Έναντι τιμήματος ενός ευρώ υψηλότερου από την τιμή εκκίνησης του ηλεκτρονικού πλειστηριασμού, που ήταν τα 9.237.500 ευρώ, κατακυρώθηκε στον μοναδικό ενδιαφερόμενο επενδυτή το βιομηχανικό ακίνητο της «Φίλκεραμ Johnson» στην περιοχή «Πατριαρχικό» Πυλαίας, στην ανατολική Θεσσαλονίκη. Το ακίνητο απέκτησε ιδιοκτήτη έπειτα από μια «οδύσσεια» πέντε άγονων διαγωνισμών, ο πρώτος εκ των οποίων πραγματοποιήθηκε το 2015, λίγα χρόνια μετά την αίτηση πτώχευσης της εταιρείας, που κατατέθηκε στις 13 Ιουλίου 2011.
Όπως ανέφεραν στο ΑΠΕ-ΜΠΕ αξιόπιστες πηγές, η ταυτότητα του επενδυτή θα γίνει γνωστή όταν ολοκληρωθεί η διαδικασία μεταγραφής του ακινήτου, προκειμένου αυτό να περάσει στη μερίδα του νέου ιδιοκτήτη στο Εθνικό Κτηματολόγιο.
Το ακίνητο της κάποτε κραταιάς βιομηχανίας κατασκευής κεραμικών πλακιδίων που είχε προ ετών αποτιμηθεί σε πολύ υψηλότερο ποσό, περιλαμβάνει κτήρια συνολικού εμβαδού άνω των 45.337 τ.μ, «όλα αδειοδοτημένα», όπως σχολίαζαν οι ίδιες πηγές. Τα κτήρια έχουν ανεγερθεί σε οικόπεδο συνολικού εμβαδού 138.144,72 τετραγωνικών, που προήλθε από συνενώσεις 14 όμορων αγροτεμαχίων.
Το βιομηχανικό ακίνητο βρίσκεται στο 5ο χιλιόμετρο της Ε.Ο. Θεσ/νίκης - Αεροδρομίου, στην Πυλαία Θεσσαλονίκης, σε περιοχή όπου κυριαρχούν ως χρήση τα μεγάλα εμπορικά κέντρα και καταστήματα της πόλης (Mediterranean Cosmos Center, εμπορικό κέντρο «Μακεδονία», ΙΚΕΑ κ.ά).
Στο μεταξύ, από το τίμημα του πλειστηριασμού αναμένουν να πληρωθούν μέρος των δεδουλευμένων τους οι 225 πρώην εργαζόμενοι στη «Φίλκεραμ Johnson», στους οποίους οφείλονται -από το 2010, ένα έτος πριν από την πτώχευση της εταιρείας- συνολικά 11,5 εκατ. ευρώ. Με βάση τον πτωχευτικό νόμο που ίσχυε όταν η βιομηχανία πτώχευσε, οι εργαζόμενοι «έρχονται δεύτεροι» σε προτεραιότητα μετά το ελληνικό δημόσιο ως προς την καταβολή των οφειλόμενων και θα μοιραστούν το ποσό που θα απομείνει, αφότου ικανοποιηθούν οι απαιτήσεις του Δημοσίου.
Κατά την αυτοψία που πραγματοποιήθηκε στο ακίνητο, ο πιστοποιημένος εκτιμητής διαπίστωσε -όπως επισημαίνεται στη σχετική έκθεση (Μάιος του 2022)- ότι από τις εγκαταστάσεις της επιχείρησης «έχει αφαιρεθεί ολόκληρος ο ηλεκτρομηχανολογικός εξοπλισμός και οι γραμμές παραγωγής και τα κτήρια διαθέτουν ερειπωμένα χαρακτηριστικά που τα καθιστούν επικίνδυνα από απόψεως στατικής και δομικής, από απόψεως υγιεινής, από απόψεως ασφαλείας κατά του πυρός και από απόψεως κυκλοφορίας του κοινού εις το εσωτερικόν χώρων συναθροίσεως».
Στην ίδια έκθεση αναφέρεται ότι οι κτηριακές εγκαταστάσεις της εταιρείας ανεγέρθηκαν διαδοχικά, με 25 οικοδομικές άδειες που εκδόθηκαν κατά την χρονική περίοδο από το 1961 μέχρι το 2002, στις αντίστοιχες επιφάνειες του γηπέδου που προέκυπταν από τις παράλληλες και διαδοχικές αγορές της έκτασης._