Μετά από έναν αιώνα εντυπωσιακής επιστημονικής προόδου, ο κλάδος της υγείας, αναμένεται να εισέλθει σε μια περίοδο ακόμη πιο σαρωτικών αλλαγών, αυτή τη φορά, μέσω της τεχνολογίας και της ανάλυσης δεδομένων, με τη βοήθεια της τεχνητής νοημοσύνης, όπως περιγράφει η πρόσφατη έκθεση της ΕΥ, The The Intelligent Health Ecosystem Health Ecosystem.
Οι τάσεις για το νέο τοπίο στην υγεία
Σύμφωνα με την έκθεση της ΕΥ, οι δυνάμεις που οδηγούν τον μετασχηματισμό στην υγεία είναι πλέον ορατές και έντονες.
Η γήρανση του πληθυσμού, σε συνδυασμό με την αύξηση των χρόνιων παθήσεων και της παχυσαρκίας, πιέζουν τα συστήματα υγείας σε όλο τον κόσμο, και προκαλούν την ανάγκη για συνεχώς αυξανόμενες δαπάνες προς τη φροντίδα υγείας. Από την άλλη πλευρά, υπάρχει ισχυρή πίεση για μείωση κόστους, ενώ, την ίδια ώρα, εκτιμάται ότι ως το 2030, θα υπάρξει ένα έλλειμμα εργαζόμενων στην υγειονομική περίθαλψη, της τάξης των 18 εκατομμυρίων ατόμων.
Παρά τις συγκρουόμενες αυτές πιέσεις που δοκιμάζουν τα εθνικά συστήματα υγείας, η εξέλιξη άλλων τομέων της αγοράς μέσω της τεχνολογίας, δημιουργεί αυξημένες προσδοκίες και στον τομέα της Υγείας, ώστε να παρέχονται βελτιωμένες και προσωποποιημένες εμπειρίες στους χρήστες των υπηρεσιών υγείας.
Έχει ήδη γίνει ορατή η ανάγκη για υπηρεσίες φροντίδας υγείας που θα είναι περισσότερο απομακρυσμένες ή εικονικές, και λιγότερο με φυσική παρουσία, με το «κέντρο» παροχής φροντίδας να αρχίζει να απομακρύνεται από το νοσοκομείο, όπου βρίσκεται τώρα, προς πιο φιλικούς χώρους (π.χ. σπίτι, γραφείο).
Αλλά και η φροντίδα αυτή καθαυτή - που ακόμα θεωρείται «φροντίδα ασθένειας» (sick care) περισσότερο από φροντίδα υγείας (health care), ζητείται να εστιάσει περισσότερο στην εκπαίδευση, την πρόληψη, αλλά και στην εξατομίκευση της θεραπείας. Η εξοικείωση με τις «έξυπνες συσκευές» και η αποδοχή της δυνατότητας συμμετοχής στη φροντίδα υγείας των δεδομένων από αυτές τις συσκευές, θα βοηθήσει προς αυτή την κατεύθυνση και θα μετασχηματίσει την παροχή υπηρεσιών υγείας με όλο και περισσότερη χρήση φερόμενων (και όχι μόνο) αισθητήρων. Βάσει της πληθώρας των δεδομένων που θα συλλέγονται από αισθητήρες, αλλά και ενός εύρους τεχνολογιών που αναπτύσσονται, οι θεραπείες που τώρα αφορούν, στην συντριπτική πλειοψηφία τους, τον συνολικό πληθυσμό μιας ασθένειας, θα τείνουν να είναι εξατομικευμένες, ακόμα και γενετικά προσαρμοσμένες, πάνω στα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του κάθε ασθενή.
Επακόλουθα, ο ρόλος του ιατρού φαίνεται ότι επίσης θα αλλάζει σταδιακά. Από αυτόν της παραδοσιακής «αυθεντίας», θα γίνεται αυτός του «καθοδηγητή», ενώ εκτιμάται ότι μερίδα, τουλάχιστον, των ιατρών του μέλλοντος, θα εξελιχθούν σε ιατρούς-μηχανικούς, που θα έχουν εκπαιδευτεί στην τεχνητή νοημοσύνη, τα big data, τη ρομποτική και άλλες αναδυόμενες τεχνολογίες.
Οι παραπάνω τάσεις οδηγούν στην ανάγκη επιταχυνόμενης υιοθέτησης ψηφιακών τεχνολογιών, αυτοματοποίησης και τεχνητής νοημοσύνης. Η τεχνολογία είναι ώριμη για αυτό, αν και η υιοθέτηση νέων μοντέλων φροντίδας υγείας - μοντέλα που βασίζονται σε εξατομίκευση της πρόληψης και της θεραπείας – απαιτεί μια διαφορετική προσέγγιση στον τρόπο που σήμερα χρησιμοποιούμε την τεχνολογία στην υγεία.
Το «Έξυπνο Οικοσύστημα Υγείας»
Σύμφωνα με την έκθεση της ΕΥ, το επόμενο βήμα προς αυτή την κατεύθυνση είναι η δημιουργία ενός Έξυπνου Οικοσυστήματος Υγείας, με την ταυτόχρονη συμμετοχή όλων των κυρίων παραγόντων των σχετικών κλάδων. Το οικοσύστημα θα υποστηρίζεται από αλγόριθμους τεχνητής νοημοσύνης (Artificial Intelligence - AI), οι οποίοι θα τροφοδοτούνται με ένα τεράστιο εύρος δεδομένων από έξυπνες συσκευές και αισθητήρες, που θα βρίσκονται γύρω, πάνω και ακόμα και μέσα στους καταναλωτές, δημιουργώντας ένα δίκτυο αντίστοιχο του Internet of Things, αλλά επικεντρωμένο στη βελτίωση της φροντίδας υγείας (Internet of Medical Things – IoMT).
Internet of Medical Things και Τεχνητή Νοημοσύνη
Σήμερα, η καινοτομία στον τομέα της τεχνολογίας υγείας εστιάζεται στην ενσωμάτωση του cloud, των αισθητήρων, των συστημάτων εικονικής και εκτεταμένης πραγματικότητας και της ευρυζωνικότητας πέμπτης γενιάς (5G) στα μοντέλα παροχής φροντίδας. Στο κοντινό μέλλον, κρίσιμο ρόλο θα διαδραματίσουν ακόμη πιο προηγμένες τεχνολογίες, όπως το quantum computing, αλλά και ψηφιακές εξελίξεις, όπως το metaverse και το Web 3.0. Συνδυαστικά, οι τεχνολογίες αυτές, καθώς θα συνεχίσουν να εξελίσσονται, θα οδηγήσουν στη δημιουργία του δικτύου Internet of Medical Things (IoMT), του οποίου η χρήση αναμένεται να επεκταθεί ευρέως. Το δίκτυο αυτό θα τροφοδοτείται με δεδομένα από ένα μεγάλο εύρος αισθητήρων και θα λειτουργεί ως δίαυλος επικοινωνίας των δεδομένων και της ανάλυσής τους, μεταξύ όλων των εμπλεκόμενων μερών.
Στα κέντρα παροχής φροντίδας, τα σπίτια και το περιβάλλον εργασίας μας θα τοποθετηθεί ένα πλήθος συνδεδεμένων συσκευών, εικονικών βοηθών, αισθητήρων κίνησης, εργαλείων απομακρυσμένης παρακολούθησης, συνδεδεμένων με έξυπνες υποδομές. Παράλληλα, η επιφάνεια και το εσωτερικό του σώματός μας θα χαρτογραφείται από βιοηλεκτρονικά εμφυτεύματα, έξυπνα ρούχα, αισθητήρες-χάπια που θα μπορούμε να καταπίνουμε, και, τελικά, νανορομπότ και έξυπνη σκόνη. Έχει υπολογιστεί ότι, το 2020, υπήρχαν ένα τρισεκατομμύριο αισθητήρες στον κόσμο, σε σύγκριση με περίπου 20 εκατομμύρια την προηγούμενη δεκαετία, αριθμός που υποδηλώνει μέση ετήσια αύξηση της τάξης του 195%.
Ως αποτέλεσμα, θα αυξηθεί εκθετικά η ποσότητα και η ποιότητα των δεδομένων υγειονομικής περίθαλψης που θα είναι διαθέσιμα στο IoMT. Στην πραγματικότητα, η αύξηση αυτή των διαθέσιμων δεδομένων έχει ήδη ξεκινήσει, καθώς κατά την επόμενη τριετία, αναμένεται ότι τα διαθέσιμα δεδομένα υγείας θα αυξάνονται ετησίως με ρυθμό 36%, ξεπερνώντας την αύξηση της παραγωγής δεδομένων για κλάδους όπως η μεταποίηση (6,3%) ή οι χρηματοοικονομικές υπηρεσίες (6%).
Τα δεδομένα αυτά ήδη χρησιμοποιούνται, αν και σε αρχική μορφή, από τεχνικές τεχνητής νοημοσύνης. Ο ρόλος της τεχνητής νοημοσύνης (AI) στην υγειονομική περίθαλψη είναι διαρκώς αυξανόμενος, κάτι που αντικατοπτρίζεται στην έγκριση περισσότερων από 135 νέων αλγορίθμων τη χρονιά 2020-21, με πιο πρόσφατο παράδειγμα, την έγκριση από τον FDA αλγόριθμου τεχνητής νοημοσύνης, που μπορεί να διαγνώσει ανεύρυσμα στον εγκέφαλο. Οι κυριότερες περιοχές εφαρμογής περιλαμβάνουν διάγνωση και προτάσεις θεραπείας, παρακολούθηση και επικοινωνία με ασθενείς, βελτίωση των οδών φροντίδας (pathways) και εκτέλεση εργασιών διαχείρισης σε πραγματικό χρόνο.
Η επόμενη ημέρα
«Έξυπνα» νοσοκομεία, κέντρα ιατρικής ακριβείας, ερευνητές και κατασκευαστές προϊόντων και υπηρεσιών, πρωτοβάθμια φροντίδα, κρατικοί και ιδιωτικοί φορείς ασφάλισης και χρηματοδότησης, αλλά και οι ίδιοι οι πολίτες στα «έξυπνα» σπίτια και κτήρια, θα είναι διασυνδεδεμένοι για να συλλέγουν, να αναλύουν και να ανταλλάσσουν πληροφορίες μέσα στο «έξυπνο οικοσύστημα υγείας».
Η ανάλυση των δεδομένων από το IoMT και η εξόρυξη και διανομή στο οικοσύστημα της κατανόησης και γνώσης που προκύπτει από τη συνδρομή της τεχνητής νοημοσύνης, θα είναι το κλειδί για τον σχεδιασμό εξατομικευμένης φροντίδας για τους ασθενείς και τη συνεχή παρακολούθηση και προσαρμογή αυτής της φροντίδας, που θα σημαίνει, τελικά, πολύ καλύτερα αποτελέσματα του συστήματος υγείας.
Αυτό το «έξυπνο οικοσύστημα υγείας» θα μας επιτρέψει να διαλύσουμε τα στεγανά μεταξύ διαφορετικών τομέων της υγειονομικής φροντίδας και να βελτιστοποιήσουμε τη λήψη αποφάσεων κατά μήκος του «ταξιδιού» του ασθενή, οδηγώντας τελικά σε πραγματικά ανθρωποκεντρική φροντίδα.
Σχολιάζοντας τα ευρήματα της έκθεσης, ο κος Γιώργος Μητρόπουλος, Επικεφαλής Τομέα Υγείας και Βιοεπιστημών της EY Ελλάδος, δήλωσε: «Oι αλλαγές στον χώρο της υγείας είναι, όχι μόνο αναπόφευκτες, αλλά και εξαιρετικά επιθυμητές. Ήδη, ως ΕΥ στην Ελλάδα, δουλεύουμε σε έργα όπως ο σχεδιασμός υπηρεσιών για κατ’ οίκον / απομακρυσμένη θεραπεία ή ο μετασχηματισμός διαδικασιών και πρωτοκόλλων, με σκοπό τη βελτίωση της εμπειρίας του ασθενή. Η Ελλάδα, παρά τις ιδιαιτερότητες και προκλήσεις που αντιμετωπίζει στον τομέα της Υγείας, είναι σε θέση να γεφυρώσει το ψηφιακό χάσμα, ίσως και αποτελεσματικότερα από πιο προηγμένες χώρες, όπως έχουν δείξει πρόσφατα παραδείγματα. Για να οδηγήσουν και να επιτύχουν σε ένα τέτοιο νέο περιβάλλον, οι επιχειρήσεις, οι οργανισμοί και το ΕΣΥ θα πρέπει να καλλιεργήσουν μια νοοτροπία συνεργασίας και διασύνδεσης, να αξιολογήσουν σοβαρά τη μετάβαση σε outcomes-based μοντέλα, και να επικεντρωθούν στη χρήση των ψηφιακών τεχνολογιών και της ανάλυσης δεδομένων. Ο σκοπός είναι η ενδυνάμωση της ανθεκτικότητας και της ελαστικότητας των οργανισμών υγείας, αλλά, κυρίως, η βελτίωση της εμπειρίας του ασθενή και των αποτελεσμάτων της φροντίδας του».