Δεκατρία χρόνια λειτουργίας συμπληρώνει εφέτος η ζυθοποίια Septem από την Εύβοια και μετά την τέλεια καταιγίδα του κορονοιού και τα προβλήματα που εντοπίζονται κυρίως στις ανατιμήσεις και στις ελλείψεις κάποιων πρώτων υλών, φαίνεται πως θα αναπληρώσει αρκετές από τις απώλειες των προηγούμενων δύο ετών. Το 2019 ο τζίρος της εταιρείας ξεπέρασε το 1,2 εκατ. ευρώ, ενώ πλέον η παραγωγή ξεπερνά τα 370.000 λίτρα στις μονάδες παραγωγής της στο Αυλωνάρι της Κύμης.
Σύμφωνα με τα όσα τονίζει ο εκ των ιδρυτών της Σοφοκλής Παναγιώτου στο BusinessNews.gr, «το 2021, παρά την πανδημία ήταν ένας χρόνος πολύ σημαντικός για εμάς. Παρότι ξεκίνησε μουδιασμένα λόγω των κλειστών μαγαζιών, τελικά καταφέραμε και άνοδο στο τζίρο της τάξεως του 18% σε σχέση με το καλό 2019 και 40% σε σχέση με το 2020».
Εξάλλου, το 2021 δεν έλειψαν και ζητήματα στις μεταφορές των προϊόντων, τα οποία επηρέασαν την πορεία της χρονιάς. «Υπήρχε θέμα με τις εξαγωγές μέσα στην πανδημία. Η πτώση ήταν πολύ μεγάλη και ήταν δύσκολο για εμάς, που στηρίζουμε ένα μεγάλο κομμάτι των πωλήσεων πλέον στο εξωτερικό. Οι αγορές που παρέμειναν ανοιχτές τότε ήταν αυτές της Κύπρου και της Αγγλίας, σε μικρό βαθμό και αυτό εξαιτίας του retail, γιατί η αγορά HORECA επί της ουσίας δεν λειτουργούσε» αναφέρει ο κ. Παναγιώτου.
Ωστόσο, το 2022 δείχνει θετικά σημάδια «Είναι πολύ σημαντικό ότι πλέον λειτουργεί η εστίαση, με το κομμάτι του HoRECA για την εταιρεία να αποτελεί πλέον το 65%. Είναι πολύ πιο δυνατή η πορεία των προϊόντων μας στην εστίαση, ενώ και το γεγονός ότι έχουν ανοίξει και οι αγορές, έχουν τονώσει και το κομμάτι των εξαγωγών».
Με το λόγο στις εξαγωγές αξίζει να σημειωθεί ότι η εταιρεία στην παρούσα φάση εξάγει σε 13 χώρες όπως η Κύπρος, οι ΗΠΑ, η Αγγλία, αλλά και χώρες με παράδοση στη ζυθοποιία όπως η Ολλανδία και η Γερμανία, ενώ στα άμεσα σχέδια των αδελφών Παναγιώτου είναι η είσοδος σε αγορές όπως η Ιαπωνία και η Σιγκαπούρη, με τον σχεδιασμό να έχει, ήδη, ξεκινήσει, προκειμένου αυτό το βήμα να γίνει μέσα στο 2023 ή το πολύ στις αρχές του 2024, καθώς ειδικά η Ιαπωνία είναι μια δύσκολη αγορά.
Τι γίνεται, όμως, με τις αυξήσεις στα προϊόντα που προκλήθηκαν από τις ανατιμήσεις στις πρώτες ύλες και τα μεταφορικά. Όπως αναφέρει ο κ. Παναγιώτου «Έγιναν αυξήσεις στα προϊόντα τους προηγούμενους μήνες, για ανατιμήσεις που στην ουσία εμείς έχουμε υποστεί από τον περασμένο χρόνο και επί της ουσίας δεν μπορούσαν άλλο να απορροφηθούν. Είναι, δε, ελάχιστες, αν αναλογιστεί κανείς τις αυξήσεις σε βασικά συστατικά όπως η βύνη, οι φιάλες και οι συσκευασίες. Από εκεί και πέρα, είναι δύσκολο να ελεχθεί η αύξηση στο κατάστημα και αυτό είναι ένα σοβαρό θέμα στη μικροζυθοποιία που δεν μπορεί εύκολα να λυθεί».
Κατά τον ίδιο, οι αυξήσεις που έχουν υποστεί τα βασικά στοιχεία της παραγωγής είναι πολύ μεγάλες: Σε ό,τι αφορά τη βύνη, πλέον η αύξηση έχει φτάσει σε σχέση με την αντίστοιχη χρονική περίοδο τα 300 ευρώ ανά τόνο, ενώ και οι φιάλες είναι πλέον πιο ακριβές κατά 5-7 λεπτά το μπουκάλι.
Παρόλαυτα, η εταιρεία συνεχώς σχεδιάζει και σκέπτεται νέα πράγματα και προϊόντα: «Πέρυσι κάναμε κάποια λανσαρίσματα τα οποία βρήκαν σημαντική ανταπόκριση. Φέτος, υπάρχει σκέψη για να μπούμε στο non alcohol πεδίο, το οποίο έχει ένα μεγάλο κοινό πλέον, αλλά είναι κάτι το οποίο σκεπτόμαστε και επιθυμούμε να το επιχειρήσουμε με κάτι που θα κάνει τη διαφορά» υποστηρίζει ο κ. Παναγιώτου.
Από τα σχέδια της εταιρείας δεν λείπει και η επέκταση των μονάδων παραγωγής, με τη χρήση και κεφαλαίων από το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας.
Σύμφωνα με όσα αναφέρει ο κ. Παναγιώτου «υπάρχουν πολλά που εξετάζουμε, είναι πολύ σημαντικά χρηματοδοτικά εργαλεία, μόνο καλό μπορούν να κάνουν στην επιχειρηματικότητα. Ως εταιρεία προχωρήσαμε σε επενδύσεις ακόμα και εν μέσω Covid, ενώ θα προχωρήσουμε και στην δημιουργία νέας γραμμής παραγωγής μέσα στο 2023, ή αρχές του 2024», χωρίς όμως να είναι σαφές ακόμα το ύψος της επένδυσης καθώς είμαστε στη διαδικασία προσφορών.
Πάντως, η εταιρεία αναμένεται να προχωρήσει μόνη σε αυτές τις διαδικασίες, καθώς παρά τις κρούσεις για συνέργειες, καθώς σε αυτή τη φάση βρίσκεται σε ένα πολύ καλό χρηματοοικονομικό επίπεδο.
Την ίδια στιγμή, ορόσημο για την ζυθοποιία, κατά τον συνιδρυτή της Septem αναμένεται να είναι η επικείμενη αλλαγή της νομοθεσίας του 1922 που επηρεάζει προϊόντα όπως οι μπίρες, «Θα είναι μια μεγάλη επανάσταση για τον κλάδο και του αρμόδιου Υπουργείου και του Γενικού Xημείου του κράτους, προσπαθούμε εδώ και χρόνια να καταστήσουμε σαφές ότι είναι αναχρονιστικό νομικό πλαίσιο. Μέχρι τέλος του μήνα υποβάλλουμε τις παρατηρήσεις μας, αλλάζουμε σελίδα στη ζυθοποίια, ξεκινάμε, είμαστε στο τέλος της διαβούλευσης, η οποία ας ελπίσουμε ότι θα ολοκληρωθεί μέσα στους επόμενους μήνες».