Ο όμιλος Lavazza ανακοίνωσε τα οικονομικά του αποτελέσματα για το 2022, καθώς και την ολοκλήρωση της εξαγοράς της γαλλικής εταιρείας καφέ MaxiCoffee, μια πράξη που αναφέρθηκε για πρώτη φορά στις 28 Νοεμβρίου 2022.
Όσον αφορά τις λειτουργικές επιδόσεις το 2022, ο όμιλος Lavazza σημείωσε θετικά αποτελέσματα και κερδοφορία σύμφωνα με το προηγούμενο έτος, παρά το ιδιαίτερα περίπλοκο μακροοικονομικό σενάριο που έχει επιφέρει απότομη άνοδο στην τιμή όχι μόνο των κόκκων καφέ, αλλά και των υλικών συσκευασίας, της ενέργειας, φυσικού αερίου, υπηρεσιών logistics και εμπορευματικών μεταφορών, καθώς και η ανατίμηση του δολαρίου.
Το περιθώριο υποστηρίχθηκε από την αύξηση των πωλήσεων, την προσεκτική διαχείριση των τιμών του καταλόγου και τη στενή παρακολούθηση του λειτουργικού κόστους. Ο Όμιλος επέλεξε να απορροφήσει ένα σημαντικό μέρος της αύξησης του κόστους και να μεταβιβάσει μόνο ένα μέρος του στους καταναλωτές. Η απόφαση αυτή ανταμείφθηκε από την αύξηση των πωλήσεων σε όλες τις χώρες, με ζήτηση αυξημένη σε σχέση με την τάση της αγοράς και τον δείκτη της αξίας να κυμαίνεται σύμφωνα με τις περσινές τάσεις.
«Τα αποτελέσματα του 2022 αντιπροσωπεύουν ένα ακόμη ορόσημο για τον όμιλό μας. Παρά τις προκλήσεις της περιόδου, καταφέραμε να διατηρήσουμε την αύξηση του κύκλου εργασιών και να διατηρήσουμε το περιθώριο κέρδους σύμφωνα με τα προηγούμενα χρόνια. Αυτό κατέστη δυνατό χάρη στην τεράστια δέσμευση σε όλα τα επίπεδα της εταιρείας να ακολουθήσει μια στρατηγική διεθνούς ανάπτυξης, σε συνδυασμό με τη συγκράτηση του κόστους σε μια εξαιρετικά απαιτητική περίοδο», δήλωσε ο Antonio Baravalle, Διευθύνων Σύμβουλος του ομίλου Lavazza. «Ο Όμιλος επικεντρώνεται πλέον στις εξαιρετικές αυξήσεις κόστους που παρατηρήθηκαν κατά τη διάρκεια του έτους, οι οποίες θα έχουν επίσης σημαντικό αντίκτυπο στο 2023».
Το 2022, ο όμιλος ανακοίνωσε έσοδα €2,7 δισεκατομμυρίων ευρώ, σημειώνοντας αύξηση +17,6% σε σχέση με το 2021. ενώ ο τζίρος ήταν αυξημένος και στα κανάλια Home και Out-Of-Home. Συγκεκριμένα, στο κανάλι Out-Of-Home, η μεγαλύτερη αύξηση του τζίρου ήταν αποτέλεσμα της θετικής επίδρασης του αυξημένου όγκου πωλήσεων (+26%).
Το τμήμα των κόκκων συνεχίζει να αναπτύσσεται και φέτος αποδείχθηκε ότι είναι το πιο δυναμικό στην αγορά. Εξετάζοντας τις 15 κύριες γεωγραφικές περιοχές στις οποίες δραστηριοποιείται ο Όμιλος, ο τομέας των κόκκων σημείωσε αύξηση μεριδίου αγοράς +1,4% έναντι του 2021, ενώ ο Όμιλος Lavazza κέρδισε +1,5 μονάδες μεριδίου ως αποτέλεσμα ανάπτυξης 12% έναντι του 2021.
Στο τμήμα Single Serve (κάψουλες καφέ), που παραμένει το πιο ανταγωνιστικό, ο Όμιλος συνεχίζει να εφαρμόζει το πλάνο κυκλοφορίας για κάψουλες αλουμινίου.
Σε γεωγραφικό επίπεδο, ο Όμιλος σημείωσε αύξηση των πωλήσεων βάσει αξίας στο κανάλι λιανικής στη Γερμανία (+18,1%), στις Ηνωμένες Πολιτείες (+14,1%) και στην Πολωνία (+28%). Η Ιταλία και η Γαλλία ανέφεραν επίσης ανάπτυξη 1,5% και 6,1% αντίστοιχα μετά την πτώση το 2021.
Το EBITDA του Ομίλου ανέρχεται στα €309 εκατ. ευρώ, σύμφωνα με το ποσό των €312 εκατ. ευρώ του 2021, με περιθώριο EBITDA 11,4% έναντι του 13,5% το 2020.
Το EBIT ανήλθε στα €160 εκατ. ευρώ, σύμφωνα με το ποσό των €164 εκατ. ευρώ του 2021, με περιθώριο EBIT 5,9% έναντι του 2021.
Τα καθαρά κέρδη ανήλθαν στα €95 εκατ. ευρώ, έναντι €105 εκατ. ευρώ πέρυσι, ενώ η καθαρή οικονομική θέση στο τέλος του 2022 ήταν €136 εκατ. ευρώ, επιβεβαιώνοντας τη χρηματοοικονομική σταθερότητα του Ομίλου.
Η πληθωριστική τάση είχε επίσης αντίκτυπο στον ισολογισμό, ιδίως σε ό,τι αφορά την ανατίμηση των αποθεμάτων, η οποία οδήγησε τις λειτουργικές ταμειακές ροές σε ελαφρώς αρνητικό πεδίο (-€8 εκατ. ευρώ).
Επιπλέον, στις 31 Μαρτίου 2023 – μετά από έγκριση της γαλλικής αρχής ανταγωνισμού, καταναλωτικών υποθέσεων και απάτης (DGCCRF) – ολοκληρώθηκε η εξαγορά της MaxiCoffee. Η γαλλική εταιρεία, με περίπου 1.500 συνεργάτες, έχει κύκλο εργασιών περίπου €300 εκατ. ευρώ και απευθύνεται τόσο σε ιδιώτες όσο και σε επιχειρήσεις μέσω της πλατφόρμας ηλεκτρονικού εμπορίου της εταιρείας, ενός δικτύου 60 πρακτορείων πωλήσεων σε όλη τη Γαλλία, το École du Café και των καταστημάτων της. Η πλατφόρμα προσφέρει πάνω από 8.000 προϊόντα από περισσότερες από 350 διαφορετικές μάρκες καφέ (κόκκους, αλεσμένους καφέδες και κάψουλες), καθώς και μια μεγάλη γκάμα μηχανών εσπρέσο, καφετιέρες, μύλους καφέ και αξεσουάρ.
«Με αυτή την εξαγορά, συνεχίζουμε τη στρατηγική μας για επέκταση διεθνώς και ενίσχυση της επιχείρησης σε σημαντικές αγορές. Η MaxiCoffee θα έχει μια εντελώς ξεχωριστή και ανεξάρτητη διαχείριση, διατηρώντας ανενόχλητο το επιτυχημένο επιχειρηματικό της μοντέλο», δήλωσε ο Antonio Baravalle, Διευθύνων Σύμβουλος του Ομίλου Lavazza.
Ο Christophe Brancato, ιδρυτής του MaxiCoffee Group, εμπλέκεται με τη λειτουργία και θα συνεχίσει να κατέχει μειοψηφικό μερίδιο στην επιχείρηση. Ο Christophe Brancato παραμένει επίσης πρόεδρος της γαλλικής εταιρείας για να συνεχίσει την ανάπτυξη του επιχειρηματικού μοντέλου που ξεκίνησε, ενισχύοντας τις ήδη σταθερές σχέσεις της με πελάτες, καταναλωτές που αγαπούν τον καφέ και συνεργάτες προμηθευτών.