Σε πτώση βρίσκεται η καλλιέργεια του φυτού αλόη βέρα στη χώρα μας τα τελευταία χρόνια, μετά από μια εκτόξευση του συγκεκριμένου αγροτικού αυτού κλάδου πριν από την πανδημία.
Την ώρα που άλλες χώρες, ειδικά στην Ασία, έχουν δημιουργήσει σύγχρονες υποδομές για να παράγουν καθημερινά εκατομμύρια μπουκάλια του ‘’θαυματουργού’’, όπως έχει χαρακτηριστεί υγρού, στην Ελλάδα η εν λόγω αγορά έχει συρρικνωθεί και αποδιοργανωθεί, με σποραδικές μονάδες να λειτουργούν τα τελευταία χρόνια, ιδίως στην Κρήτη και σε κάποια ακόμα νησιά.
Πριν την υγειονομική κρίση, στην Ελλάδα περισσότεροι από 200 γεωργοί είχαν ενταχθεί σε σχήματα παραγωγών αλόης κυρίως στα νησιά του νοτίου Αιγαίου, της νότιας Πελοποννήσου και της Κρήτης. Σήμερα, ο αριθμός αυτός είναι διψήφιος και συνεχώς βαίνει μειούμενος, ενώ σε σχέση με την καθετοποίηση της παραγωγής, μόνο δύο παραγωγοί, ένας στη Χίο και ένας στη Νάξο έχουν δημιουργήσει τις συγκεκριμένες υποδομές. Φορείς της αγοράς τονίζουν ότι η αγορά μπορεί να φτάσει, με κάποιες εξαγωγές, τις οποίες κάνουν μεμονωμένα οι παραγωγοί επιχειρηματίες, τα 2 εκατ. ευρώ, μειωμένος σε σχέση με τις αρχικές προσδοκίες πριν από μερικά χρόνια.
Η αλόη σήμερα χρησιμοποιείται τόσο για σκοπούς υγείας, όσο και στα καλλυντικά. Εκτός από τους χυμούς αλόης, ποσότητες τοποθετούνται σε κρέμες, σε αντισηπτικά, ενώ έχει ξεκινήσει τα τελευταία χρόνια να μπαίνει σε τρόφιμα, όπως μαρμελάδες.
Παγκοσμίως, η καλλιέργεια του φυτού Αλόη Βέρα γνωρίζει μεγάλη ανάπτυξη λόγω της ζήτησης που υπάρχει στην κοσμετολογία, φαρμακευτική και συμπληρώματα διατροφής. Σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα στοιχεία, ετησίως διακινούνται περίπου 61 000 τόνοι αξίας μεγαλύτερης από 1,5 δισ ευρώ.
Η Αλόη η γνήσια (Aloe vera), γνωστή και ως φαρµακευτική αλόη, είναι ένα είδος εύχυµου φυτού που κατάγεται από τη Βόρεια Αφρική, το Πράσινο Ακρωτήρι και τις Κανάριους Νήσους, µε βασικές χώρες καλλιέργειας και παραγωγής τη Νότια Αφρική, την Κίνα, τις ΗΠΑ, την Αυστραλία και την Ινδία.
Μεγαλώνει σε άνυδρα κλίµατα και περιοχές και χρησιµεύει σε εναλλακτικές θεραπείες.
Ανήκει στην κατηγορία των κρίνων, φτάνει γύρω στα 60 έως 100 εκ. σε ύψος, τα φύλλα της είναι παχιά και σαρκώδη, πράσινα προς το πράσινο-γκρι, µε περίγραµµα µικρά λευκά αγκάθια. Το καλοκαίρι, βγάζει άνθη τα οποία έχουν σωληνοειδή µορφή, µε κίτρινη στεφάνη που φτάνει γύρω στα 2 έως 3 εκ. και κρέµονται από ένα βλαστό που φτάνει τα 90 εκ. σε ύψος. Μετά από έρευνες έχει αποδειχτεί ότι το ζελέ της Αλόης είναι πλούσιο σε βλεννοπολυσακχαρίτες, τα οποία είναι απολύτως απαραίτητα στον ανθρώπινο οργανισμό. Πρόκειται για σάκχαρα τα οποίο ο οργανισμός μας τα παράγει κατά τα 10 πρώτα χρόνια της ζωής του και στη συνέχεια πρέπει να τα εκλαμβάνουμε από εξωτερικές πηγές.
Την ίδια στιγμή, τα σάκχαρα της Αλόης έχουν ανοσοτροποποιητική δράση και δρουν συμπληρωματικά στο ανοσοποιητικό σύστημα. Βοηθάει στην καταπολέμηση των ιικών λοιμώξεων και την θεραπεία εγκαυμάτων, έλκων και άλλων τραυμάτων που προκαλούνται στο δέρμα και τους βλεννογόνους. Μπορεί να ρυθμίσει την αρτηριακή πίεση και έχει πολύ καλή αντιφλεγμονώδη δράση. Η χρήση από το στόμα έχει καθαριστική και αποτοξινωτική δράση. Μπορεί να μειώσει τα επίπεδα χοληστερόλης στο αίμα και προλαμβάνει καρδιαγγειακά νοσήματα. Καταπολεμά τις ελεύθερες ρίζες και βόηθά στην αναγέννηση και τη δημιουργία νέων κυττάρων. Προστατεύει από τις ακτίνες UVA, ενώ ενυδατώνει και συσφίγγει το δέρμα.
Η τιµή της αλόης σήµερα κυµαίνεται από 0,80 – 1,50 ευρώ το κιλό, ενώ ένα στρέµµα µπορεί να αποδώσει µέχρι και 10 τόνους ετησίως. Αυτό σηµαίνει απόδοση σε ιδανικές συνθήκες για τον παραγωγό από 8.000-15.000 ευρώ ανά στρέµµα, µε µέση απόδοση 4.000-8.000 ευρώ ανά στρέµµα.
Σε ανάπτυξη στο εξωτερικό, σε ύφεση στην Ελλάδα
Από τους μεγάλους παραγωγούς αλόης στον κόσμο είναι κυρίως οι χώρες της Ασίας, ειδικότερα, χώρες όπως η Ταιβάν, η Κορέα. Ενδεικτικό είναι ότi η εταιρεία OKF από την Κορέα παράγει καθημερινά 8 εκατ. μπουκάλια χυμό αλόης.
Από τους πρώτους και συνεχείς παραγωγούς της αλόης στην Ελλάδα είναι η εταιρεία Aloe Vera Hellas, η οποία ξεκίνησε τη δραστηριοποίησή της στη συγκεκριμένη καλλιέργεια το 2012. Από τότε η εταιρεία δίνει τόσο σε καταστήματα και φαρμακεία σε όλη τη χώρα, αλλά και κάνει και εξαγωγές σε Γερμανία, Γαλλία, Σλοβενία και ΗΠΑ.
Κατά όσα τονίζει ο CEO της εταιρείας Γκίκας Μιχαήλος στο ΒusinessNews.gr «Η αλόη είναι μια ακριβή, δύσκολη αγορά, η οποία τα προηγούμενα χρόνια γνώρισε μια άνοδο στην Ελλάδα, αλλά στη συνέχεια υπήρξε πτώση, η οποία έγινε ακόμα πιο αισθητή εν μέσω πανδημίας. Είναι ένα προϊόν που έχει ακριβό κοστολόγιο σε Ελλάδα και εξωτερικό και γιαυτό και πληρώνεται πολύ ακριβά όταν το δίνουμε. Πλέον το ένα λίτρο μπορεί να πουληθεί ακόμα και 20 ευρώ και ακόμα πιο υψηλή είναι η τιμή του στο εξωτερικό».
Ο ίδιος αναφέρεται στην πολύ εντατική ζήτηση, η οποία δεν μπορεί να καλυφθεί πλέον από την Ελλάδα: «Στη χώρα μας δραστηριοποιούνται σοβαρά και με μεγάλες καλλιέργειες, πλέον, 3-4 εταιρείες, ενώ υπάρχουν κάποιες ακόμα με λιγότερα στρέμματα. Οι περισσότερες από αυτές βρίσκονται στην Κρήτη και παρότι είναι μια αγορά σε ανάπτυξη στο εξωτερικό, στην Ελλάδα δεν υπάρχει πλέον η ανάλογη διάθεση».
Από τους παλαιούς παραγωγούς αλόης είναι επίσης ο κ. Κυριάκος Μασαλής, με την εταιρεία Aloe Star στο Ρέθυμνο, ο οποίος ξεκινά σύντομα μια νέα πρωτοποριακή καλλιέργεια στο συγκεκριμένο φυτό. Παρόλαυτα δηλώνει ότι στην Ελλάδα σήμερα δεν υπάρχει αγορά αλόης, παρά κάποιοι μοναδικοί παραγωγοί.
Όπως τονίζει στο BusinessNews.gr: «Είμαι από τους πρώτους στην καλλιέργεια αλόης στην Ελλάδα. Ξεκίνησα το 2010 στο Ρεθυμνο και σήμερα έχω 5,500 φυτά, περίπου 6 στρεμματα, τα οποία, ωστόσο, αρχίζω να τα λιγοστεύω, για να μείνουν τα πιο ποιοτικά. Επειδή αρκετές φορές δεν φτάνουν για να καλύψω τη ζήτηση, παίρνω από άλλους παραγωγούς με στόχο την αποχυμοποίηση. Διαπιστώνω ότι ζήτηση υπάρχει για αλόη, ακόμα και από το εξωτερικό, όμως είναι πολλοί οι παραγωγοί που έχουν εγκαταλείψει γιατί είναι μια ακριβή καλλιέργεια».
Κατά τον κ. Μασαλή, η πανδημία και τα ξένα funds κακοποίησαν τη συγκεκριμένη αγορά: «Κατά τη γνώμη μου, ένα ακόμα αίτιο της πτώσης της αγοράς τα τελευταία χρόνια ήταν το ό,τι μπήκαν στην Ελλάδα τα ξένα funds και την κακοποίησαν. Γνωρίζω ότι κάποιοι παραγωγοί έχουν κάνει ακόμα και δικαστήρια κατά αυτών των funds. Ήταν ένας χώρος αρχικά ανταγωνιστικός, ακριβώς γιατί είχε ζήτηση και ειδικά από το εξωτερικό. Τώρα, δεν υπάρχει ικανή αγορά αλόης στην Ελλάδα, αλλά είμαι αισιόδοξος για το μέλλον γιατί είναι ένα ανθεκτικό φυτό, το οποίο έχει καλλιέργεια και άρα απόδοση όλο τον χρόνο και μπορεί να φέρει έσοδα σε κάποιον που θα ασχοληθεί σοβαρά».