Ο κυριότερος φορέας εισαγωγών, εξαγωγών και εμπορίου φρούτων και λαχανικών τόσο στην Αττική, όσο και στην υπόλοιπη επικράτεια συνιστά τις τελευταίες δεκαετίες η Κεντρική λαχαναγορά του Ρέντη.
Εν έτει 2023, η Κεντρική Λαχαναγορά του Ρέντη καταλαμβάνει έκταση 260 στρεμμάτων στα οποία αναπτύσσονται περίπου 260 επιχειρήσεις που προμηθεύουν, πέρα από τους μεμονωμένους παραγωγούς, το μεγαλύτερο ποσοστό του πληθυσμού της χώρας με λαχανικά και φρούτα.
Σύμφωνα με όσα έχουν γίνει γνωστά, τα τελευταία χρόνια οι εγκαταστάσεις της εκσυγχρονίζονται διαρκώς με έργα όπως η ανακατασκευή μέρους του οδικού δικτύου της λαχαναγοράς, η ανακατασκευή τμημάτων στις ράμπες, η περίφραξης κ.α., ενώ το νέο ευέλικτο νομοθετικό πλαίσιο των μισθώσεων επιτρέπει την είσοδο νέων επιχειρήσεων.
Το 2023, η πρώτη χρονιά χωρίς περιορισμούς μετά από τρία χρόνια, κατέγραψε θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης για τον φορέα. Κατά στοιχεία που έχει στη διάθεσή του το BusinessNews.gr, στην παρούσα φάση, η Κεντρική Λαχαναγορά έχει μισθωτές στις εγκαταστάσεις της 260 επιχειρήσεις και σε ό,τι αφορά το 2023, αυτός ο τζίρος του οργανισμού από μισθώματα και διαπύλια εκτιμάται σε πάνω από 6,5 εκατ. ευρώ, με τις πωλήσεις των επιχειρήσεων να κυμαίνονται λίγο πιο πάνω από 700 εκατ. ευρώ.
Σύμφωνα με όσα τονίζει ο CEO του ΟΚΑΑ, που περιλαμβάνει τη λαχαναγορά του Ρέντη Απόστολος Αποστολάκος στο BusinessNews.gr «Είναι για πρώτη φορά μετά τον Covid που δεν έχουμε περιορισμούς και αυτό απεικονίζεται στα νούμερα τα οποία κινούνται ανοδικά σε σχέση με το 2022 και φαίνεται ότι όπως και πέρυσι θα πιάσουμε και τους ποιοτικούς και τους ποσοτικούς στόχους».
Η λαχαναγορά στο Ρέντη είναι το κεντρικό σημείο logistics για την αγροδιατροφή σχεδόν για όλη τη χώρα, καλύπτει το σύνολο της νησιωτικής, της ηπειρωτικής χώρας, όπως και καλύπτει το σύνολο των εισαγωγών των εξωτικών φρούτων που έρχονται από τρίτες χώρες. Αυτό σημαίνει ότι από αυτό το σημείο της Αθήνας εν πολλοίς εφοδιάζεται με φρούτα και λαχανικά όλη η ελληνική Επικράτεια. Οι πελάτες της είναι οι επιχειρήσεις εστίασης, εστιατόρια, foodservice, μανάβικα, λαϊκές αγορές και σε αρκετές περιπτώσεις και super market.
Όπως αναφέρει ο κ. Αποστολάκος «όταν η Ελλάδα δεν έχει προϊόντα, η κεντρική λαχαναγορά του Ρέντη είναι ο προμηθευτής και το ίδιο συμβαίνει και στην περίπτωση ακραίων καιρικών φαινομένων. Το καλό της λαχαναγοράς είναι ότι υπάρχουν επιχειρήσεις εντόνου ανταγωνιστικού χαρακτήρα και αυτό βοηθά και να υπάρχει η πιο φρέσκια παραγωγή στα δυνατότερα χαμηλά κόστη».
Σύμφωνα με τον κ. Αποστολάκο, η Αττική, η Βοιωτία, η Εύβοια, η Κρήτη και η Πελοπόννησος είναι εκ των βασικών προμηθευτών της λαχαναγοράς, αν και πχ είναι κάποια φρούτα όπως τα μήλα και τα ακτινίδια που παράγονται στη Βόρεια Ελλάδα.
Πολύ σημαντικό κομμάτι του φορέα τα τελευταία χρόνια είναι ο ψηφιακός μετασχηματισμός του. Σε σχέση με την ψηφιακή μετάβαση της Κεντρικής Λαχαναγοράς, ο κ. Αποστολάκος τονίζει στο ΒusinessNews.gr ότι «πρόκειται για ένα πολύ προκλητικό κομμάτι σε έναν πολύ συντηρητικό χώρο. Ο χώρος του χονδρεμπορίου, μιλώντας όχι μόνο για την Ελλάδα αλλά και πανευρωπαϊκά, δεν είναι τόσο δεκτικός στην ψηφιοποίηση, κυρίως γιατί τα έξτρα φρέσκα και νωπά προϊόντα που εμπορεύομαστε στις λαχαναγορές χρειάζονται και οπτική επαφή. Ο αγοραστής βλέπει και δοκιμάζει πριν αγοράσει. Από πλευράς μας, ξεκινήσαμε την ψηφιοποίηση από την εγκατάσταση οπτικών ινών, κάτι που σημαίνει ότι θέλαμε να εξασφαλίσουμε την καλύτερη ταχύτητα επικοινωνιών που θα διευκολύνει και τις επιχειρήσεις, αλλά και τις επαφές των επιχειρήσεων με τους πελάτες τους. Αυτό άρχισε το 2020, ο σχεδιασμός και έχει σε πολύ μεγάλο βαθμό υλοποιηθεί, όπως έχει σχεδόν ολοκληρωθεί και η εγκατάσταση των υποδομών, σε όλα τα υποκαταστήματα και μέσα στη λαχαναγορά του Ρέντη».
Έρχεται νέο app παραγγελιοληψίας
Χαρακτηριστικό είναι ότι το 2020 η ταχύτητα του διαδικτύου εντός της λαχαναγοράς του Ρέντη ήταν 2 Mbps και τώρα οι περισσότερες επιχειρήσεις έχουν πάνω από 100 και 200 Mbps, καθώς και οι επιχειρήσεις τηλεπικοινωνιών έχουν αναβαθμίσει τις υποδομές τους μέσα στον χώρο.
Για τη συνέχεια του ψηφιακού μετασχηματισμού σημειώνει ο κ. Αποστολάκος: «Ξεκινήσαμε εν μέσω Covid να σχεδιάζουμε ένα app παραγγελιοληψίας, τώρα τρία χρόνια μετά το επανασχεδιάζουμε για την μεταπανδημική εποχή και θεωρούμε ότι θα είναι έτοιμο μέσα στο 2024. Εξάλλου, υπάρχει και στις ιχθυόσκαλες και μια μεγάλη επένδυση που ετοιμάζεται που θα συνδέσει τις επιχειρήσεις, τις αρχές και τα κεντρικά του οργανισμού, μια 360, ολιστική προσέγγιση. Η ψηφιοποίηση είναι μονόδρομος για εμάς, το έχουμε ενστερνιστεί και είμαστε στην ώρα μας σε αυτό το κομμάτι, χωρίς να υστερούμε».
Σύμφωνα με τον CEO, το σχέδιο για τη διασύνδεση όλων των οργανικών συνόρων έχει ενταχθεί στο Επιχειρησιακό πρόγραμμα Αλιείας και Θάλασσας, θα δημοπρατηθεί από την Κοινωνία της Πληροφορίας μέσα στο 2024, με χρόνο υλοποίησης 24 μήνες.
Πληθωριστικές πιέσεις και επενδύσεις
Ο πληθωρισμός είναι στο επίκεντρο των οικονομικών εξελίξεων ήδη από το 2022 και κατά τον κ. Αποστολάκο, έχουν επηρεαστεί σαφώς οι επιχειρήσεις της λαχαναγοράς του Ρέντη από τις πληθωριστικές πιέσεις των τελευταίων μηνών, όμως κυρίως έχουν επηρεαστεί από την κλιματική κρίση: «Αντιμετωπίσαμε τεράστια προβλήματα το καλοκαίρι και σε συνδυασμό με μια εξαιρετική χρονιά για τον τουρισμό, που σημαίνει ότι υπήρξε πάρα πολύ μεγάλη ζήτηση από καταστήματα εστίασης και ξενοδοχεία, οι τιμές κυμάνθηκαν έντονα πληθωριστικά. Ωστόσο, το γεγονός ότι στη λαχαναγορά Ρέντη υπάρχουν 250 πολύ μεγάλες επιχειρήσεις και ανταγωνισμός αυτό σημαίνει ότι κρατήθηκαν οι τιμές. Αν δεν υπήρχε διαθεσιμότητα, οι τιμές θα είχαν εκτοξευθεί, σε προϊόντα που είναι πάρα πολύ ευαίσθητα και με μικρή διάρκεια ζωής όπως είναι τα φρούτα και τα λαχανικά. Για τους λόγους αυτούς, πληθωρισμός απληστίας δεν μπορεί να υπάρξει στα φρούτα και τα λαχανικά, την ώρα, επίσης, που έχουμε ως σημείο συνεχείς ελέγχους από τις αρχές. Δεν φαίνεται να υπάρχει σημείο που οι τιμές είναι αδικαιολόγητα υψηλές, όπως στα αντίστοιχα βιομηχανικά είδη».
Σε σχέση με τους ελέγχους τιμών στα προϊόντα της λαχαναγοράς, ο κ. Αποστολάκος δήλωσε χαρακτηριστικά: «Ο Οργανισμός παραδοσιακά καταγράφει τις τιμές της χονδρικής και της λιανικής και υπάρχει μια ανοιχτή βάση δεδομένων για όλους, και για τον καταναλωτή και για τους φορείς. Εκεί μπορούν όλοι να βλέπουν τις τιμές. Ο καταναλωτής μπορεί να μπει στο site του ΟΚΑΑ και να δει ένα μεγάλο μανάβικο που έχουμε στις εγκαταστάσεις μας και τις τιμές λιανικής του, ώστε να έχει μια γενική αίσθηση για το πώς κυμαίνονται αυτές».
Το 2024 οι εγκαταστάσεις της λαχαναγοράς θα συνεχίσουν κατά τον CEO του φορέα, την αναβάθμισή τους, που μεταφράζονται σε καλύτερες υποδομές, καλύτερος φωτισμός, περισσότερες κάμερες στους εξωτερικούς χώρους και σε σύγχρονους δημόσιους χώρους υγιεινής.
Την ίδια στιγμή, ανοιχτό είναι το θέμα της χωρητικότητάς της Κεντρικής Λαχαναγοράς του Ρέντη, η οποία είναι πλέον στα όριά της, κάτι το οποίο βρίσκεται σε διαβούλευση από τους αρμόδιους φορείς, έμπορους, Υπερταμείο και κυβέρνηση, αλλά δεν έχουν ληφθεί ακόμα σχετικές οριστικές αποφάσεις. Οι συνολικές επενδύσεις, ωστόσο, που θα γίνουν το 2024 στην Κεντρική Λαχαναγορά του Ρέντη, αναμένεται να προσεγγίσουν το ένα 1 εκατ. ευρώ, όταν ήδη έχουν υλοποιηθεί, ήδη, επενδύσεις ακόμα 1 εκατ. ευρώ από το 2020 και μετά.