Σε άνοδο βρίσκεται ξανά ο κλάδος των καλλυντικών μετά την πανδημία.
Κατά όσα αναφέρουν τα στοιχεία που έδωσε πρόσφατα στην δημοσιότητα ο πρόεδρος του Πανελληνίου Συνδέσμου Βιομηχάνων και Αντιπροσώπων Αρωμάτων & Καλλυντικών (ΠΣΒΑΚ), κ. Θεόδωρος Γιαρμενίτης, η φετινή χρονιά θα κλείσει με ρεκόρ πωλήσεων στα καλλυντικά, ειδικά μέσω των φαρμακείων, εξέλιξη η οποία οφείλεται, στο μεγαλύτερο ποσοστό της, στις αυξημένες τουριστικές ροές αλλά και στην εκτίναξη του ηλεκτρονικού εμπορίου.
Σύμφωνα με πληροφορίες από τον κ. Γιαρμενίτη, οι πωλήσεις καλλυντικών μέσω των ψηφιακών καναλιών σημειώνουν εν έτει 2023 ρυθμό αύξησης 10%, κάτι που προδιαθέτει για αυξημένο τζίρο στο τέλος της χρονιάς.
Ενδεικτικό είναι ότι σημαντική μερίδα της πίτας από αυτές τις πωλήσεις κερδίζουν τα φαρμακεία, ειδικότερα αυτά που βρίσκονται σε τουριστικές περιοχές, εντός και εκτός πόλεων και αυτό το γεγονός έχει συμβάλει έτσι ώστε πολλές εταιρείες καλλυντικών να σχεδιάζουν ειδικές σειρές για πώληση μέσω των φαρμακείων.
Όλα αυτά συμβαίνουν όταν το 2022, μόνο οι πωλήσεις online στα καλλυντικά προσέγγισαν τα 271 εκατ. ευρώ όπως αναφέρουν τα στοιχεία του ΠΣΒΑΚ.
Πέρα από την Ελλάδα, εξάλλου, είναι και παγκοσμίως που η online πώληση καλλυντικών συνεχίζει να αναπτύσσεται με ανοδικούς ρυθμούς, ειδικά μετά την πανδημία. Χαρακτηριστικό είναι ότι, πλέον, το ηλεκτρονικό εμπόριο έχει συμμετοχή πάνω από 20% παγκοσμίως, στην αγορά των καλλυντικών, ενώ για την επόμενη τετραετία 2023-2028, η συνεισφορά του στον κλάδο προβλέπεται ακόμα μεγαλύτερη.
Ωστόσο, εν γένει η αγορά των καλλυντικών βρίσκεται σε άνθιση τον τελευταίο χρόνο, επανακάμπτοντας δυναμικά μετά την πανδημία οπότε και είχε σημειώσει κάμψη τόσο λόγω των κλειστών φυσικών σημείων πώλησης, όσο και λόγω της τηλεργασίας.
Κατά όσα αναφέρονται σε έρευνα της Fortiune Business Insights, η παγκόσμια αγορά προϊόντων μακιγιάζ εμφανίζει μέσο ρυθμό ανάπτυξης της τάεξως του 4,9%, μέσα στην τρέχουσα δεκαετία.
Όσο για την αξία της συγκεκριμένης αγοράς, αυτή εκτιμάται ότι θα αγγίξει τα 41,49 δισ δολάρια φέτος, από 39,58 δισ το 20222, ενώ προβλέπεται να διαμορφωθεί σε 58,15 δισ δολάρια μέχρι το 2030.