Μια νέα γεωγραφία και διαφορετικά δεδομένα έφερε το φετινό καλοκαίρι στην εστίαση, καθώς από την μία πλευρά η αυξημένη τουριστική κίνηση είχε ως αποτέλεσμα την άνοδο στους τζίρους, μετά από δύο χρόνια με συνεχείς δυσλειτουργίες, από την άλλη, ωστόσο, οι φορείς του κλάδου διαπίστωσαν αλλαγές στην καταναλωτική συμπεριφορά, οι οποίες απορρέουν και από την πανδημία.
Σύμφωνα με πληροφορίες από στελέχη του κλάδου, ήδη από τον περασμένο Ιούνιο, η κίνηση σε τουριστικές περιοχές της Αθήνας, της Θεσσαλονίκης και στα νησιά έχει καταγράψει άνοδο άνω του 70% σε σχέση με το 2021, ενώ πλέον αναμένεται να ξεπεράσει και το 2019, το οποίο θεωρείτο μια καλή χρονιά για το επιχειρείν.
Αυτή η νέα τάξη πραγμάτων, μετά από δύο έτη εκτός κανονικότητας λόγω πανδημίας, έχει φέρει ζεστό χρήμα στα ταμεία των εστιατορίων και των καφέ, σαφώς μειωμένο, ωστόσο, λόγω των ανατιμήσεων σε ενέργεια και πρώτες ύλες, που φτάνουν σε κάποιες περιπτώσεις ακόμα και το 100%, ενώ δεν αφορά όλες τις περιοχές της Ελλάδας, με αποτέλεσμα πολλοί επιχειρηματίες να εναποθέτουν τις ελπίδες τους μόνο στα Σαββατοκύριακα ή ακόμα και να κλείνουν εντελώς για όλη τη διάρκεια του Αυγούστου, λόγω της εξαιρετικά μειωμένης κίνησης.
Την ίδια στιγμή, στελέχη της εστίασης από όλη την Ελλάδα κάνουν λόγο για οριστικοποίηση της στροφής που είχε ξεκινήσει από τα χρόνια της πανδημίας: Το καταναλωτικό κοινό, ειδικά οι ξένοι επισκέπτες, στρέφονται πλέον στο πιο γρήγορο φαγητό, στο σάντουιτς και το σουβλάκι, ακόμα και για ένα μεγάλο γεύμα, αφήνοντας πίσω τις μακρόχρονες παραμονές στις σάλες εστιατορίων. Αυτό έχει ως συνέπεια και τους σαφώς μειωμένους λογαριασμούς, ακόμα και από επισκέπτες που παλαιότερα απολάμβαναν λουκούλλεια γεύματα, όπως πχ οι Αμερικανοί.
Το θετικό σημείο, ωστόσο, είναι ότι διαβλέπεται επιμήκυνση της τουριστικής σεζόν, με τον κόσμο να συρρέει σε αρκετές περιοχές της χώρας ακόμα και μέχρι τέλος Οκτωβρίου.
Για τουρισμό δύο ταχυτήτων, ο οποίος έχει τη δική του επίδραση στα έσοδα και την κίνηση των καταστημάτων εστίασης κάνει λόγο, μιλώντας στο BusinessNews.gr o Πρόεδρος της Ένωσης Εστιατορίων και συναφών Αττικής, Γιάννης Δαβερώνης. «Πλησιάζουμε προς το τέλος ενός πολύ καλού καλοκαιριού, με πολύ κόσμο, τόσο ξένους όσο και Έλληνες. Σε αυτό το σημείο, όμως, θα πρέπει να πούμε κάτι: Επειδή υπάρχει τουρισμός δεν σημαίνει ότι δουλεύουν όλα τα μαγαζιά, καθώς αυτό που παρατηρείται είναι ότι ο περισσότερος κόσμος κινείται στο Ιστορικό κέντρο, δηλαδή Πλάκα και Μοναστηράκι, καθώς και στην Αθηναϊκή Ριβιέρα. Αυτό σημαίνει ότι επί της ουσίας υπάρχουν εστιατόρια και καφέ δύο ταχυτήτων: Αυτά που πάνε πολύ καλά καθημερινά και αυτά που κυρίως εργάζονται τα Σαββατοκύριακα και βρίσκονται σε άλλες περιοχές της Αθήνας εκτός κέντρου».
Ο ίδιος επισημαίνει βέβαια, ότι παρά το γεγονός ότι υπάρχει κινητικότητα από πλευράς επισκεπτών, έχει καταγραφεί ότι πλέον οι πελάτες κάνουν μικρότερους λογαριασμούς, ενώ πολλοί είναι εκείνοι που προτιμούν να παίρνουν μόνο μια σαλάτα και ένα ορεκτικό: «Λείπουν πλέον οι καλοί πελάτες, τόσο οι Έλληνες, όσο και οι ξένοι. Πλέον θα κάνουν πολύ μικρότερες αποδείξεις, θα το σκεφτούν πολύ περισσότερο όσο παλαιότερα για το τι θα καταναλώσουν».
Για το λόγο αυτό και πλέον, ήδη από τις εποχές Covid υπάρχει σταθερή αλλαγή στις διατροφικές συνήθειες πολλών ανθρώπων που θέλουν να φάνε έξω: «Πλέον προτιμούν να φάνε κάτι στο χέρι, ένα σουβλάκι, ένα σάντουιτς, παρά να καθίσουν για πολλή ώρα σε ένα τραπέζι. Αυτό δεν είναι τωρινό, έχει ξεκινήσει από την περίοδο του κορονοιού, όμως τώρα έχει ενισχυθεί ακόμα περισσότερο λόγω και της μειωμένης καταναλωτικής δυναμικής των πελατών. Γιαυτό πλέον, σύμφωνα με όσα μας λένε και οι συνάδελφοι από όλη την Ελλάδα, δουλεύουν περισσότερο αυτοί που διαθέτουν γρήγορο φαγητό, παρά αυτοί που διαθέτουν τις μεγάλες σάλες».
Την επίδραση των ανατιμήσεων στο τελικό «ταμείο» των εστιατόρων, στον απόηχο μιας καλής θερινής σεζόν, βάζει στο κάδρο ο Αντώνης Σταύρου, ιδιοκτήτης του ομίλου εστίασης Καστελόριζο, κάνοντας λόγο και για την συνεχιζόμενη ύπαρξη του προβλήματος της έλλειψης προσωπικού. Κατά τον ίδιο «η δουλειά μας σαφώς έχει ανέβει αυτό το καλοκαίρι, με έμφαση στα μαγαζιά κοντά στη θάλασσα και στο κέντρο της Αθήνας, αλλά από την άλλη πλευρά, δεν είναι τόσο αυξημένοι οι τζίροι. Οι αποδείξεις δεν είναι τόσο μεγάλες πλέον, γενικά ο κόσμος είναι επιφυλακτικός, θα περιοριστεί στα βασικά για το γεύμα ή το δείπνο του».
Μεγάλη απώλεια φέτος, κατά τον κ. Σταύρου, ήταν οι Ρώσοι επισκέπτες, οι οποίοι λόγω της κατάστασης δεν ήρθαν όσο παλαιότερα, και ήταν από τους καλούς πελάτες. Αντικαταστάθηκαν, δε, από Αμερικανούς, Ισπανούς και Ιταλούς και λιγότερο Έλληνες, οι οποίοι, ωστόσο, κάνουν πολύ μικρότερες καταναλώσεις.
Παράλληλα, πρόβλημα ακόμα και μέσα στο καλοκαίρι παρέμεινε η αύξηση στις πρώτες ύλες και την ενέργεια που συνέβαλαν στην απώλεια των κερδών, ωστόσο, κατά τον επιχειρηματία, είναι η ελπιδοφόρο το γεγονός ότι η σεζόν φαίνεται ότι θα κρατήσει μέχρι το τέλος Οκτωβρίου.
Αξίζει να σημειωθεί ότι το μεγαλύτερο πρόβλημα για τον επιχειρηματία εξακολουθεί να παραμένει η αύξηση προσωπικού, κάτι το οποίο διαφάνηκε έντονα και το καλοκαίρι, παρά το γεγονός ότι πολλοί ιδιοκτήτες εστίασης έδιναν ακόμα καλύτερους μισθούς.
Όσο για τον χειμώνα που έρχεται: «Θα υπάρξει σχετικός προβληματισμός αν αναλογιστούμε και όσα ακούγονται για την ενέργεια, αλλά θεωρώ ότι οι σωστά οργανωμένες επιχειρήσεις δεν θα έχουν πρόβλημα, αρκεί να έχουν κάνει καλή οργάνωση ήδη από το καλοκαίρι» καταλήγει ο κ. Σταύρου.
Λίγο χειρότερα είναι τα πράγματα στη Θεσσαλονίκη, καθώς κατά τον Πρόεδρο της Ένωσης Ψητοπωλών Θεσσαλονίκης Γιάννη Φιλοκώστα, η εστίαση μέσα στο καλοκαίρι βασίζεται στο τουριστικό κομμάτι μόνο, αφήνοντας πίσω, με ελάχιστα έσοδα τις επιχειρήσεις εκτός κέντρου πόλης ή αυτές που δεν βρίσκονται κοντά σε παραλίες, ενώ δυσβάσταχτες για τους επιχειρηματίες εξακολουθούν να είναι οι ανατιμήσεις σε φυσικό αέριο, ρεύμα και πρώτες ύλες, φέρνοντας μεσοσταθμικά μια αύξηση κόστους της τάξης του 20-25%.
Όπως τονίζει μάλιστα, όσες επιχειρήσεις έμειναν ανοιχτές τον Αύγουστο εκτός κέντρου πόλης, δημιούργησαν τελικά περισσότερα χρέη, παρά είχαν έσοδα, καθώς το 80% του κόσμου φεύγει εκείνη την περίοδο, και φέτος περισσότερο από ποτέ, εκτός πόλης.
Η τουριστική κίνηση, ωστόσο, έδωσε μια ανάσα σε μεγάλο μέρος των επιχειρήσεων, όπως επιβεβαιώνει ο κ. Φιλοκώστας: «Είναι γεγονός ότι ήρθαν περισσότεροι επισκέπτες από το εξωτερικό φέτος σε σχέση με τα προηγούμενα χρόνια, αν και δεν επισκέφθηκαν τόσο τη Χαλκιδική, αλλά τα κοντινά παράλια της Θεσσαλονίκης, ακριβώς λόγω της αύξησης της βενζίνης. Έτσι είδαμε στα εστιατόρια πολλούς Βαλκάνιους, ελάχιστους Ρώσους, πολύ λιγότερους από άλλες φορές, αλλά και το πρόβλημα της έλλειψης προσωπικού να είναι παρών, από όλες τις απόψεις. Αυτοί που ήρθαν, πάντως, κατά γενική ομολογία, αν και ήταν περισσότεροι, έκαναν μικρότερους λογαριασμούς».