Στο 0,2% της γεωργικά αξιοποιημένης έκτασης στη χώρα μας αντιστοιχεί εν έτει 2023 η καλλιέργεια των θερμοκηπίων, με τον συγκεκριμένο κλάδο να έχει εξελιχθεί σε επιχειρείν δύο ταχυτήτων: Είτε από συνεταιρισμούς πολλών επιχειρηματιών με στόχο την σταδιακή αύξηση των στρεμμάτων, αναζητώντας να επεκταθούν μέσω των γύρω εκτάσεων, είτε από μεμονωμένους επενδυτές που μένουν συνήθως στα 3-5 στρέμματα καλλιέργειας, λόγω περιορισμένης χρηματοδότησης, τόσο από την πολιτεία, μέσω διαφόρων προγραμμάτων που δημοσιοποιούνται κατά καιρούς, όσο και από τραπεζικά ιδρύματα.
Σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, αυτό το 0,2% αντιστοιχεί σε 28. 244.494,8 χρησιμοποιούμενη γεωργική έκταση.
Τα σκήπτρα στην υδροπονική καλλιέργεια κρατά η Περιφέρεια Δυτικής Ελλάδας, με 0,7% του εδάφους της να είναι θερμοκήπια, ενώ ακολουθεί η Περιφέρεια Αττικής με 0,6% και η Κρήτη με 0,5%.
Ελάχιστα θερμοκήπια υπάρχουν στην παρούσα φάση στην Ήπειρο και ακόμα πιο λίγα στην Περιφέρεια Πελοποννήσου και Νοτίου Αιγαίου. Υδροπονονική καλλιέργεια δεν αναφέρεται προς το παρόν σε περιοχές όπως η Θράκη.
Αξίζει να σημειωθεί ότι οι φορείς του κλάδου αναφέρουν ως κυριότερα ζητήματα για την σχετική στασιμότητα του κλάδου τον διάσπαρτο κλήρο, το παραγωγικό κόστος, τις τιμές του πετρελαίου, ακόμη και το κόστος των εργατικών, οι οποίοι εμφανίζονται απαγορευτικοί παράγοντες από τους παραγωγούς για να αυξήσουν τις καλλιεργούμενες εκτάσεις τους.
Η οδροπονική καλλιέργεια δεν είναι εύκολη υπόθεση στην Ελλάδα, όπως τονίζουν οι ίδιες πηγές. Χρειάζεται τεχνογνωσία και αφοσίωση, τόσο τα πρώτα χρόνια, όσο τα επόμενα, όσο και τα στοιχεία για να μεγαλώσει η καλλιέργεια. Κοινώς, απαραίτητη προϋπόθεση για την κατασκευή μιας θερμοκηπιακής μονάδας είναι η εξασφάλιση επαρκούς ποσότητας νερού, ώστε να καλύπτονται οι αρδευτικές ανάγκες των καλλιεργειών.
Εξάλλου, ο υποψήφιος παραγωγός θα πρέπει να είναι πολύ καλά καταρτισμένος σε σχέση με τις καλλιεργητικές τεχνικές προκειμένου να αποφύγει το οικονομικό ρίσκο. Στον υπολογισμό του κόστους για μία καλλιεργητική περίοδο περιλαμβάνεται: η αγορά των φυτών, το κόστος για την απόσβεση κτιριακών και εξοπλισμού, οι τόκοι δανείων, τα λειτουργικά έξοδα, οι δαπάνες για εργασία και φυτοπροστασία κλπ.
Όπως σημειώνουν γεωπόνοι που ασχολούνται με την υδροπονική καλλιέργεια, η πιστοποίηση των προϊόντων είναι απαραίτητη, γιατί με αυτή: διασφαλίζεται η ποιότητα και ασφάλεια για κατανάλωση των γεωργικών προϊόντων, μειώνεται το καλλιεργητικό κόστος, αυξάνεται η προστιθέμενη αξία και άρα η τιμή πώλησης των προϊόντων, προστατεύεται η σωματική υγεία των παραγωγών μέσα από τις εκπαιδεύσεις που αφορούν τη χρήση των φυτοφαρμάκων.
Βαρύ το κόστος
Η περίοδος των θερμοκηπίων στην Ελλάδα είναι κυρίως από τα τέλη Νοεμβρίου μέχρι τον Μάιο, Σύμφωνα με τον γεωπόνο του Αγροτικού συνεταιρισμού Τυμπακίου Κρήτης, έναν από τους μεγαλύτερους στην Ελλάδα με εκτάσεις θερμοκηπίων, Γιάννη Τζωρτζακάκη, οι περισσότερες καλλιέργειες σε θερμοκήπια, στην παρούσα φάση, αφορούν κηπευτικά προϊόντα αγγουρια, ντομάτια, μελιτζάνες, πιπεριες, ενώ σε μικρότερο βαθμό πλέον υπάρχουν καλλιέργειες λουλουδιών.
Ο κ. Τζωρτζακάκης αναφέρεται στα προβλήματα των καλλιεργειών και στο γεγονός ότι η συγκεκριμένη κατηγορία αγροτικού επιχειρείν δεν προχωρά στην Ελλάδα, όπως σε άλλες χώρες, παρότι, θεωρητικά, υπάρχουν οι προϋποθέσεις: «Είναι ένα είδος καλλιέργειας, το οποίο για να αποδώσει, θα πρέπει κάποιος να έχει πάνω από πέντε στρέμματα, με το κάθε στρέμμα να θέλει πάνω από 35.000 για να γίνει έτοιμο προς φύτευση. Είναι μια απόφαση και μια επένδυση, η οποία θέλει το χρόνο της και φυσικά δεν αποδίδει όπως η συμβατική καλλιέργεια».
Κατά το ίδιο στέλεχος, επίσης, το πρόβλημα στις θερμοκηπιακές καλλιέργειες είναι το κόστος της εγκατάστασης και η έλλειψη εργατικών χεριών: «Πρέπει να έχεις τουλάχιστον 5 στρέμματα και πάνω για να πεις ότι συμφέρει να κάνεις ένα θερμοκήπιο, για να βγάλεις τα έξοδο δύο ατόμων. Άλλο ζήτημα είναι και τα έργατικά χέρια. Αυτό είναι ένα μεγάλο πρόβλημα, καθώς δεν υπάρχουν εργάτες και αρκετές φορές υποχρεωνόμαστε να πληρώνουμε τα εργατικά χέρια και αυτές οι δαπάνες».
Ο γεωπόνος, ωστόσο, υπερθεματίζει ότι η υδροπονική καλλιέργεια «εφόσον έχει αποσβεστεί, είναι μια αποδοτική καλλιέργεια», ενώ σε ό,τι αφορά προγράμματα από την πολιτεία, τονίζει ότι κάποια, αλλά αγγίζουν το πολύ τα 35.000 ευρώ,
Η Τουρκία έχει βγει μπροστά, η Ελλάδα στάσιμη
Χαρακτηριστικό είναι ότι το 2000, όταν είχαν αρχίσει να λειτουργούν κάποια θερμοκήπια στην Ελλάδα, τα στρέμματα που καλλιεργηθηκαν αρχικά ήταν γύρω στα 60.000, με τον αριθμό αυτόν, όπως τονίζουν φορείς με γνώση, να μένει ο ίδιος μετά από... 23 χρόνια.
Αυτό συνέβη, καθώς πολλά θερμοκήπια στην Ελλάδα, παρότι άνοιξαν με προσδοκίες στη δεκαετία 2000-2010, δεν άντεξαν, λόγω κακοδιαχείρισης και έλλειψης τεχνογνωσίας κυρίως, και μοιραία κάποια στιγμή διεκοψαν τη λειτουργία τους.
Στον αντίποδα, η Τουρκία, που ξεκίνησε στον συγκεκριμενο τομέα με τα ίδια στρέμματα με την Ελλάδα, έχει φτάσει πλέον, εν έτει 2023, τα 800.000 στρέμματα τα οποία καλλιεργούνται μέσω υδροπονικης παραγωγής, με πολύ συντονισμένη παρουσία και στο εξωτερικό σε διεθνείς εκθέσεις.
Οι κύριοι λόγοι, όπως εξηγεί ο κ. Κωνσταντίνος Φιλιππίδης, Πρόεδρος του ‘’Μαγικού Κήπου’’ στο Businessnews.gr για αυτή τη στασιματότητα είναι η έλλειψη κεφαλαίων, αλλά και τεχνογνωσίας, υπογραμμίζοντας ότι υπάρχει ήδη πρόταση, η οποία έχει διατυπωθεί και στις αρμόδιες πολιτειακες αρχές, για τη δημιουργία μικρών πιλοτικών ομάδων υδροπονικης καλλιέργειας, προκειμενου να ανοίξει ακόμα περισσότερο η συγκεκριμένη αγορά στην ελληνική επικράτεια.
‘’Με φόντο την κλιματική αλλαγή, τα θερμοκήπια το μέλλον του πρωτογενή τομέα και θα πρέπει να αρχίσουμε να εξελισσόμαστε σαν χώρα πάνω σε αυτό" τόνισε ο κ. Φιλιππίδης, προσθέτοντας ότι σε αυτήν την ανάπτυξη είναι πολύτιμη η αρωγή του Υπουργείου Ανάπτυξης και των Πανεπιστημίων, τα οποία μπορούν να δημιουργήσουν ειδικά προγράμματα εκπαίδευσης γεωπονων επιδοτούμενα από το κράτος.
Εξάλλου, τα τελευταία δύο χρόνια στα ανοιχτά μέτωπα της υδροπονικής καλλιέργειας είναι και το ενεργειακό ζήτημα: "Από 150.000, οι λογαριασμοί ξεκίνησαν να έρχονται 700.000 μέσα στο 2022, κάτι που ήταν ένα σοκ, όταν έχεις υπολογίσει αλλιώς την επένδυση" αναφέρει στο Businessnews.gr ο CΕΟ του Μαγικού Κήπου κ. Παναγιώτης Λαδακάκος, προσθέτοντας ότι, σε ό,τι αφορά τη δική τους επένδυση, για την αντιμετώπιση αυτού του φαινομένου, πρόσφατα μπήκε σε λειτουργία φωτοβολταϊκό με virtual net metering από το οποίο παράγεται πλέον το 75%" της ενέργειας που καταναλώνει το θερμοκήπιο.