Ζοφερο τοπίο μεν, αλλά και την ανάγκη για συνέχιση της στήριξης από πλευράς πολιτείας, τόσο προς τους εμπόρους, όσο και προς τους καταναλωτές δείχνουν οι τελευταίες έρευνες που αφορούν την μικρομεσαία επιχειρηματικότητα, αλλά και τα σχόλια των εμπορικών φορέων.
Σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα της ΓΣΕΒΕΕ σημαντική αύξηση παρουσιάζουν οι ληξιπρόθεσμες οφειλές για λογαριασμούς ενέργειας, κάτι που υποδεικνύει τη δύσκολη κατάσταση στην οποία έχει περιέλθει ένας ιδιαίτερα υψηλός αριθμός μικρομεσαίων επιχειρήσεων, λόγω της υπέρμετρης αύξησης του ενεργειακού κόστους.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της έρευνας το 77,3% των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων δήλωσε ότι οι ανατιμήσεις έχουν επηρεάσει πολύ ή/και αρκετά τη ζήτηση, έναντι του 22,1% που δήλωσε ότι έχουν επηρεάσει τη ζήτηση λίγο ή/και καθόλου.
Επιπλέον, το 77,5% των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων δήλωσε ότι οι ανατιμήσεις έχουν επηρεάσει πολύ ή/και αρκετά τη λειτουργία της επιχείρησής του, έναντι του 21,6% που δήλωσε ότι την έχει επηρεάσει λίγο ή/και καθόλου.
Σε ό,τι αφορά στα κόστη λειτουργίας των οποίων η αύξηση έχει επηρεάσει αρνητικά τη δραστηριότητα των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων αυτά είναι τα εξής η αύξηση των λογαριασμών ενέργειας για το 61,5% των επιχειρήσεων, η αύξηση του κόστους προμήθειας πρώτων υλών και εμπορευμάτων για το 26,9% των επιχειρήσεων, η αύξηση του κόστους καυσίμων οχημάτων για το 4,7% των επιχειρήσεων, η αύξηση του κόστους προμήθειας εξοπλισμού και μηχανημάτων για το 0,6% των επιχειρήσεων.
Εμπορικοί φορείς: Οι προσδοκίες από τον τουρισμό και η ανάγκη για ενίσχυση της ζήτησης από την πλευρά των εγχώριων καταναλωτών
Aπό πλευράς εμπορικών φορέων, πάντως, το νόμισμα έχει δύο όψεις, καθώς ναι μεν υπάρχει μια γενική παραδοχή ότι η κατάσταση, συνεπικουρούμενη, από τις επιπτώσεις της πανδημίας και της παρούσας ενεργειακής κρίσης έχει οδηγήσει μεγάλο ποσοστό μικροεπιχειρηματιών στην απογοήτευση, από την άλλη, ωστόσο, χρειάζεται ένα νέο πακέτο μέτρων, τα οποία να απευθύνονται και στους καταναλωτές και όχι μόνο στους εμπόρους.
Η στήριξη από πλευράς πολιτείας, εξάλλου, είναι κυρίαρχης σημασίας για τους εμπορικούς φορείς, καθώς σε αντίθετη περίπτωση θα ακολουθήσει ένα ντόμινο λουκέτων, τα οποία θα επηρεάσουν τις δείκτες ανεργίας και θα έχουν επιπλέον επίπτωση και στον πληθωρισμό.
Κατά τον Πρόεδρο του ΕΒΕΠ Βασίλη Κορκίδη «είναι γεγονός ότι οι όλες οι επιχειρήσεις, ειδικά οι πιο μικρές βρίσκονται μπροστά σε μια τέλεια καταιγίδα αυτή τη στιγμή, με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Στην παρούσα φάση, έχουμε να αντιμετωπίσουμε μια διεθνή ακρίβεια, αναζητούμε συνεχώς νέους τιμοκαταλόγους λόγω της ακρίβειας και των ανατιμήσεων. Μειώνεται η κατανάλωση, επηρεάζεται όλη η αγορά από το εμπόριο μέχρι την παραγωγή».
Ο ίδιος, επίσης, ανέφερε ότι η αυξημένη επισκεψιμότητα του καλοκαιριού θα έχει μια θετική επίδραση στις εργασίες αρκετών μικρομεσαίων επιχειρήσεων, ωστόσο «δεν θα επωφεληθούν όλοι οι μικροεπιχειρηματίες, δεν βρίσκονται όλοι σε τουριστικές περιοχές, άρα τα αστικά κέντρα θα ωφεληθούν λιγότερο».
Εξάλλου, το εμπορικό στέλεχος μιλά για ‘’τριπλό καμπανάκι’’ που ζορίζει τις επιχειρήσεις και ανεβάζει τον κίνδυνο όπως «το χρέος, τα επιτόκια και τη συρρίκνωση της κατανάλωσης». Αυτό, όμως, για τον κ. Κορκίδη δεν είναι καμπανάκι για νέα λουκέτα, αλλά για την ανάγκη καινούργιων δράσεων από την πλευρά της πολιτείας «Είναι συνήθεια πια να λέμε ότι κάθε τι που ‘’πιέζει’’ τον εμπορικό κόσμο θα φέρει λουκέτα, δεν νομίζω όμως ότι είναι έτσι ακριβώς τα πράγματα. Αυτό που χρειάζονται τώρα οι επιχειρήσεις δεν είναι να κλείσουν, είναι να στηριχθούν, να υπάρχει μια διάρκεια σε αυτή τη στήριξη. Επίσης, εκτός από τις επιχειρήσεις, θα πρέπει να στηριχθεί και ο καταναλωτής. Θα πρέπει δηλαδή με έναν τρόπο να υπάρξει ένα διπλό πακέτο μέτρων και προς τις δύο κατευθύνσεις, τόσο για τη διατροφική, όσο και για την ενεργειακή ακρίβεια. Αυτό που χρειαζόμαστε αυτή τη στιγμή δεν είναι λαικισμός, αλλά σοβαρές προτάσεις για την αντιμετώπιση της κατάστασης».
«Για δύσκολες επαγγελματικές ημέρες» κάνει λόγο από την πλευρά του ο αντιπρόεδρος του ΕΕΑ Νίκος Κογιουμτσής, σχολιάζοντας την πρόσφατη έρευνα της ΓΣΕΒΕΕ, μιλώντας για μια συνεχιζόμενη κρίση, η οποία έχει απογειωθεί τους τελευταίους μήνες: «Οι συνάδελφοι έμποροι από όλοι την Ελλάδα κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου, ειδικά για το γεγονός ότι έχει περιοριστεί η αγοραστική ικανότητα του μέσου πολίτη. Αυτό είναι το μεγαλύτερο πλήγμα για τον εμπορικό κόσμο. Την ίδια στιγμή, έχουμε και τις προβλέψεις για άνοδο του τουρισμού, οι οποίες ναι μεν έχουν μια βάση, όμως, δυστυχώς αποδεικνύεται τις τελευταίες εβδομάδες ότι ούτε οι επισκέπτες ξοδεύουν όσα ξόδευαν, το σκέπτονται να αγοράσουν έστω και κάτι μικρό και οι περισσότεροι πλέον περιορίζονται στα έξοδά τους για διαμονή και διατροφή. Με αυτή την έννοια, οι υποχρεώσεις των εμπόρων συσσωρεύονται, είναι δύσκολο να κερδίσουμε το στοίχημα των αυξημένων εσόδων που θα οδηγήσουν σε πιθανή ελάφρυνση των χρεών».
Σύμφωνα με τον αντιπρόεδρο του ΕΕ, «αν συνεχιστεί αυτή η κατάσταση, με τις επιχειρήσεις πιεσμένες και φορτωμένες, και από την δεκαετή, για τις περισσότερες, κρίση, αναπόφευκτα οι ιδιοκτήτες κάποιων από αυτές θα αναλογιστούν ξανά το αν θα πρέπει να εξακολουθήσουν τη λειτουργία τους ή όχι. Ας μην ξεχνάμε και την πρόσφατη έρευνα του ΕΕΑ, από την οποία προέκυψε ότι το 57% των μικρομεσαίων επιχειρηματιών δεν ξέρει αν θα ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις του το επόμενο χρονικό διάστημα».
Μάλιστα, ο ίδιος μιλά και για έναν πολύ δύσκολο χειμώνα, αν συνεχίσει η παρούσα κατάσταση: «Εφόσον η ακρίβεια θα παραμείνει το 2023 και εξακολουθήσει να αγγίζει την πλειοψηφία των καταναλωτών που στηρίζουν τις επιχειρήσεις, είναι επόμενο να πάμε σε χειρότερες μέρες, φαίνεται ένας δύσκολος χειμώνας, από τους πιο δύσκολους της 15ετίας, καθώς ούτε η διάθεση για ανατιμήσεις θα μειωθεί, ενώ και ο πληθωρισμός θα αυξάνεται συνέχεια. Εξάλλου, θα πρέπει να σημειωθεί ότι τότε δεν θα έχουμε και τη βοήθεια του τουρισμού, οπότε από Νοέμβριο έως και Μάρτιο 2023 είναι τότε που θα δοθεί η χαριστική βολή για τις μικρές, ειδικά, επιχειρήσεις. Σαν Επιμελητήριο έχουμε προτείνει ότι πρέπει να προχωρήσουν οι 120 δόσεις, αλλιώς από φθινόπωρο θα μετράμε λουκέτα, κάτι που θα έχει άμεση επίπτωση και στην απασχόληση, αλλά και στην πραγματική οικονομία».
Αύξηση 35,3% το 2021 στην ίδρυση επιχειρήσεων
Από την άλλη πλευρά ωστόσο, δεν είναι λίγοι αυτοί που τολμούν να επιχειρήσουν, παρά το ρευστό οικονομικό τοπίο, με τα στοιχεία, ωστόσο, να αφορούν μόνο μέχρι το τέλος του 2021.
Σύμφωνα με στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, αύξηση 35,3% σημείωσαν οι εγγραφές νέων επιχειρήσεων το 2021 σε σύγκριση με το 2020 και έφτασαν τις 109.961 από 81.290. Κατά τον ίδιο, δε, φορέα, οι πτωχεύσεις επιχειρήσεων υποχώρησαν σε 15 το 2021 από 19 το 2020.
Πιο συγκεκριμένα, οι εγγραφές νέων επιχειρήσεων (ενάρξεις λειτουργίας επιχειρήσεων) για το σύνολο των τομέων της οικονομίας το δ΄ τρίμηνο 2021 ανήλθαν σε 34.508, παρουσιάζοντας αύξηση 56,1% σε σχέση με το δ΄ τρίμηνο 2020, που είχαν ανέλθει σε 22.113 και αύξηση 52,4% σε σχέση με το γ΄ τρίμηνο 2021, που είχαν ανέλθει σε 22.642. Το μεγαλύτερο πλήθος εγγραφών, ακριβώς λόγω της συμπερίληψης των αγροτών και των ελευθέρων επαγγελματιών, παρατηρείται το 2021 στον τομέα Γεωργία, δασοκομία και αλιεία (30.423) και στις Επαγγελματικές, επιστημονικές και τεχνικές δραστηριότητες (14.488).
Η μεγαλύτερη αύξηση στο πλήθος των εγγραφών νέων επιχειρήσεων το 2021 σε σχέση με το 2020 καταγράφηκε στον τομέα Ενημέρωση και Επικοινωνία (40,4%) και στον τομέα Μεταφορά και αποθήκευση» (40,3%), ενώ μείωση καταγράφηκε στον τομέα Παροχή ηλεκτρικού ρεύματος, φυσικού αερίου, ατμού και κλιματισμού (5,1%).