Eνδιαφέροντα στοιχεία για την πορεία των μεγάλων οικογενειακών επιχειρήσεων έφερε στο φως πρόσφατα έρευνα της EY και του Πανεπιστημίου St Gallen της Ελβετίας, με την ελληνική πραγματικότητα να μοιράζεται κάποια από αυτά.
Κατά τη μελέτη, οι 500 μεγαλύτερες οικογενειακές επιχειρήσεις στον κόσμο διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στην παγκόσμια οικονομική δραστηριότητα, παρουσιάζοντας ταχύτερους ρυθμούς ανάπτυξης από το σύνολό της.
Συλλογικά, αποφέρουν έσοδα 8,02 τρισ. δολαρίων και απασχολούν 24,5 εκατ. ανθρώπους, σε 47 χώρες – αριθμοί που, ως προς τα έσοδα, τις κατατάσσουν σχηματικά ως την τρίτη μεγαλύτερη οικονομία, μετά τις ΗΠΑ και την Κίνα. Η μακροζωία και η σταθερότητα συνεχίζουν να αποτελούν βασικά χαρακτηριστικά των εταιρειών που περιλαμβάνονται στον Δείκτη του 2023, καθώς περισσότερες από τις τρεις στις τέσσερις (76%) υπάρχουν εδώ και περισσότερο από 50 χρόνια, ενώ σχεδόν το ένα τρίτο (31%) ξεπερνούν τον έναν αιώνα λειτουργίας.
Κατά, δε, πρόσφατη μελέτη της KPMG, από μία παγκόσμια οπτική, η ιδιοκτησία της οικογένειας στην επιχείρηση είναι υψηλή μεταξύ των συμμετεχόντων στην έρευνα. Κατά μέσο όρο, περισσότερο από το 90% των μετοχών των εταιρειών τους ανήκουν στην οικογένεια, διατηρώντας σταθερά τον έλεγχο της επιχείρησης στα οικογενειακά χέρια. Εκτός από την ιδιοκτησία της οικογένειας, οι επιχειρήσεις με επικεφαλής έναν Διευθύνοντα Σύμβουλο-μέλος της οικογένειας ασκούν την πρόσθετη εξουσία της οικογένειας στη λήψη στρατηγικών αποφάσεων, ενώ ταυτόχρονα ελέγχουν τα περιουσιακά στοιχεία της επιχείρησης.
Μια εικόνα για την πορεία των ελληνικών οικογενειακών επιχειρήσεων το 2022 και το 2023 δίνει η Μαρίκα Λάμπρου, πρώην CEO σε γνωστές εταιρείες, σύμβουλος επιχειρήσεων και εξειδικευμένη στις οικογενειακές επιχειρήσεις: «Για τη συγκεκριμένη περίοδο γνωρίζουμε κάποια γενικότερα στοιχεία, όπως για παράδειγμα ότι, σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ, η ελληνική οικονομία αναμένεται να παρουσιάσει μεγέθυνση της τάξης του 6,0% το 2022, και ότι ο κύκλος εργασιών του εμπορίου αυξήθηκε κατά 20% το 2022 σε σχέση με το 2021, τα οποία σίγουρα αφορούν κάποιο σημαντικό μέρος των οικογενειακών επιχειρήσεων στην Ελλάδα. Γενικά, ωστόσο, αναμένουμε η γενικότερη αναπτυξιακή έκβαση της οικονομίας να τις έχει επηρεάσει θετικά».
Oι μύθοι των οικογενειακών επιχειρήσεων
Για τους μύθους που διέπουν συχνά τις οικογενειακές επιχειρήσεις είχε αναφερθεί σε πρόσφατο συνέδριο ο επίτιμος Πρόεδρος του ΣΒΕ Αθανάσιος Σαββάκης: «Ο πρώτος μύθος λέει ότι οι οικογενειακές επιχειρήσεις διοικούνται αντιεπαγγελματικά. Μάλιστα, όσοι το υποστηρίζουν, προσθέτουν ότι σχεδόν νομοτελειακά οι οικογενειακές επιχειρήσεις θα αποτύχουν στην τρίτη γενιά. Πώς εξηγείται όμως το γεγονός ότι σήμερα υπάρχουν οικογενειακές επιχειρήσεις 150 ή και 200 ετών στο εξωτερικό, και άνω των 100 ετών στην Ελλάδα; Άλλο λοιπόν είναι η ταχύτητα και η ευελιξία στην λήψη των αποφάσεων, και άλλο η δήθεν αντιεπαγγελματική διαχείριση».
Ο δεύτερος μύθος «λέει ότι μόνο ο ιδρυτής (της επιχείρησης) δημιουργεί πλούτο και κανένας άλλος από εκεί και πέρα δεν προσθέτει αξία στην επιχείρηση. Σε πλήθος οικογενειών και μάλιστα παγκοσμίως γνωστών, οι ιδρυτές τους ήταν απλώς οι πρώτοι από μια σειρά διαδόχων που ακολούθησαν και δημιούργησαν και αυτοί με την σειρά τους πλούτο. Πολλές διεθνείς εμπειρικές μελέτες για τις οικογενειακές επιχειρήσεις, αποδεικνύουν ότι μια οικογενειακή επιχείρηση, που θεωρεί ότι είναι παραγωγική για την οικογένεια και την κοινωνία, πάντα έχει πολλαπλούς δημιουργούς πλούτου, σε συνεχόμενες γενιές».
Ο τρίτος μύθος, αφορά «στη δήθεν προκαθορισμένη κάμψη ή και πτώση της οικογενειακής επιχείρησης, όταν αναλάβει τα ηνία η 3η γενιά. Είναι ο πιο διαδεδομένος μύθος, που υποστηρίζει ότι τα παιδιά και εγγόνια ενός ιδρυτή, είναι πιθανό να κακοδιαχειριστούν την οικογενειακή επιχείρηση. Αν παρατηρήσουμε προσεκτικά τις οικογενειακές επιχειρήσεις στην Ελλάδα και στον κόσμο, θα παρατηρήσουμε ότι οι οικογένειες ακολουθούν μάλλον έναν κύκλο συνεχούς προσπάθειας και ανάπτυξης, παρά μια πορεία -προφανώς ασυνείδητη- γραμμικής παρακμής».
Ο τέταρτος μύθος «λέει ότι αν πουληθεί μια οικογενειακή επιχείρηση, τότε η οικογένεια παύει να ασκεί επιχειρηματική δραστηριότητα. Μάλλον, το αντίθετο. Η πλειοψηφία των οικογενειών σε αυτή την περίπτωση, επενδύει σε κάποια άλλη επιχειρηματική δραστηριότητα συνεχίζοντας έτσι την παράδοση που θέλει την οικογένεια να είναι ιδιοκτήτρια μιας οικογενειακής επιχείρησης».
Σύμφωνα με το πέμπτο μύθο, «ο πλούτος μιας οικογένειας προκύπτει μόνο από μια οικονομική-επιχειρηματική δραστηριότητα. Και αυτό είναι λάθος, αφού αν κοιτάξουμε γύρω μας, θα διαπιστώσουμε ότι τα κέρδη από την οικογενειακή επιχείρηση, επενδύονται τόσο στην ίδια, όσο και σε άλλες επιχειρηματικές δραστηριότητες της οικογένειας».
Τέλος, ο έκτος μύθος λέει ότι «η επιτυχία μιας οικογενειακής επιχείρησης στις επόμενες γενιές, στηρίζεται στο γεγονός ότι η οικογένεια έχει απομακρυνθεί από την διοίκηση της οικογενειακής επιχείρησης, και ασκεί μια σχετικά μικρή επιρροή στην λήψη των αποφάσεων. Όσο υποστηρίζουν ότι ο μύθος αυτός είναι πραγματικότητα, αγνοούν παντελώς ότι οι οικογενειακές επιχειρήσεις στηρίζονται πρωτίστως στις αξίες της οικογένειας, διότι το στιβαρό θεμέλιό τους είναι η οικογενειακή κουλτούρα. Βεβαίως, αρκετές φορές οι οικογενειακές αξίες και πρακτικές μπορούν να υπονομεύσουν την βιωσιμότητα της οικογενειακής επιχείρησης . Είναι και αυτό γεγονός αδιαμφισβήτητο. Η συνηθισμένη όμως πρακτική, είναι η οικογένεια να προσπαθεί διαρκώς να μειώσει τους τρόπους με τους οποίους η επιχείρηση “στεγνώνει” οικονομικά και στο πλαίσιο αυτό προσπαθεί να μεγαλώσει και να βελτιστοποιήσει τα οφέλη για όλα τα μέλη της οικογένειας, ανεξαιρέτως».
Σε αυτό το πλαίσιο, ο κ. Σαββάκης είχε υπογραμμίσει ότι ότι «έχουμε ανάγκη από την προβολή επιτυχημένων παραδειγμάτων οικογενειακών επιχειρήσεων που μακροημερεύουν, που αναπτύσσονται, που δημιουργούν νέες καλά πληρωμένες θέσεις εργασίας, που γίνονται πραγματικοί καταλύτες κοινωνικής συνοχής -ειδικά σε τοπικό επίπεδο – και εν τέλει είναι οι πραγματικοί στυλοβάτες της οικονομίας. Υπάρχουν πολλά τέτοια παραδείγματα στην Ελλάδα, η πρόκληση για εμάς είναι να τα ανακαλύψουμε και να τα προβάλουμε με τον σωστό τρόπο».
Στο ίδιο πλαίσιο, σε συνέντευξή της σε διαδικτυακή πλατφόρμα του ΣΕΒ η CEO της Μπισκότα Παπαδοπούλου, Ιωάννα Παπαδοπούλου είχε αναφερθεί στα πλεονεκτήματα της οικογενειακής εταιρείας: «Το πλεονέκτημα μιας μεγάλης οικογενειακής εταιρείας που τα μέλη της οικογένειας είναι παρόντα, δουλεύουν απ’ το πρωί ως το βράδυ εκεί μέσα γιατί αγαπάνε τη δουλειά τους, βρίσκουν τον τρόπο και ελίσσονται πολύ πιο εύκολα! Παίρνουν τις αποφάσεις πολύ πιο γρήγορα από μία πολυεθνική. Γιατί τελικά σε μία εταιρεία – και θα μιλήσω για τη δική μας μόνο γιατί δεν ξέρω εάν ισχύει παντού – εάν θέλεις να κάνεις καλά τη δουλειά σου δεν θα κοιτάξεις το bottom line (σσ καθαρή κερδοφορία). Αυτό μπορείς μετά να το διορθώσεις. Θα κοιτάξεις να κάνεις καλά τη δουλειά σου. Να χαίρεσαι! Να αγοράζεις το προϊόν σου απ’ το ράφι και να χαίρεσαι. ‘ναι ρε παιδί μου θα το ξαναπάρω. Ως καταναλωτής, ως νοικοκυρά. Όχι σαν επενδυτής, ως ιδιοκτήτης. Και εμείς κάνουμε αυτή την προσπάθεια, και νομίζω το έχουμε πετύχει, να κάνουμε καλά προϊόντα, να παίρνουμε σωστές αποφάσεις μυρίζοντας, εξελισσόμενοι, παρακολουθώντας τι γίνεται γύρω μας, το οποίο είναι γνωστό, όμως φέρνοντας το στα ελληνικά δεδομένα».
Οι αντοχές μετά την πανδημία και οι παθογένειες εν έτει 2023
Η πορεία των οικογενειακών επιχειρήσεων μετά την πανδημία είναι ένας αγώνας δρόμου, αλλά ταυτόχρονα και μια μεγάλη πρόκληση.
Kατά όσα δηλώνει στο ΒusinessNews.gr η σύμβουλος επιχειρήσεων Μαρίκα Λάμπρου «Όσοι είχαν συνοχή και αλληλεγγύη εντός των τειχών, δηλαδή μεταξύ τους οι διοικούντες την οικογενειακή επιχείρηση, και όσοι είχαν προβλέψει και εφαρμόσει σύγχρονες διαδικασίες αξιοποιώντας τα επιτεύγματα της τεχνολογίας. Το πρώτο αποτελεί συνηθισμένο χαρακτηριστικό των περισσότερων οικογενειακών επιχειρήσεων, και πράγματι, κατά τη διάρκεια της πανδημίας, οι περισσότερες οικογενειακές επιχειρήσεις λειτούργησαν σαν μια γροθιά, άλλοτε ακολουθώντας υπάκουα την έμπειρη σοφία της προς αποδρομή γενιάς, και άλλοτε στηρίζοντας τις τολμηρές επιλογές της διάδοχης γενιάς. Στα θέματα του εκσυγχρονισμού και του ψηφιακού μετασχηματισμού ανταποκρίθηκαν επαρκώς οι οικογενειακές επιχειρήσεις που είχαν προετοιμαστεί προ πανδημίας, όχι μόνο οι μεσαίες και οι μεγάλες, που είναι εξ ανάγκης πιο ευαισθητοποιημένες και πιο εξοικειωμένες με την υιοθέτηση καινοτόμων λύσεων, αλλά και πολλές πρωτοπόρες επιχειρήσεις μικρότερου μεγέθους. Η εικόνα, συνολικά, στις οικογενειακές επιχειρήσεις υπήρξε μικτή : κάποιοι έκαναν virtual meetings από την πρώτη ημέρα, και κάποιοι προσπαθούσαν να καταλάβουν τι σημαίνει και πώς λειτουργεί ένα e-shop».
H Mαρίκα Λάμπρου
Αυτό, ωστόσο, δεν σημαίνει ότι εν έτει 2023 δεν υπάρχουν ακόμα παθογένειες. Κατά την κ. Λάμπρου «η πρώτη μεγάλη παθογένεια είναι αυτή της σύγχυσης των ορίων μεταξύ οικογένειας και επιχείρησης, η οποία συνοδεύεται πάντα από εφαρμογή υποκειμενικών, οικογενειακών, κριτηρίων στη λήψη των επιχειρηματικών αποφάσεων. Με λίγα λόγια, βάζουμε τα προσωπικά/οικογενειακά μπροστά από τα επαγγελματικά/επιχειρηματικά. Δεν αντιλαμβανόμαστε ότι το συμφέρον της επιχείρησης είναι πάνω και πέρα από κάθε μικρό προσωπικό συμφέρον, και το πραγματικό όφελος της οικογένειας είναι να αναπτύσσεται σωστά η επιχείρηση. Μια δεύτερη σημαντική παθογένεια είναι ο «εφησυχασμός πάνω στις δάφνες της πρότερης επιτυχίας». Αυτό που αγνοείται στη συγκεκριμένη περίπτωση είναι το γεγονός ότι οι συνθήκες αλλάζουν, και μαζί με αυτές αλλάζει και το μονοπάτι που οδηγεί στην επιτυχία. Οι επιτυχημένες οικογενειακές επιχειρήσεις έχουν τα μάτια τους ανοιχτά στις εξελίξεις, και κάνουν συνέχεια την αυτοκριτική τους αναζητώντας ευκαιρίες βελτίωσης των λειτουργικών τους διαδικασιών, αλλά και των στρατηγικών τους επιλογών ώστε να προσαρμοστούν καλύτερα στο ταχύτατα μεταβαλλόμενο επιχειρηματικό περιβάλλον».
Κατά την κ. Λάμπρου μια τρίτη σημαντική παθογένεια είναι η ομφαλοσκόπηση, η εσωστρέφεια, η έλλειψη εμπιστοσύνης σε μέλη εκτός οικογένειας, ο φόβος να μοιραστούν ευθύνες και εξουσία. «Η επιχειρηματικότητα θέλει τόλμη. Και κόπο. Και κάποτε στέφεται με επιτυχία. Για να πολλαπλασιαστεί, όμως, η επιτυχία και να αποκτήσει βάσεις μακροπρόθεσμης προοπτικής θα πρέπει να πολλαπλασιαστούν οι φορείς της, δηλαδή οι συμμετέχοντες στην εταιρική και επιχειρηματική προσπάθεια. Αυτό δεν είναι πάντα εφικτό αν περιοριστούμε στις εγγενείς δυνάμεις και δυνατότητες της οικογένειας. Χρειάζεται η συνεισφορά και άλλων ανθρώπων από το εξωτερικό περιβάλλον, συνήθως επαγγελματιών – στελεχών, ανθρώπων με γνώση και ταλέντα, που σέβονται και κατανοούν τον σκοπό της επιχείρησης, και μπορούν να την πάνε στην επόμενη μέρα».