Οι παρεμβάσεις που ανακοίνωσε η κυβέρνηση για την αντιμετώπιση των ανατιμήσεων στις τιμές του ηλεκτρικού ρεύματος είναι σίγουρα θετικές. Αυξάνουν τον αριθμό των καταναλωτών που θα ωφεληθούν, στηρίζονται περισσότερο τα νοικοκυριά και είναι εμφανής η πρόθεση να σταματήσει η υπέρογκη επιβάρυνση από τη ρήτρα αναπροσαρμογής, αναφέρει σε ανακοίνωσή του ο Πρόεδρος του Επαγγελματικού Επιμελητηρίου Αθηνών Γιάννης Χατζηθεοδοσίου, μετά την εξειδίκευση των μέτρων της κυβέρνησης για τις μειώσεις στους λογαριασμούς ηλεκτρικού ρεύματος.
Επισημαίνει ωστόσο ότι δεν έχουν δοθεί επαρκείς εξειδικεύσεις και διευκρινίσεις γύρω από το νέο πλέγμα στήριξης, κυρίως σε ότι έχει να κάνει με τις παρεμβάσεις της κυβέρνησης
για την αναστολή –όπως τη χαρακτηρίζει- της ρήτρας αναπροσαρμογής.
Σχετικά με τη φορολόγηση των υπερκερδών των εταιριών ενέργειας, εκτιμώ ότι θα απαιτηθεί σημαντικό χρονικό διάστημα για το πόρισμα της ΡΑΕ. Μέχρι τότε όμως είναι αναγκαίο να υπάρχουν εντατικοί έλεγχοι από την πλευρά της Πολιτείας για να αποτραπούν οι όποιες πιθανές προθέσεις κερδοσκοπίας.
Επιπλέον, καλεί την κυβέρνηση να ασκήσει μεγαλύτερη πίεση στην ΕΕ ώστε να γίνει κατανοητό στους εταίρους ότι δεν μπορεί να συνεχιστεί αυτή η τακτική κωλυσιεργίας που
οδηγεί στα όρια τους τις μικρότερες οικονομίες της Ευρώπης, όπως είναι η ελληνική.
Ακολουθεί ολόκληρη η ανακοίνωση
Οι παρεμβάσεις που ανακοίνωσε η κυβέρνηση για την αντιμετώπιση των ανατιμήσεων στις τιμές του ηλεκτρικού ρεύματος είναι σίγουρα θετικές. Αυξάνουν τον αριθμό των καταναλωτών που θα ωφεληθούν, στηρίζονται περισσότερο τα νοικοκυριά και είναι εμφανής η πρόθεση να σταματήσει η υπέρογκη επιβάρυνση από τη ρήτρα αναπροσαρμογής,Αυτή η εξέλιξη δικαιώνει τις θέσεις του Επαγγελματικού Επιμελητηρίου Αθηνών που είχε ζητήσει, από την αρχή της ενεργειακής κρίσης, να δοθεί πολιτική λύση στο πρόβλημα. Μέχρι και πριν από λίγο καιρό κυβερνητικά στελέχη υποστήριζαν ότι δεν υπάρχει ο δημοσιονομικός χώρος για άλλες παρεμβάσεις. Τελικά φάνηκε ότι υπήρχε, απλώς δεν είχε ληφθεί ανάλογη απόφαση. Τώρα, υπό την πίεση των εξελίξεων και των μεγάλων αυξήσεων που ανατρέπουν τους προϋπολογισμούς νοικοκυριών και επιχειρήσεων και ασκούν ασφυκτικές πιέσεις, η κυβέρνηση κατάλαβε ότι δεν μπορεί να μένει μόνο με τις επιδοτήσεις χαμηλών καταναλώσεων. Το βασικό ερώτημα που προκύπτει λοιπόν είναι γιατί έπρεπε να φτάσουμε σε αυτό το σημείο και να μην έχουν ληφθεί αυτά τα μέτρα αρκετά νωρίτερα.
Επίσης θεωρούμε ότι δεν έχουν δοθεί επαρκείς εξειδικεύσεις και διευκρινίσεις γύρω από το νέο πλέγμα στήριξης, κυρίως σε ότι έχει να κάνει με τις παρεμβάσεις της κυβέρνησης
για την αναστολή –όπως τη χαρακτηρίζει- της ρήτρας αναπροσαρμογής. Γιατί, για παράδειγμα, θα πρέπει να περιμένουμε τον Ιούλιο για να τεθεί σε εφαρμογή η συγκεκριμένη παρέμβαση; Και εφόσον είναι κάτι που όντως θα λειτουργήσει προς όφελος των καταναλωτών, γιατί δεν συζητάμε τη μονιμοποίηση του μέτρου;
Καλούμε την κυβέρνηση να ασκήσει μεγαλύτερη πίεση στην ΕΕ ώστε να γίνει κατανοητό στους εταίρους ότι δεν μπορεί να συνεχιστεί αυτή η τακτική κωλυσιεργίας που οδηγεί στα όρια τους τις μικρότερες οικονομίες της Ευρώπης, όπως είναι η ελληνική.
Σχετικά με τη φορολόγηση των υπερκερδών των εταιριών ενέργειας, εκτιμώ ότι θα απαιτηθεί σημαντικό χρονικό διάστημα για το πόρισμα της ΡΑΕ. Μέχρι τότε όμως είναι αναγκαίο να υπάρχουν εντατικοί έλεγχοι από την πλευρά της Πολιτείας για να αποτραπούν οι όποιες πιθανές προθέσεις κερδοσκοπίας.
Τέλος, υπενθυμίζουμε ότι το πρόβλημα των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων δεν είναι μόνο οι ενεργειακές ανατιμήσεις αλλά συνολικά το αυξημένο κόστος διαβίωσης. Είναι κάτι που φαίνεται και στον πληθωρισμό που ετοιμάζεται να «τρέξει» με διψήφιο ποσοστό. Οπότε είναι επιτακτική η ανάγκη να υπάρξουν στοχευμένα μέτρα και προς αυτή την κατεύθυνση για αυτό και επαναφέρω την πρόταση του ΕΕΑ για μείωση του ΦΠΑ από το 13% στο 6%, σε βασικά αγαθά.
Η κοινωνία ήδη υποφέρει από το κύμα ακρίβειας και μαζί της –ως ζωντανό κομμάτι της- στενάζουν και οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Θεωρούμε επιτακτική την ανάγκη εκπόνησης ενός ολιστικού σχεδίου αντιμετώπισης της νέας κρίσης, ώστε να μην τρέχουμε να διορθώσουμε κατόπιν εορτής τα κακώς κείμενα.