Του Ανέστη Ντόκα
Η ικανότητα και η εμπειρία των σοβαρών - υγιών ιδιωτικών επιχειρήσεων στην Ελλάδα να προβλέπουν και όχι απλώς να θεραπεύουν ανοικτές πληγές που προκάλεσαν τα capital controls, αλλά και η «στάση πληρωμών» του Δημοσίου προς τους ιδιώτες, υποχρεώνει τους Ελληνες manager να ανακαλύπτουν καινούργιες μεθόδους θωράκισης των επιχειρήσεων για να αντιμετωπίσουν νέες απρόβλεπτες εξελίξεις το 2016. Η εμπειρία του τελευταίου πενταμήνου (Ιούλιος - Νοέμβριος), που ισχύουν τα capital controls στην Ελλάδα, ώθησε πολλές διοικήσεις εταιρειών με υψηλό δείκτη εξωστρέφειας να κατανείμουν ισομερώς τα ταμειακά τους διαθέσιμα σε όσες χώρες δραστηριοποιούνται. Με την κίνηση αυτή πετυχαίνουν αφενός να εξυπηρετούν τις υποχρεώσεις τους διεθνώς, ενώ αφετέρου δεν εγκλωβίζουν κεφάλαια στην Ελλάδα, αφού πολλές εταιρείες «έπαθαν και έμαθαν» με αυτό που συνέβη στις 28 Ιουνίου 2015, όταν ο τότε υπουργός Οικονομικών, Γιάνης Βαρουφάκης, περίπου θριαμβολογούσε ότι έκλεισε τις τράπεζες.
Η στρατηγική που ακολουθούν στην Ελλάδα για να προστατευθούν και από πιθανό «κούρεμα» καταθέσεων το 2016, αφού μόνο οι επιχειρήσεις έχουν καταθετικά υπόλοιπα άνω των 100.000 ευρώ που δεν προστατεύονται από την ΕΚΤ, είναι η εξής: συνδέουν αυτά τα διαθέσιμα με δάνεια που έχουν λάβει και συνεπώς προηγείται η τράπεζα, ώστε να αντλεί κάθε μήνα το ποσό που εξυπηρετεί την αποπληρωμή τους.
Τα βασικότερα προβλήματα που έχουν δημιουργήσει τα capital controls επικεντρώνονται κυρίως στη ρευστότητα, στις πληρωμές και κατά συνέπεια στην παραγωγή. Ειδικότερα:
• Οι καθυστερήσεις στις υποχρεώσεις αποπληρωμής του κράτους προς διάφορες εταιρείες προκαλούν προβλήματα στη ρευστότητα των επιχειρήσεων, με αποτέλεσμα την αναβολή/ακύρωση των επενδυτικών σχεδίων, τη δυσφήμηση σε ξένους προμηθευτές από τις συνεχείς αναβολές/ακυρώσεις, τη μείωση των πωλήσεων/εξαγωγών, κ.λπ.
• Υπάρχει ένα νέο οικονομικό περιβάλλον στο εμπόριο («οικονομία συναλλαγών τοις μετρητοίς»), με τους προμηθευτές να ζητούν πληρωμές αποκλειστικά σε μετρητά, αποφεύγοντας κάθε μορφή πίστωσης υπό τον φόβο του «κουρέματος» των καταθέσεων, και
• Η διαδικασία δρομολόγησης μιας πληρωμής προς έναν ξένο προμηθευτή είναι χρονοβόρα και δημιουργεί καθυστερήσεις στην εισαγωγή πρώτων υλών από το εξωτερικό (ευρωπαϊκές και μη ευρωπαϊκές εισαγωγές) και κατά συνέπεια στην παραγωγή. Ετσι η στρατηγική των περισσότερων εταιρειών παραμένει στη λογική του «βλέποντας και κάνοντας», με προφανή στόχο τη διαφύλαξη των οργανικών δεδομένων του ισολογισμού και της ρευστότητας, αποφεύγοντας ανοίγματα σε νέες αγορές ή την υλοποίηση νέων επενδύσεων. Οι περισσότερες διοικήσεις έχουν στρέψει το ενδιαφέρον τους στην ενίσχυση της εξωστρέφειάς τους.
Αντιλήφθηκαν μετά τα τελευταία γεγονότα στην Ελλάδα ότι, εάν θέλουν πραγματικά να επιβιώσουν οι εταιρείες τους, θα πρέπει να εξαρτώνται σε ποσοστό άνω του 70% και 80% από τις ξένες αγορές και όχι από την ελληνική αγορά που παραμένει σε υφεσιακή τροχιά για 7ο έτος την τελευταία 8ετία (2008-2015).
Βέβαια, το γεγονός ότι οι περισσότερες επιχειρήσεις κατάφεραν να αντιμετωπίσουν με επιτυχία τα capital controls, δεν σημαίνει απαραίτητα ότι δεν έχουν πληγεί από τις «παράπλευρες απώλειες» που επέφεραν οι κεφαλαιακοί έλεγχοι στην οικονομία. Για παράδειγμα, η «στάση πληρωμών» του ελληνικού Δημοσίου έχει υποχρεώσει πολλές επιχειρήσεις σε αρνητικές ταμειακές ροές και σε επείγουσα αναζήτηση ρευστότητας.
Άλλες εταιρείες επίσης, μπορεί να συνεχίζουν μεν απρόσκοπτα τις εργασίες τους, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι η ζήτηση δεν έχει υποχωρήσει από τον Ιούλιο μέχρι και σήμερα.