται σε τρεις βασικές κατευθύνσεις: Πρώτον, ως προς την ενημέρωση και την πρακτική υποστήριξη. Δεύτερον, ως προς τις μεταρρυθμίσεις στο γενικό πλαίσιο και τρίτον, ως προς τη διασύνδεση της επιχειρηματικότητας με την παιδεία και ένα μέρος της εντάσσεται και στις μεταρρυθμίσεις", ανέφερε η κ. Κεφαλά.