Μπορεί ο Μαρκ Μάτεσιτς να βιώνει μία από τις χειρότερες απώλειες στη ζωή του, καθώς πριν λίγες ημέρες «έχασε» τον πατέρα του, Ντίτριχ, αλλά τουλάχιστον έχει τη δυνατότητα να βρει… λίγη παρηγοριά στην αμύθητη περιουσία που κληρονόμησε.
Άλλωστε, αυτήν τη στιγμή διαθέτει το 49% των μετοχών της Red Bull, δύο ομάδες Formula One, έναν σύλλογο της Μπουντεσλίγκας, καθώς και μια περιουσία ύψους 15,7 δισ. δολαρίων, η οποία τον καθιστά τον πλουσιότερο μιλένιαλ της Ευρώπης.
Όντας το μοναχοπαίδι του Ντίτριχ, ενός από τους «πατεράδες» του αυστριακού ομίλου ενεργειακών ποτών, ο Μαρκ καλείται πλέον να δώσει συνέχεια στo έργο και το όραμα του πατέρα του. Όμως, αυτό θα το κάνει από τη θέση του μετόχου και όχι από τη θέση ενός ανθρώπου, ο οποίος λαμβάνει τις καθημερινές αποφάσεις του Ομίλου (όπως έκανε ο Ντίτριχ).
Αυτές θα τις λαμβάνει μια ομάδα τριών έμπιστων εκτελεστικών στελεχών, η οποία «συντρόφευσε» τον Ντίτριχ καθ’ όλη τη διάρκεια της σταδιαδρομία τους. Δύο εξ αυτών θα συνεργάζονται στενά και με τον Μαρκ, ο οποίος πέραν της Red Bull, θα έχει και την ευθύνη της Λειψίας, μίας εκ των κορυφαίων ποδοσφαιρικών ομάδων της Γερμανίας.
Ο 29χρονος δισεκατομμυριούχος έχει σπουδάσει διοίκηση επιχειρήσεων στο Πανεπιστήμιο του Σάλτσμπουργκ. Από μικρή ηλικία εντρύφησε στις επαγγελματικές δραστηριότητες του πατέρα του, δείχνοντας ιδιαίτερο ενδιαφέρον κυρίως για τις ομάδες της Formula One.
Πριν τον θάνατο του Ντίτριχ, ο Μαρκ ήδη ήταν μέτοχος σε μια σειρά επενδύσεων της οικογένειας στο real estate, ενώ το 2018 ξεκίνησε μια νέα εταιρεία αναψυκτικών, η οποία παρήγαγε μπύρα και λεμονάδα, χρησιμοποιώντας τρεχούμενο νερό από τις παλαιότερες πηγές της Αυστρίας.
Παράλληλα, είναι μέλος στο ερευνητικό ίδρυμα της μητέρας του, Ανίτα Γκερχάρντερ.
Το θρυλικό ξεκίνημα της Red Bull
Ο Ντίτριχ Μάτεσιτς, με καταγωγή από την Κροατία, ξεκίνησε την καριέρα του στο τμήμα μάρκετινγκ της Unilever το 1972 και, αργότερα, θα μετακινείτο στη Blendax της P&G, αναλαμβάνοντας το μάρκετινγκ για τις οδοντόκρεμες. Τότε ήταν που, ταξιδεύοντας συχνά στην Ασία για επαγγελματικούς λόγους, θα γνώριζε το ποτό που θα του έσωζε τη ζωή.
Στα μέσα των 70s, στην Ταϋλάνδη, ο ιδρυτής της φαρμακευτικής T.C. Pharmaceuticals, Σαλέο Γιουβίντια που εμπορευόταν κυρίως αντιβιοτικά, σκέφτηκε να δημιουργήσει ένα ποτό που περιείχε ζάχαρη, καφεϊνη και ταυρίνη και θα μπορούσε να τονώσει τον οργανισμό. Το ονόμασε «Krating Daeng», δηλαδή «Κόκκινος Ταύρος» (για την ακρίβεια Daeng είναι ένα είδος νεροβούβαλου της Ταϋλάνδης). Το φτηνό αναψυκτικό έγινε γρήγορα δημοφιλές στους οδηγούς φορτηγών της χώρας που ήθελαν να απαλλαγούν από τη νύστα στα μακρά νυχτερινά δρομολόγιά τους.
Εκείνη την εποχή, στη διάρκεια επαγγελματικού ταξιδιού στην Ταϋλάνδη, ο Μάτεσιτς «ανακάλυψε» το Krating Daeng ως ένα ποτό που μπορούσε να τον βοηθήσει να απαλλαγεί από το jet lag, καθώς ο καφές δεν… του αρκούσε. Έγινε αμέσως φαν. Κάποια χρόνια αργότερα, του δόθηκε η ευκαιρία να γνωρίσει τον εφευρέτη του ποτού. Ο Γιουβίντια, ως επενδυτής ήταν συνεργάτης της Blendax στην Ασία. Η δουλειά του Μάτεσιτς, ήταν εύκολη.
Ο Γιουβίντια, παρότι ισχυρός επιχειρηματίας και επενδυτής, ήταν πολύ απλός άνθρωπος. Αφιερωμένος στο βουδισμό, ζούσε μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας, ήταν ταπεινός και μετριόφρων, δεν έδινε ποτέ συνεντεύξεις και προτιμούσε να μένει σε μια φάρμα όπου εξέτρεφε πάπιες. Ο Μάτεσιτς του πρότεινε να λανσάρουν μαζί το ποτό στην Ευρώπη και ο Ταϋλανδός επιχειρηματίας, εκτιμώντας το χιούμορ και τον πηγαίο χαρακτήρα του Αυστριακού, δέχτηκε. Έβαλε ο καθένας από 500.000 δολάρια και ίδρυσαν τη Red Bull στην Αυστρία.
Όλα όσα ακολούθησαν είναι ιστορία, με την εταιρεία να κατακτά τη μία κορυφή μετά την άλλη, καθώς και να καθίσταται συνώνυμο της εμπορικής διαφήμισης κάθε πιθανής και απίθανης αθλητικής δραστηριότητας. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχει, μάλιστα, το γεγονός ότι λίγο πριν πεθάνει, ο Ντίτριχ έλαβε μέρισμα 866 εκατ. ευρώ, χάρη στα υψηλά κέρδη της εταιρείας για το οικονομικό έτος 2021.