Ο κανονισμός Euro 7 καλύπτει τους κύριους ατμοσφαιρικούς ρύπους, όπως αιωρούμενα σωματίδια, υπέρλεπτα σωματίδια, οξείδια του αζώτου και υδρογονάνθρακες, πλην του διοξειδίου του άνθρακα, το οποίο ρυθμίζεται νομικά από τα πρότυπα CO₂ για τα αυτοκίνητα και τα ημιφορτηγά.
Αυτή η αναθεωρημένη νομική πράξη θα ρυθμίζει νομικά, για πρώτη φορά στην ΕΕ, τα αιωρούμενα σωματίδια από τα φρένα και τα ελαστικά όλων των οχημάτων, καθώς αποτελούν σημαντική πηγή ρύπων, ιδίως στα ηλεκτρικά οχήματα. Επιπλέον, τα όρια φθοράς των ελαστικών θα αποτελέσουν σημαντικό μέτρο για τη μείωση των μικροπλαστικών. Η πολιτική συμφωνία θα ενισχύσει την εμπιστοσύνη των καταναλωτών διασφαλίζοντας συμμόρφωση με τα όρια εκπομπών επί διπλάσιο χρονικό διάστημα σε σχέση με ότι ισχύει σήμερα, δηλαδή για 200.000 χλμ και 10 έτη χρήσης, ενώ θα καθορίζει απαιτήσεις βιωσιμότητας για τις μπαταρίες ηλεκτρικών οχημάτων.
Μολονότι οι συννομοθέτες συμφώνησαν μια πιο μετριοπαθή μείωση των εκπομπών καυσαερίων των αυτοκινήτων και των ημιφορτηγών σε σχέση με την αρχική πρόταση της Επιτροπής, ο συμφωνηθείς κανονισμός θα μειώσει σημαντικά τις εκπομπές καυσαερίων των φορτηγών και των λεωφορείων, τα οποία θα χρειαστούν περισσότερο χρόνο από ό, τι τα αυτοκίνητα και τα ημιφορτηγά για να επιτύχουν μηδενικές εκπομπές. Ειδικότερα, οι εκπομπές οξειδίων του αζώτου των φορτηγών και των λεωφορείων θα μειωθούν κατά το ήμισυ (από 400 σε 200 mg ανά kWh).
Ο Επίτροπος Εσωτερικής Αγοράς κ. Τιερί Μπρετόν δήλωσε σχετικά: «Η σημερινή συμφωνία επί του κανονισμού Euro 7 προσφέρει στους κατασκευαστές έναν ξεκάθαρο δρόμο για τη βελτίωση της ποιότητας του αέρα μέσω καθαρότερων ηλεκτρικών οχημάτων και κινητήρων καύσης. Ειδικότερα, αποτελεί ένα σημαντικό βήμα προόδου για τη μείωση των εκπομπών ρύπων από τα φρένα και τα ελαστικά και καθορίζει απαιτήσεις ανθεκτικότητας για τις μπαταρίες των ηλεκτρικών οχημάτων. Τα όρια εκπομπών θα πρέπει να τηρούνται επί μεγαλύτερο χρονικό διάστημα, ενισχύοντας έτσι την εμπιστοσύνη των καταναλωτών που αγοράζουν μεταχειρισμένα οχήματα. »
Η πολιτική συμφωνία στην οποία κατέληξαν το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο υπόκειται πλέον στην επίσημη έγκρισή τους.