Αυτό επισημάνθηκε από τους ομιλητές στην σημερινή διαδικτυακή εκδήλωση με τίτλο "Ασφάλιση: Η απάντηση στην ανασφάλεια των καιρών" που διοργανώθηκε στο πλαίσιο της γενικής συνέλευσης της Ένωσης Ασφαλιστικών Εταιριών Ελλάδος (ΕΑΕΕ).
Ο υπουργός Κλιματικής Αλλαγής και Πολιτικής Προστασίας Χρήστος Στυλιανίδης, σε μαγνητοσκοπημένο μήνυμα του, υπογράμμισε ότι ο πολίτης πρέπει να συμμετέχει στην προσαρμογή που απαιτεί η κλιματική αλλαγή, καθώς πρόκειται για κατάσταση την οποία ήδη βιώνουμε, και η ασφάλιση μπορεί να λειτουργήσει ως χρήσιμο και επικουρικό εργαλείο απέναντι στην κλιματική κρίση.
Σημείωσε τη σημασία που δίνει, ο ίδιος, στη δημιουργία μια βάσης δεδομένων με λεπτομερή αξιολόγηση των κινδύνων ανάλογα με τους τύπους των φυσικών καταστροφών και προσέθεσε ότι ως υπουργός ήδη κινείται προς αυτή την κατεύθυνση, ενώ διευκρίνισε ότι η προσωπική του θέση είναι πως, εφόσον υπάρχει η βάση δεδομένων, στη συνέχεια μπορεί να υπάρξει και κατάταξη κλιματικού ρίσκου και θα δοθούν κίνητρα για τη λήψη μέτρων με σκοπό την κλιματική ανθεκτικότητα και ετοιμότητα. "Και ο πολίτης δεν θα είναι μόνος του σε αυτό το κράτος θα είναι αρωγός" όπως προσέθεσε.
Ο ίδιος υπογράμμισε την άποψή του για τη σημασία των συμπράξεων δημοσίων και ιδιωτικών φορέων (ΣΔΙΤ) γι' αυτό το μοντέλο ενώ σημείωσε ότι ένα μέσο κόστος ασφάλισης δεν είναι απαγορευτικό για τη μέση ελληνική οικογένεια, με τη συμμετοχή και του κράτους.
Όπως είπε, είναι απόλυτα αναγκαίο να περάσει στον δημόσιο διάλογο αυτή η μεταρρύθμιση για την αύξηση της ασφαλιστικής συνείδησης στους πολίτες και για τη συμμέτοχη τους στη μείωση των επιπτώσεων από την κλιματική αλλαγή.
"Η κλιματική αλλαγή είναι ήδη εδώ και είναι μια νέα πραγματικότητα που μας επηρεάζει και μας αφορά όλους" είπε ο υπουργός προσθέτοντας ότι για τις επιπτώσεις της, τεράστιες και δυσμενείς στα οικοσυστήματα και στο σύνολο της οικονομίας και κοινωνίας, απαιτείται η υιοθέτηση ενός νέου τρόπου σκέψης, μια νέας κουλτούρας που να "αγκαλιάζει" η έννοια της αλληλοεξάρτησης.
Ο υπουργός σημείωσε ότι ένα πολύ μικρό ποσοστό κτιρίων, στη χώρα μας είναι ασφαλισμένο από φυσικές καταστροφές, περίπου στο 16%, όταν στη Δυτική Ευρώπη είναι πάνω από 60% και στην Κύπρο ξεπερνάει το 70%. Αυτό έχει ένα βαρύ κόστος ειδικά για το κράτος, όπως σημείωσε, καθώς εξαναγκάζεται να λειτουργεί σαν ασφαλιστική εταιρεία που αποζημιώνει τους πολίτες
Ως παράδειγμα ανέφερε τη δημοσιονομική επίπτωση των μέτρων στήριξης μόνο σε δυο περιπτώσεις. Για την Εύβοια το ποσό στήριξης υπολογίζεται σε 240 εκατ. ευρώ, "αλλά θα αυξηθεί" -όπως είπε-, ενώ άλλα 250 εκατ. ευρώ είναι η δημοσιονομική βοήθεια για τις επιπτώσεις από τον σεισμό στην Κρήτη. Το συμπέρασμα είναι, όπως σημείωσε ο υπουργός, ότι 500 εκατ. ευρώ θα διατεθούν από το δημόσιο ταμείο μόνο για δυο από τις φυσικές καταστροφές ενώ τα χρήματα αυτά θα μπορούσαν να διατεθούν σε υγεία και παιδεία αντί να πηγαίνουν σε αποζημιώσεις και κάλυψη φυσικών καταστροφών.
Ο υπουργός ανέφερε ακόμη ότι, πέρα από το γεγονός ότι δεν είναι βιώσιμη πολιτική αυτή, αυτό πρέπει να εξηγηθεί στον πολίτη, διότι έχει μάθει να μην αντιλαμβάνεται ότι είναι συμμέτοχος στη μεγάλη προσπάθεια για την προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή και δημιουργείται η αντίληψη ό,τι, όταν και εάν συμβεί κάτι, θα αποζημιωθεί οπότε και παίρνει ουδέτερη στάση στην κλιματική αλλαγή.
Ο ίδιος προσέθεσε ότι ένα τέτοιο μοντέλο, πριν τριάντα χρόνια, ίσως θα ήταν βιώσιμο, αλλά στο μέλλον θα είναι καταστροφικό για τα δημόσια οικονομικά και για την ευαισθητοποίηση του πολίτη.
Αβεβαιότητα για τις επιπτώσεις από τον πόλεμο στην Ουκρανία
Ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος Γιάννης Στουρνάρας σημείωσε ότι μετά τη ρωσική εισβολή και τα δεδομένα που διαμορφώνονται, επειδή δεν ξέρουμε πότε θα τελειώσει αυτή η κατάσταση φαίνεται ότι οδηγούμαστε σε στασιμοπληθωρισμό και οι ασφαλιστικές καλούνται να αξιολογήσουν τη φερεγγυότητά τους, καθώς εκτινάσσεται η αβεβαιότητα παγκοσμίως και καθίσταται δύσκολη η αποτίμηση των μελλοντικών κινδύνων. Επομένως είναι αδήριτη ανάγκη όλες οι ασφαλιστικές να επανεξετάσουν τα επιχειρηματικά μοντέλα τους λαμβάνοντας υπόψη τις επιπτώσεις της χρηματοοικονομικής κρίσης και την κλιματική αλλαγή.
Όπως είπε, η ΤτΕ αξιολογεί συνεχώς τις επιπτώσεις όχι μόνο των υφιστάμενων αλλά και ενδεχόμενων κινδύνων και σημείωσε πως δεν υπάρχουν περιθώρια εφησυχασμού και η αναβάθμιση του ρόλου τής ασφάλισης είναι αναγκαιότητα.
Μιλώντας για τις προοπτικές και τις προκλήσεις τή οικονομίας τόνισε ότι η υποχώρηση του ακαθάριστου εθνικού προϊόντος ήταν σημαντικά μεγαλύτερη του μέσου όρου τής ευρωζώνης, ωστόσο με την άρση των lockdowns και το εμβολιαστικό πρόγραμμα, η οικονομική δραστηριότητα ανέκαμψε ταχύτατα, με την αύξηση του ΑΕΠ να ανέρχεται στο 8,3% το 2021.
Ακόμη σημείωσε ότι οι ελληνικές ασφαλιστικές διαθέτουν κατά 1,7% περισσότερα από τα αναγκαία κεφαλαία για να θεωρούνται φερέγγυες και ο εγχώριος ασφαλιστικός κλάδος ανταπεξήλθε ικανοποιητικά στις επιπτώσεις που προκάλεσε η πανδημία. Ωστόσο, οι ελληνικές ασφαλιστικές εταιρείες θα πρέπει να συνεχίσουν να επενδύουν στην ψηφιακή αναβάθμιση και να αναπτύξουν εργαλεία για κινδύνους όπως αυτά που προκύπτουν στον κυβερνοχώρο και από την κλιματική αλλαγή.
Ο ίδιος υπογράμμισε ότι η εισβολή δημιουργεί σοβαρή διαταραχή, επηρεάζει αρνητικά την παραγωγή και αυξάνει τιμές της ενέργειας και ότι η συνέχιση των πληθωριστικών φαινομένων θα μπορούσε να περιορίσει την ανάπτυξη αλλά οι μεταρρυθμίσεις πρέπει να συνεχιστούν.
Από την πλευρά του, ο Ηλίας Μόσιαλος, καθηγητής Πολιτικής και Διοίκησης της Υγείας στην Ιατρική Σχολή του Imperial College London εξέφρασε την συγκρατημένη αισιοδοξίας του, σχετικά με την πανδημία, αλλά σημείωσε ότι δεν πρέπει να χαλαρώσουμε ενώ σε ό,τι αφορά στην δυνατότητα αύξησης της ιδιωτικής ασφάλισης σημείωσε πως πολλά θα κριθούν από πολλούς παράγοντες όπως οι αναγκαίες αναδιατάξεις στο σύστημα υγείας, από την δυνατότητα καθετοποίηση των προγραμμάτων και τη διαμόρφωση νέων προϊόντων στην ιδιωτική παροχή υγείας και με την αλλαγή νοοτροπίας που θα επιφέρει την απαιτούμενη αύξηση της εμπιστοσύνης στην ασφαλιστική κάλυψη σε ένα ενιαίο σύστημα υγείας.
Όπως ανέφερε, η πιθανότητα συμπράξεων ιδιωτικού με το δημόσιο τομέα μπορεί να γίνει μόνο αν αναβαθμιστεί το δημόσιο σύστημα υγείας, καθώς δεν έχει ανανεωθεί "όχι διότι δεν έγιναν κινήσεις, αλλά ο ρόλος αυτού του συστήματος πρέπει να αλλάξει ριζικά και χρηματοδοτικά και θεσμικά και μετά την πανδημία πρέπει να ξεκινήσει μια τέτοια συζήτηση" όπως είπε. Ο ίδιος προσέθεσε ότι αναφέρεται σε ένα νέο ενιαίο σύστημα υγείας με ορίζοντα δεκαετίας, στο οποίο θα συμμετέχουν τόσο το δημόσιο σύστημα υγείας, όσο και το ιδιωτικό, αλλά και το σύστημα των Ενόπλων Δυνάμεων (θεσμικά και επιχειρησιακά) με σταθερό και συνολικό προγραμματισμό.
Τέλος ο πρόεδρος της ΕΑΕΕ Αλέξανδρος Σαρρηγεωργίου υπογράμμισε ότι δεν υπάρχει άλλος χρόνος για καθυστερήσεις, ότι επιβάλλεται η αλλαγή πολιτικής και η προώθηση των ΣΔΙΤ "διότι στο τέλος της ημέρας πληρώνουμε είτε απευθείας είτε μέσω Πολιτείας το ότι είμαστε ανασφάλιστοι στις φυσικές καταστροφές".