Το παγκόσμιο θαλάσσιο εμπόριο υποχωρεί παράλληλα με την πανδημία, καθώς ο υψηλός πληθωρισμός και το άνοιγμα της οικονομίας έπληξαν τις αγορές αγαθών.
Η τιμή των μεταφερόμενων προϊόντων σε εμπορικούς δρόμους ζωτικής σημασίας έχει πέσει 85% από τη στιγμή της κορύφωσής της, γράφουν οι Financial Times, καθώς αφενός η κρίση στο κόστος ζωής πλήττει τις καταναλωτικές δαπάνες και αφετέρου αποκαθίστανται οι διαταραχές που προκάλεσε στην εφοδιαστική αλυσίδα η πανδημία.
Αυτό τον μήνα, η άμεση αποστολή ενός τυπικού 12μετρου κοντέινερ από την ανατολική Κίνα στη δυτική ακτή των ΗΠΑ κόστισε 1.444 δολάρια, σύμφωνα με την ειδική πλατφόρμα ναυτιλιακών δεδομένων Xeneta, ενώ είχε πιάσει ταβάνι στα 9.682 δολάρια τον περασμένο Μάρτιο. Οι μεγάλες καθυστερήσεις και η συμφόρηση που έπληξαν τα λιμάνια στο απόγειο της πανδημίας έχουν επίσης εκτονωθεί.
Το Ινστιτούτο του Κιέλου (Kiel Institute), γερμανικό think tank, εκτιμά ότι, παρά τη μηνιαία άνοδο 2,1% τον Ιανουάριο του 2023, η ποσότητα των μεταφερόμενων αγαθών έχει υποχωρήσει 5% σε σχέση με τα επίπεδα Ιανουαρίου 2022.
Η πτώση οφείλεται στη μείωση της ζήτησης για αγαθά -το 90% των οποίων φτάνει στους εμπόρους με πλοίο. Η ζήτηση έχει βυθιστεί καθώς ο πληθωρισμός εκτινάχθηκε, προκαλώντας σοβαρή κρίση κόστους ζωής σε αρκετές οικονομίες και ωθώντας τις κεντρικές τράπεζες να ανεβάζουν τα επιτόκια προκειμένου να περιοριστούν οι δαπάνες. Η επαναλειτουργία της εστίασης και άλλων υποδομών που έκλεισαν κατά τη διάρκεια της πανδημίας οδήγησε, επίσης, σε περισσότερες δαπάνες για υπηρεσίες.
Η στροφή από τα αγαθά στις υπηρεσίες
Στις ΗΠΑ, οι δαπάνες για αγαθά είναι μειωμένες 5,4% σε πραγματικούς όρους από την κορύφωση του Μαρτίου 2021. Στη Βρετανία, οι όγκοι πωλήσεων επέστρεψαν κάτω από τα προ πανδημίας επίπεδα, αφού είχαν αυξηθεί κατά 10 ποσοστιαίες μονάδες τον Απρίλιο του 2021.
Και όσο ο πληθωρισμός παραμένει υψηλός και τα επιτόκια αναμένεται να αυξηθούν περαιτέρω, η ζήτηση προβλέπεται πως θα παραμείνει ασθενής για το υπόλοιπο του έτους. Ο ναυτιλιακός όμιλος Maersk εκτιμά ότι η ζήτηση για εμπορευματοκιβώτια θα μειωθεί κατά 2,5% φέτος.
Η μηνιαία έρευνα της S&P έδειξε ότι οι νέες παραγγελίες για εξαγωγές συρρικνώθηκαν σε όλο τον κόσμο κατά το δεύτερο εξάμηνο του περασμένου έτους και τον Ιανουάριο. Τον περασμένο μήνα, το ΔΝΤ προέβλεψε ότι η ανάπτυξη του παγκόσμιου εμπορίου θα μειωθεί στο 2,4% φέτος, από 5,4% το 2022.
Η Leah Fahy, οικονομολόγος στην εταιρεία ερευνών Capital Economics, δήλωσε ότι ενώ το άνοιγμα της Κίνας «βελτίωσε κάπως» τις προοπτικές, «η ασθενής ζήτηση αλλού θα κρατήσει υποτονικό το εμπόριο για κάποιο χρονικό διάστημα».
Μετά από δύο χρόνια θεαματικής κερδοφορίας, ναυτιλιακοί όμιλοι, από την CMA-CGM έως την Hapag-Lloyd, έχουν προειδοποιήσει τους επενδυτές για τον κίνδυνο. Η Maersk, ο δεύτερος μεγαλύτερος όμιλος μεταφοράς εμπορευματοκιβωτίων, την περασμένη εβδομάδα ανακοίνωσε ότι φέτος τα λειτουργικά κέρδη του θα κυμαίνονται μεταξύ 2 και 5 δισ. δολαρίων, καταγράφοντας κατακόρυφη πτώση από τα 31 δισ. δολ. πέρυσι και τα 20 δισ. δολ. του 2021.
Πώς θα συγκρατηθεί η ελεύθερη πτώση των ναύλων
Ωστόσο, η πτώση των τιμών χαιρετίστηκε από τους εισαγωγείς, οι οποίοι πρέπει επίσης να προσαρμοστούν στη μειωμένη ζήτηση που προκαλείται από την κρίση του κόστους ζωής. «Είναι πολύ θετική εξέλιξη», δήλωσε ο Jonas Samuelson, διευθύνων σύμβουλος της Electrolux.
Με ενεργά πολλά μακροπρόθεσμα συμβόλαια, τα οποία αποδεικνύονται λιγότερο ασταθή από τα βραχυπρόθεσμα, οι ναυτιλιακοί όμιλοι πιθανώς θα διατηρήσουν τουλάχιστον για το τρέχον τρίμηνο τα οφέλη από τις υψηλότερες τιμές, προτού οι νέες συμφωνίες φανερώσουν τη διολίσθηση της κερδοφορίας τους.
Σε μια προσπάθεια να συγκρατήσουν τους ναύλους, εξάλλου, οι όμιλοι μειώνουν τα δρομολόγια. Το 2022 αναβλήθηκαν ή ματαιώθηκαν 1.639 ταξίδια μεταξύ Ανατολικής Ασίας και Ευρώπης ή Βόρειας Αμερικής, περισσότερα κατά 40% σε σχέση με το προηγούμενο έτος, σύμφωνα με τον πάροχο δεδομένων eeSea.
Παρ' όλα αυτά, η πτώση των μεταφερόμενων όγκων δεν μπορεί να κρύψει το πρόβλημα πλεονάζουσας μεταφορικής ικανότητας για τις εταιρείες. Καθώς η ζήτηση για χωρητικότητα εκτινάχθηκε στα ύψη κατά τη διάρκεια της πανδημίας, πολλοί εφοπλιστές έριξαν χρήμα σε νέα πλοία. Τον περασμένο μήνα η συνολική χωρητικότητα φορτηγών πλοίων υπό ναυπήγηση ισοδυναμούσε με το 30% του ενεργού παγκόσμιου στόλου, σύμφωνα με τον Jonathan Roach, αναλυτή στην εταιρεία ναυτιλιακών υπηρεσιών Braemar. Το αντίστοιχο ποσοστό τον Ιανουάριο του 2019 ήταν 13%.
Η παράδοση αυτών των πλοίων θα μπορούσε να αυξήσει την πλεονάζουσα μεταφορική ικανότητα, μειώνοντας περαιτέρω τους ναύλους. Εάν συμβεί αυτό, όμως, οι ναυτιλιακοί όμιλοι πιθανώς θα καταφύγουν στις τακτικές που χρησιμοποιήθηκαν και κατά το αρχικό σοκ της πανδημίας. Καθώς τα εργοστάσια σταματούσαν την παραγωγή, οι εταιρείες παρόπλιζαν πολλά πλοία. Ετσι, δημιουργήθηκε η «πιο ευνοϊκή δυναμική προσφοράς και ζήτησης από ποτέ», δήλωσε ο John McCown, ιδρυτής της συμβουλευτικής εταιρείας Blue Alpha Capital, οδηγώντας σε αύξηση των δεικτών όταν εκτινάχθηκε η ζήτηση για αγαθά.
«Οι μεταφορείς θα μειώσουν τη χωρητικότητα πιο επιθετικά απ' ό,τι στο παρελθόν, καθώς γνωρίζουν πόσο ελαστικοί είναι οι ναύλοι», πρόσθεσε ο ίδιος. Η αγορά γνωρίζει ότι, στον κλάδο των εμπορευματοκιβωτίων, το μαχαίρι και το καρπούζι το κρατούν οι μεταφορείς.
Ρόλο παίζουν επίσης και οι δύσκολες γεωπολιτικές συνθήκες. Η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία και η πίεση στις επιχειρήσεις να αποσυνδεθούν από την Κίνα αποτελούν επιπλέον πονοκεφάλους.